1. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε:
α)
παρόχους που διαθέτουν στην αγορά ή θέτουν σε λειτουργία συστήματα ΤΝ ή διαθέτουν στην αγορά μοντέλα ΤΝ γενικού σκοπού στην Ένωση, ανεξάρτητα από το αν οι εν λόγω πάροχοι είναι εγκατεστημένοι ή βρίσκονται εντός της Ένωσης ή σε τρίτη χώρα·
a)
nodrošinātājiem, kas Savienībā laiž tirgū vai nodod ekspluatācijā MI sistēmas vai laiž tirgū vispārīga lietojuma MI modeļus, neatkarīgi no tā, vai minētie nodrošinātāji ir iedibināti vai atrodas Savienībā jeb vai trešā valstī;
β)
φορείς εφαρμογής συστημάτων ΤΝ που έχουν τον τόπο εγκατάστασής τους ή βρίσκονται εντός της Ένωσης·
b)
MI sistēmu uzturētājiem, kuru iedibinājuma vieta ir Savienībā vai kuri atrodas Savienībā;
γ)
παρόχους και φορείς εφαρμογής συστημάτων ΤΝ που έχουν τον τόπο εγκατάστασής τους ή βρίσκονται σε τρίτη χώρα, όταν τα στοιχεία εξόδου που παράγει το σύστημα ΤΝ χρησιμοποιούνται στην Ένωση·
c)
tādu MI sistēmu nodrošinātājiem un uzturētājiem, kuru iedibinājuma vieta ir vai kuri atrodas trešā valstī, ja MI sistēmas radīto iznākumu izmanto Savienībā;
δ)
εισαγωγείς και διανομείς συστημάτων ΤΝ·
d)
MI sistēmu importētājiem un izplatītājiem;
ε)
κατασκευαστές προϊόντων που διαθέτουν στην αγορά ή θέτουν σε λειτουργία σύστημα ΤΝ μαζί με το προϊόν τους και υπό τη δική τους επωνυμία ή εμπορικό σήμα·
e)
produktu ražotājiem, kas laiž tirgū vai nodod ekspluatācijā MI sistēmu kopā ar savu produktu un ar savu nosaukumu vai preču zīmi;
στ)
εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους παρόχων, οι οποίοι δεν είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση·
f)
nodrošinātāju pilnvarotiem pārstāvjiem, kuri nav iedibināti Savienībā;
ζ)
θιγόμενα πρόσωπα που βρίσκονται στην Ένωση.
g)
skartajām personām, kas atrodas Savienībā.
2. Σε ό,τι αφορά τα συστήματα ΤΝ που ταξινομούνται ως συστήματα ΤΝ υψηλού κινδύνου σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1 σχετικά με προϊόντα τα οποία καλύπτονται από την ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης που παρατίθεται στο παράρτημα I τμήμα Β, εφαρμόζονται μόνο το άρθρο 6 παράγραφος 1, τα άρθρα 102 έως 109 και το άρθρο 112. Το άρθρο 57 εφαρμόζεται μόνο στον βαθμό που οι απαιτήσεις για τα συστήματα ΤΝ υψηλού κινδύνου δυνάμει του παρόντος κανονισμού έχουν ενσωματωθεί στην εν λόγω ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης.
2. MI sistēmām, kas klasificētas kā augsta riska MI sistēmas saskaņā ar 6. panta 1. punktu saistībā ar produktiem, uz kuriem attiecas I pielikuma B iedaļā minētie Savienības saskaņošanas tiesību akti, piemēro tikai 6. panta 1. punktu, 102. līdz 109. pantu un 112. pantu. Regulas 57. pantu piemēro tikai tiktāl, ciktāl šajā regulā paredzētās prasības augsta riska MI sistēmām ir integrētas minētajos Savienības saskaņošanas tiesību aktos.
3. Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται σε τομείς εκτός του πεδίου εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου και σε κάθε περίπτωση δεν θίγει τις αρμοδιότητες των κρατών μελών όσον αφορά την εθνική ασφάλεια, ανεξάρτητα από το είδος της οντότητας στην οποία τα κράτη μέλη αναθέτουν την εκτέλεση καθηκόντων που σχετίζονται με τις εν λόγω αρμοδιότητες.
3. Šī regula neattiecas uz jomām, kas ir ārpus Savienības tiesību tvēruma, un tā jebkurā gadījumā neietekmē dalībvalstu kompetences attiecībā uz valsts drošību neatkarīgi no tā, kāda veida vienībai dalībvalstis ir uzticējušas veikt uzdevumus saistībā ar minētajām kompetencēm.
Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται σε συστήματα ΤΝ εάν και εφόσον διατίθενται στην αγορά, τίθενται σε λειτουργία ή χρησιμοποιούνται με ή χωρίς τροποποίηση αποκλειστικά για στρατιωτικούς και αμυντικούς σκοπούς ή σκοπούς εθνικής ασφάλειας, ανεξάρτητα από το είδος της οντότητας που εκτελεί τις εν λόγω δραστηριότητες.
Šī regula neattiecas uz MI sistēmām, ja un ciktāl tās tiek laistas tirgū, nodotas ekspluatācijā vai izmantotas ar modifikāciju vai bez tās vienīgi militāros, aizsardzības vai valsts drošības nolūkos, neatkarīgi no tā, kāda veida vienība veic minētās darbības.
Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται σε συστήματα ΤΝ τα οποία δεν διατίθενται στην αγορά ούτε τίθενται σε λειτουργία στην Ένωση, όταν τα στοιχεία εξόδου χρησιμοποιούνται στην Ένωση αποκλειστικά για στρατιωτικούς και αμυντικούς σκοπούς ή σκοπούς εθνικής ασφάλειας, ανεξάρτητα από το είδος της οντότητας που εκτελεί τις εν λόγω δραστηριότητες.
Šī regula neattiecas uz MI sistēmām, kuras netiek laistas tirgū vai nodotas ekspluatācijā Savienībā, ja iznākumu Savienībā izmanto vienīgi militāros, aizsardzības vai valsts drošības nolūkos, neatkarīgi no tā, kāda veida vienība veic minētās darbības.
4. Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται σε δημόσιες αρχές τρίτης χώρας ούτε σε διεθνείς οργανισμούς που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού σύμφωνα με την παράγραφο 1, όταν οι εν λόγω αρχές ή οργανισμοί χρησιμοποιούν συστήματα ΤΝ στο πλαίσιο διεθνούς συνεργασίας ή διεθνών συμφωνιών για την επιβολή του νόμου και τη δικαστική συνεργασία με την Ένωση ή με ένα ή περισσότερα κράτη μέλη, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω τρίτη χώρα ή ο εν λόγω διεθνής οργανισμός παρέχει επαρκείς διασφαλίσεις όσον αφορά την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών των ατόμων.
4. Šī regula neattiecas ne uz publiskām iestādēm trešā valstī, ne starptautiskām organizācijām, kas ir šīs regulas piemērošanas jomā, ievērojot 1. punktu, ja minētās iestādes vai organizācijas izmanto MI sistēmas starptautiskās sadarbības vai nolīgumu ietvaros par tiesībaizsardzības un tiesu iestāžu sadarbību ar Savienību vai ar vienu vai vairākām dalībvalstīm, ar noteikumu, ka šāda trešā valsts vai starptautiskā organizācija sniedz pietiekamas garantijas attiecībā uz indivīdu pamattiesību un pamatbrīvību aizsardzību.
5. Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την εφαρμογή των διατάξεων σχετικά με την ευθύνη των παρόχων ενδιάμεσων υπηρεσιών, όπως καθορίζονται στο κεφάλαιο II του κανονισμού (ΕΕ) 2022/2065.
5. Šī regula neietekmē to noteikumu piemērošanu, kuri attiecas uz starpnieku pakalpojumu sniedzēju atbildību, kā paredzēts Regulas (ES) 2022/2065 II nodaļā.
6. Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στα συστήματα ΤΝ ή τα μοντέλα ΤΝ, περιλαμβανομένων των στοιχείων εξόδου τους, που αναπτύσσονται ειδικά και τίθενται σε λειτουργία με αποκλειστικό σκοπό την επιστημονική έρευνα και ανάπτυξη.
6. Šī regula neattiecas uz MI sistēmām vai MI modeļiem, tostarp to radīto iznākumu, kas konkrēti izstrādāti un nodoti ekspluatācijā vienīgi zinātniskās pētniecības un izstrādes nolūkā.
7. Στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία σε σχέση με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό εφαρμόζεται το ενωσιακό δίκαιο για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, της ιδιωτικής ζωής και του απορρήτου των επικοινωνιών. Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 ή (ΕΕ) 2018/1725 ή την οδηγία 2002/58/ΕΚ ή (ΕΕ) 2016/680, με την επιφύλαξη του άρθρου 10 παράγραφος 5 και του άρθρου 59 του παρόντος κανονισμού.
7. Personas datiem, ko apstrādā saistībā ar šajā regulā noteiktajām tiesībām un pienākumiem, piemēro Savienības tiesību aktus personas datu aizsardzības, privātuma un sakaru konfidencialitātes jomā. Šī regula neietekmē Regulu (ES) 2016/679 vai (ES) 2018/1725, vai Direktīvu 2002/58/EK vai (ES) 2016/680, neskarot šīs regulas 10. panta 5. punktu un 59. pantu.
8. Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται σε καμία δραστηριότητα έρευνας, δοκιμής ή ανάπτυξης όσον αφορά συστήματα ΤΝ ή μοντέλα ΤΝ πριν από τη διάθεση τους στην αγορά ή τη θέση τους σε λειτουργία. Οι δραστηριότητες αυτές διεξάγονται σύμφωνα με το εφαρμοστέο ενωσιακό δίκαιο. Οι δοκιμές σε πραγματικές συνθήκες δεν καλύπτονται από αυτήν την εξαίρεση.
8. Šī regula neattiecas uz pētniecības, testēšanas vai izstrādes darbībām, kas saistītas ar MI sistēmām vai MI modeļiem pirms to laišanas tirgū vai nodošanas ekspluatācijā. Šādas darbības veic saskaņā ar piemērojamiem Savienības tiesību aktiem. Minētā izslēgšana neattiecas uz testēšanu reālos apstākļos.
9. Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τους κανόνες που καθορίζονται σε άλλες ενωσιακές νομικές πράξεις σχετικά με την προστασία των καταναλωτών και την ασφάλεια των προϊόντων.
9. Šī regula neskar noteikumus, kas paredzēti citos Savienības tiesību aktos, kuri saistīti ar patērētāju aizsardzību un produktu drošumu.
10. Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στις υποχρεώσεις των φορέων εφαρμογής που είναι φυσικά πρόσωπα και χρησιμοποιούν συστήματα ΤΝ στο πλαίσιο αμιγώς προσωπικής μη επαγγελματικής δραστηριότητας.
10. Šī regula neattiecas uz tādu uzturētāju pienākumiem, kuri ir fiziskas personas, kas MI sistēmas izmanto tikai personiskas neprofesionālas darbības veikšanai.
11. Ο παρών κανονισμός δεν εμποδίζει την Ένωση ή τα κράτη μέλη να διατηρούν ή να θεσπίζουν νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις που είναι ευνοϊκότερες για τους εργαζομένους ως προς την προστασία των δικαιωμάτων τους όσον αφορά τη χρήση συστημάτων ΤΝ από τους εργοδότες ή να ενθαρρύνουν ή να επιτρέπουν την εφαρμογή ευνοϊκότερων συλλογικών συμβάσεων για τους εργαζομένους.
11. Šī regula neliedz Savienībai vai dalībvalstīm saglabāt vai ieviest tiesību aktus, noteikumus vai administratīvas normas, kas ir labvēlīgākas pret darba ņēmējiem viņu tiesību aizsardzības ziņā attiecībā uz situācijām, kad darba devējs izmanto MI sistēmas, vai veicināt vai atļaut darba ņēmējiem izdevīgāku koplīgumu piemērošanu.
12. Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στα συστήματα ΤΝ που διατίθενται βάσει δωρεάν αδειών ανοικτού κώδικα, εκτός εάν διατίθενται στην αγορά ή τίθενται σε λειτουργία ως συστήματα ΤΝ υψηλού κινδύνου ή ως σύστημα ΤΝ που εμπίπτει στο άρθρο 5 ή 50.
12. Šī regula neattiecas uz MI sistēmām, kas laistas apgrozībā ar bezmaksas un atklātā pirmkoda licencēm, ja vien tās netiek laistas tirgū vai nodotas ekspluatācijā kā augsta riska MI sistēmas vai kā MI sistēma, uz kuru attiecas 5. vai 50. pants.
Απαγορευμένες πρακτικές ΤΝ
1. Απαγορεύονται οι ακόλουθες πρακτικές ΤΝ:
1. Ir aizliegta šāda MI prakse:
α)
η διάθεση στην αγορά, η θέση σε λειτουργία ή η χρήση συστήματος ΤΝ που εφαρμόζει τεχνικές οι οποίες απευθύνονται στο υποσυνείδητο ενός προσώπου υπερκεράζοντας το συνειδητό του ή σκόπιμα χειριστικές ή παραπλανητικές τεχνικές, με σκοπό ή με αποτέλεσμα να στρεβλώσει ουσιωδώς τη συμπεριφορά ενός προσώπου ή μιας ομάδας προσώπων υποβαθμίζοντας σημαντικά την ικανότητά τους να λάβουν τεκμηριωμένη απόφαση, με επακόλουθο να λάβουν μια απόφαση που διαφορετικά δεν θα είχαν λάβει κατά τρόπο που προκαλεί ή εύλογα ενδέχεται να προκαλέσει στο εν λόγω πρόσωπο, σε άλλο πρόσωπο ή σε ομάδα προσώπων σημαντική βλάβη·
a)
tādas MI sistēmas laišana tirgū, nodošana ekspluatācijā vai lietošana, kas izmanto cilvēka neapzinātus subliminālus paņēmienus vai tīši manipulatīvus vai maldinošus paņēmienus, kuru mērķis ir būtiski iespaidot personas vai personu grupas uzvedību vai kuriem ir tādas sekas, kas ievērojami pasliktina viņu spēju pieņemt informētu lēmumu, tādējādi liekot tām pieņemt lēmumu, ko tās citādi nebūtu pieņēmušas, tādā veidā, kas šai personai, citai personai vai personu grupai rada vai pamatoti ticami radīs būtisku kaitējumu;
β)
η διάθεση στην αγορά, η θέση σε λειτουργία ή η χρήση συστήματος ΤΝ που εκμεταλλεύεται οποιοδήποτε από τα τρωτά σημεία ενός φυσικού προσώπου ή μιας συγκεκριμένης ομάδας προσώπων λόγω της ηλικίας τους, της αναπηρίας τους ή συγκεκριμένης κοινωνικής ή οικονομικής τους κατάστασης, με σκοπό ή με αποτέλεσμα να στρεβλώσει ουσιωδώς τη συμπεριφορά του εν λόγω προσώπου ή προσώπου που ανήκει στην εν λόγω ομάδα κατά τρόπο που προκαλεί ή εύλογα ενδέχεται να προκαλέσει στο εν λόγω πρόσωπο ή σε άλλο πρόσωπο σημαντική βλάβη·
b)
tādas MI sistēmas laišana tirgū, nodošana ekspluatācijā vai lietošana, kura izmanto kādu no kādas fiziskas personas vai konkrētas personu grupas neaizsargātības iezīmēm viņu vecuma, invaliditātes vai konkrētas sociālās vai ekonomiskās situācijas dēļ un kuras mērķis vai sekas ir minētās personas vai minētajai grupai piederīgas personas uzvedības būtiska iespaidošana tādā veidā, kas attiecīgajai personai vai citai personai rada vai ir saprātīgi iespējams, ka radīs būtisku kaitējumu;
γ)
η διάθεση στην αγορά, η θέση σε λειτουργία ή η χρήση συστημάτων ΤΝ για την αξιολόγηση ή την ταξινόμηση φυσικών προσώπων ή ομάδων προσώπων για ορισμένο χρονικό διάστημα με βάση την κοινωνική τους συμπεριφορά ή γνωστά, συναγόμενα ή προβλεπόμενα προσωπικά χαρακτηριστικά τους ή χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς τους, με κοινωνική βαθμολογία η οποία οδηγεί σε ένα ή σε αμφότερα από τα ακόλουθα:
c)
MI sistēmu laišana tirgū, nodošana ekspluatācijā vai lietošana nolūkā izvērtēt vai klasificēt fiziskas personas vai personu grupas noteiktā laikposmā, pamatojoties uz viņu sociālo uzvedību vai zināmām, izsecinātām vai prognozētām personas vai personības īpašībām, ja sociālais novērtējums ved pie viena vai abiem šādiem iznākumiem:
i)
επιζήμια ή δυσμενή μεταχείριση ορισμένων φυσικών προσώπων ή ομάδων προσώπων σε κοινωνικά πλαίσια τα οποία δεν σχετίζονται με το πλαίσιο στο οποίο παρήχθησαν ή συλλέχθηκαν αρχικά τα δεδομένα·
i)
kaitējoša vai nelabvēlīga attieksme pret dažām fiziskām personām vai personu grupām sociālos kontekstos, kas nav saistīti ar kontekstiem, kuros dati tika sākotnēji ģenerēti vai savākti;
ii)
επιζήμια ή δυσμενή μεταχείριση ορισμένων φυσικών προσώπων ή ομάδων προσώπων η οποία είναι αδικαιολόγητη ή δυσανάλογη προς την κοινωνική συμπεριφορά τους ή τη σοβαρότητά της·
ii)
kaitējoša vai nelabvēlīga attieksme pret dažām fiziskām personām vai personu grupām, kas nav pamatota vai nav samērīga ar viņu sociālo uzvedību vai tās smagumu;
δ)
η διάθεση στην αγορά, η θέση σε λειτουργία για τον συγκεκριμένο αυτό σκοπό ή η χρήση συστήματος ΤΝ για τη διενέργεια εκτιμήσεων κινδύνου φυσικών προσώπων προκειμένου να εκτιμηθεί ή να προβλεφθεί ο κίνδυνος τέλεσης αξιόποινης πράξης από φυσικό πρόσωπο, με βάση αποκλειστικά την κατάρτιση προφίλ ενός φυσικού προσώπου ή την αξιολόγηση των γνωρισμάτων και των χαρακτηριστικών της προσωπικότητάς του· η απαγόρευση αυτή δεν ισχύει για συστήματα ΤΝ που χρησιμοποιούνται για να υποστηριχθεί η ανθρώπινη αξιολόγηση της συμμετοχής ενός προσώπου σε εγκληματική δραστηριότητα, η οποία βασίζεται ήδη σε αντικειμενικά και επαληθεύσιμα περιστατικά που συνδέονται άμεσα με εγκληματική δραστηριότητα·
d)
MI sistēmas laišana tirgū, nodošana ekspluatācijā šim konkrētajam mērķim vai lietošana fizisku personu radītā riska novērtējuma veikšanai, lai novērtētu vai prognozētu risku, ka fiziska persona varētu izdarīt noziedzīgu nodarījumu, kura balstās vienīgi uz fiziskas personas profilēšanu vai uz tās personisko īpašību un rakstura iezīmju novērtēšanu; šo aizliegumu nepiemēro MI sistēmām, kuras izmanto, lai atbalstītu cilvēka veiktu novērtējumu par personas iesaistīšanos noziedzīgā darbībā, kurš jau ir balstīts uz objektīviem un pārbaudāmiem faktiem, kas ir tieši saistīti ar noziedzīgu darbību;
ε)
η διάθεση στην αγορά, η θέση σε λειτουργία για τον συγκεκριμένο αυτό σκοπό ή η χρήση συστημάτων ΤΝ που δημιουργούν ή επεκτείνουν βάσεις δεδομένων αναγνώρισης προσώπου μέσω της μη στοχευμένης εξαγωγής εικόνων προσώπου από το διαδίκτυο ή βίντεο CCTV·
e)
tādu MI sistēmu laišana tirgū, nodošana ekspluatācijā šim konkrētajam mērķim vai lietošana, kuras izveido vai paplašina sejas atpazīšanas datubāzes, nemērķorientēti rasmojot sejas attēlus no interneta vai videonovērošanas sistēmu video;
στ)
η διάθεση στην αγορά, η θέση σε λειτουργία για τον συγκεκριμένο αυτό σκοπό ή η χρήση συστημάτων ΤΝ για τη συναγωγή συναισθημάτων φυσικού προσώπου στους τομείς του χώρου εργασίας και των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, εκτός εάν η χρήση του συστήματος ΤΝ προορίζεται να τεθεί σε λειτουργία ή να διατεθεί στην αγορά για ιατρικούς λόγους ή λόγους ασφαλείας·
f)
MI sistēmu laišana tirgū, nodošana ekspluatācijā šim konkrētajam mērķim vai lietošana fiziskas personas emociju izsecināšanai darbavietā vai izglītības iestādēs, izņemot tad, ja MI sistēmas izmantošanu paredzēts ieviest vai laist tirgū medicīnisku vai drošības iemeslu dēļ;
ζ)
η διάθεση στην αγορά, η θέση σε λειτουργία για τον συγκεκριμένο αυτό σκοπό ή η χρήση συστημάτων βιομετρικής κατηγοριοποίησης που κατηγοριοποιούν με μεμονωμένο τρόπο φυσικά πρόσωπα με βάση τα βιομετρικά δεδομένα τους για να εξαχθούν ή να συναχθούν συμπεράσματα σχετικά με τη φυλή, τα πολιτικά φρονήματα, τη συμμετοχή σε συνδικαλιστική οργάνωση, τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, τη σεξουαλική ζωή ή τον γενετήσιο προσανατολισμό τους· η απαγόρευση αυτή δεν καλύπτει οποιαδήποτε επισήμανση ή φιλτράρισμα συνόλων βιομετρικών δεδομένων που έχουν αποκτηθεί νόμιμα, όπως εικόνες, με βάση βιομετρικά δεδομένα ή κατηγοριοποίηση βιομετρικών δεδομένων στον τομέα της επιβολής του νόμου·
g)
tādu biometriskās kategorizācijas sistēmu laišana tirgū vai nodošana ekspluatācijā, vai lietošana, kuras individuāli kategorizē fiziskas personas, pamatojoties uz viņu biometriskajiem datiem, lai atvedinātu vai izsecinātu viņu rasi, politiskos uzskatus, dalību arodbiedrībās, reliģiskos vai filozofiskos uzskatus, dzimumdzīvi vai seksuālo orientāciju; šis aizliegums neattiecas uz likumīgi iegūtu biometrisko datu kopu, piemēram, attēlu, marķēšanu vai filtrēšanu, pamatojoties uz biometriskajiem datiem, vai biometrisko datu kategorizēšanu tiesībaizsardzības jomā;
η)
η χρήση συστημάτων εξ αποστάσεως βιομετρικής ταυτοποίησης «σε πραγματικό χρόνο», σε δημόσια προσβάσιμους χώρους για τους σκοπούς της επιβολής του νόμου, εκτός εάν και στον βαθμό που η χρήση αυτή είναι απολύτως αναγκαία για έναν από τους ακόλουθους στόχους:
h)
reāllaika biometriskās tālidentifikācijas sistēmu izmantošana publiski piekļūstamās vietās tiesībaizsardzības nolūkos, izņemot tad, ja – un tiktāl, cik – tāda izmantošana ir absolūti nepieciešama kādam no šiem mērķiem:
i)
τη στοχευμένη αναζήτηση συγκεκριμένων θυμάτων απαγωγής, εμπορίας ανθρώπων ή σεξουαλικής εκμετάλλευσης ανθρώπων, καθώς και την αναζήτηση εξαφανισθέντων προσώπων·
i)
konkrētu nolaupīšanas, cilvēku tirdzniecības vai cilvēku seksuālas izmantošanas upuru mērķtiecīga meklēšana, kā arī bezvēsts pazudušu personu meklēšana;
ii)
την πρόληψη συγκεκριμένης, ουσιαστικής και επικείμενης απειλής κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας φυσικών προσώπων ή πραγματικής και υπαρκτής ή πραγματικής και προβλέψιμης απειλής τρομοκρατικής επίθεσης·
ii)
konkrēta, būtiska un nenovēršama apdraudējuma fizisku personu dzīvībai vai fiziskai drošībai vai reālu un pašreizēju vai reālu un paredzamu teroristu uzbrukuma draudu novēršana;
iii)
τον εντοπισμό ή την ταυτοποίηση προσώπου ύποπτου για την τέλεση αξιόποινης πράξης, για τον σκοπό της διεξαγωγής ποινικής έρευνας ή δίωξης ή εκτέλεσης ποινικής ποινής για αξιόποινες πράξεις που αναφέρονται στο παράρτημα II και τιμωρούνται στο οικείο κράτος μέλος με στερητική της ελευθερίας ποινή ή στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφάλειας ανώτατης διάρκειας τουλάχιστον τεσσάρων ετών.
iii)
par noziedzīga nodarījuma izdarīšanu aizdomās turētas personas atrašanās vietas noteikšana vai personas identificēšana nolūkā veikt kriminālizmeklēšanu vai kriminālvajāšanu vai kriminālsoda izpildi par II pielikumā minētajiem nodarījumiem, par kuriem attiecīgajā dalībvalstī var piemērot brīvības atņemšanas sodu vai ar brīvības atņemšanu saistītu drošības līdzekli, kura maksimālais ilgums ir vismaz četri gadi.
Το πρώτο εδάφιο στοιχείο η) εφαρμόζεται με την επιφύλαξη του άρθρου 9 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 για την επεξεργασία βιομετρικών δεδομένων για σκοπούς άλλους από την επιβολή του νόμου.
Pirmās daļas h) punkts neskar Regulas (ES) 2016/679 9. pantu attiecībā uz biometrisko datu apstrādi nolūkos, kas nav tiesībaizsardzība.
2. Η χρήση συστημάτων εξ αποστάσεως βιομετρικής ταυτοποίησης «σε πραγματικό χρόνο» σε δημόσια προσβάσιμους χώρους για τους σκοπούς της επιβολής του νόμου, για οποιονδήποτε από τους στόχους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο η), εφαρμόζεται για τους σκοπούς που καθορίζονται στο εν λόγω στοιχείο, ώστε μόνο να επιβεβαιωθεί η ταυτότητα του ειδικά στοχευόμενου ατόμου, και λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα στοιχεία:
2. Reāllaika biometriskās tālidentifikācijas sistēmu lietošanu publiski piekļūstamās vietās tiesībaizsardzības nolūkos ar kādu no 1. punkta pirmās daļas h) apakšpunktā minētajiem mērķiem ievieš minētajā punktā noteiktajos nolūkos, lai apstiprinātu konkrētas personas identitāti, un tajā ņem vērā šādus elementus:
α)
τη φύση της κατάστασης που οδηγεί στην πιθανή χρήση, ειδικότερα τη σοβαρότητα, την πιθανότητα και το μέγεθος της βλάβης που θα μπορούσε να προκληθεί εάν δεν είχε χρησιμοποιηθεί το σύστημα·
a)
tās situācijas raksturs, kuras dēļ var notikt tāda lietošana, jo īpaši tā kaitējuma smagums, iespējamība un apmērs, kas tiktu radīts, ja sistēma netiktu lietota;
β)
τις συνέπειες της χρήσης του συστήματος για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες όλων των ενδιαφερόμενων προσώπων, ειδικότερα τη σοβαρότητα, την πιθανότητα και την έκταση των εν λόγω συνεπειών.
b)
sistēmas lietošanas sekas attiecībā uz visu attiecīgo personu tiesībām un brīvībām, jo īpaši minēto seku smagums, iespējamība un apmērs.
Επιπλέον, η χρήση συστημάτων εξ αποστάσεως βιομετρικής ταυτοποίησης «σε πραγματικό χρόνο» σε δημόσια προσβάσιμους χώρους για τους σκοπούς της επιβολής του νόμου για οποιονδήποτε από τους στόχους που αναφέρονται στο στοιχείο η) του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου συμμορφώνεται με τις αναγκαίες και αναλογικές διασφαλίσεις και προϋποθέσεις σχετικά με τη χρήση σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο που επιτρέπει τη χρήση αυτήν, ιδίως όσον αφορά τους χρονικούς και γεωγραφικούς περιορισμούς, καθώς και τους περιορισμούς σχετικά με πρόσωπα. Η χρήση του συστήματος εξ αποστάσεως βιομετρικής ταυτοποίησης «σε πραγματικό χρόνο» σε δημόσια προσβάσιμους χώρους επιτρέπεται μόνο εάν η αρχή επιβολής του νόμου έχει ολοκληρώσει εκτίμηση επιπτώσεων στα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως προβλέπεται στο άρθρο 27, και έχει καταχωρίσει το σύστημα στη βάση δεδομένων της ΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 49. Ωστόσο, σε δεόντως αιτιολογημένες επείγουσες περιπτώσεις, η χρήση τέτοιων συστημάτων μπορεί να αρχίσει χωρίς την καταχώριση στη βάση δεδομένων της ΕΕ, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω καταχώριση θα ολοκληρωθεί χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.
Turklāt reāllaika biometriskās tālidentifikācijas sistēmu lietošana publiski piekļūstamās vietās tiesībaizsardzības nolūkos šā panta 1. punkta pirmās daļas h) apakšpunktā minētajiem mērķiem atbilst nepieciešamiem un samērīgiem aizsardzības pasākumiem un nosacījumiem attiecībā uz lietošanu saskaņā ar valsts tiesību aktiem, kuri atļauj to lietošanu, jo īpaši laika, ģeogrāfisku un personisku ierobežojumu ziņā. Reāllaika biometriskās tālidentifikācijas sistēmu lietošanu publiski piekļūstamās vietās atļauj vienīgi tad, ja tiesībaizsardzības iestāde ir pabeigusi 27. pantā paredzēto novērtējumu par ietekmi uz pamattiesībām un ir reģistrējusi sistēmu ES datubāzē saskaņā ar 49. pantu. Tomēr pienācīgi pamatotos steidzamos gadījumos šādu sistēmu lietošanu var sākt bez reģistrācijas ES datubāzē ar noteikumu, ka šāda reģistrācija tiek pabeigta bez liekas kavēšanās.
3. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο η) και της παραγράφου 2, κάθε χρήση συστήματος εξ αποστάσεως βιομετρικής ταυτοποίησης «σε πραγματικό χρόνο» σε δημόσια προσβάσιμους χώρους για τους σκοπούς της επιβολής του νόμου υπόκειται σε προηγούμενη άδεια που χορηγείται από δικαστική αρχή ή ανεξάρτητη διοικητική αρχή της οποίας η απόφαση είναι δεσμευτική του κράτους μέλους στο οποίο πρόκειται να πραγματοποιηθεί η χρήση και η οποία εκδίδεται κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος και σύμφωνα με τους λεπτομερείς κανόνες του εθνικού δικαίου που αναφέρονται στην παράγραφο 5. Ωστόσο, σε δεόντως αιτιολογημένες επείγουσες περιπτώσεις, η χρήση του εν λόγω συστήματος μπορεί να αρχίσει χωρίς άδεια, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω άδεια θα ζητηθεί χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και το αργότερο εντός εικοσιτεσσάρων ωρών. Εάν η εν λόγω άδεια απορριφθεί, η χρήση διακόπτεται αμέσως και το σύνολο των δεδομένων, καθώς και τα αποτελέσματα και τα στοιχεία εξόδου αυτής της χρήσης, απορρίπτονται και διαγράφονται αμέσως.
3. Šā panta 1. punkta pirmās daļas h) apakšpunkta un 2. punkta nolūkos katrai reāllaika biometriskās tālidentifikācijas sistēmas lietošanai tiesībaizsardzības nolūkos publiski piekļūstamās vietās ir nepieciešama iepriekšēja atļauja, ko izsniegusi tiesu iestāde vai neatkarīga administratīva iestāde, kuras lēmums ir saistošs, tajā dalībvalstī, kurā šo sistēmu paredzēts lietot, un kas izsniegta pēc pamatota pieprasījuma un saskaņā ar sīki izstrādātiem valsts tiesību aktu noteikumiem, kas minēti 5. punktā. Tomēr pienācīgi pamatotā steidzamā gadījumā šādas sistēmas lietošanu var sākt bez atļaujas ar noteikumu, ka šādu atļauju pieprasa bez liekas kavēšanās ne vēlāk kā 24 stundu laikā. Ja šāda atļauja netiek piešķirta, lietošanu nekavējoties pārtrauc un visus datus, kā arī tādas lietošanas rezultātus un iznākumus nekavējoties atmet un dzēš.
Η αρμόδια δικαστική αρχή ή η ανεξάρτητη διοικητική αρχή της οποίας η απόφαση είναι δεσμευτική χορηγεί την άδεια μόνο εφόσον έχει πειστεί, με βάση αντικειμενικά στοιχεία ή σαφείς ενδείξεις που της προσκομίζονται, ότι η χρήση του εν λόγω συστήματος εξ αποστάσεως βιομετρικής ταυτοποίησης «σε πραγματικό χρόνο» είναι αναγκαία και αναλογική για την επίτευξη ενός από τους στόχους που καθορίζονται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο η), όπως προσδιορίζονται στο αίτημα, και, ιδίως, περιορίζεται σε ό,τι είναι απολύτως αναγκαίο όσον αφορά τη χρονική περίοδο, καθώς και το γεωγραφικό και προσωπικό πεδίο εφαρμογής. Κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με το αίτημα, η εν λόγω αρχή λαμβάνει υπόψη τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 2. Δεν επιτρέπεται να λαμβάνεται απόφαση που έχει δυσμενείς νομικές συνέπειες για ένα πρόσωπο αποκλειστικά με βάση τα στοιχεία εξόδου του συστήματος εξ αποστάσεως βιομετρικής ταυτοποίησης «σε πραγματικό χρόνο».
Kompetentā tiesu iestāde vai neatkarīga administratīvā iestāde, kuras lēmums ir saistošs, piešķir atļauju tikai tad, ja, pamatojoties uz tai iesniegtiem objektīviem pierādījumiem vai skaidrām norādēm, tā atzīst, ka attiecīgās reāllaika biometriskās tālidentifikācijas sistēmas lietošana ir nepieciešama un samērīga, lai sasniegtu vienu no 1. punkta pirmās daļas h) apakšpunktā noteiktajiem mērķiem, kas norādīts pieprasījumā, un jo īpaši tā notiek tikai tiktāl, cik tas absolūti nepieciešams laikposma, kā arī ģeogrāfiskā un personiskā tvēruma ziņā. Lemjot par pieprasījumu, minētā iestāde ņem vērā 2. punktā minētos elementus. Nevienu lēmumu, kas personai rada nelabvēlīgas tiesiskas sekas, nevar pieņemt, balstoties vienīgi uz reāllaika biometriskās tālidentifikācijas sistēmu sniegto iznākumu.
4. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3, κάθε χρήση συστήματος εξ αποστάσεως βιομετρικής ταυτοποίησης «σε πραγματικό χρόνο» σε δημόσια προσβάσιμους χώρους για σκοπούς επιβολής του νόμου κοινοποιείται στην αρμόδια αρχή εποπτείας της αγοράς και στην εθνική αρχή προστασίας δεδομένων σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες που αναφέρονται στην παράγραφο 5. Η κοινοποίηση περιέχει τουλάχιστον τις πληροφορίες που καθορίζονται στην παράγραφο 6 και δεν περιλαμβάνει ευαίσθητα επιχειρησιακά δεδομένα.
4. Neskarot 3. punktu, par katru reāllaika biometriskās tālidentifikācijas sistēmas lietošanu publiski piekļūstamās vietās tiesībaizsardzības nolūkos paziņo attiecīgajai tirgus uzraudzības iestādei un valsts datu aizsardzības iestādei saskaņā ar 5. punktā minētajiem valsts tiesību aktu noteikumiem. Paziņojumā iekļauj vismaz 6. punktā norādīto informāciju, un tajā neiekļauj sensitīvus operatīvos datus.
5. Ένα κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να προβλέψει τη δυνατότητα πλήρους ή μερικής έγκρισης της χρήσης συστημάτων εξ αποστάσεως βιομετρικής ταυτοποίησης «σε πραγματικό χρόνο» σε δημόσια προσβάσιμους χώρους για τους σκοπούς της επιβολής του νόμου εντός των ορίων και υπό τις προϋποθέσεις που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο η) και στις παραγράφους 2 και 3. Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη θεσπίζουν στο εθνικό τους δίκαιο τους αναγκαίους λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την υποβολή αιτήματος για τις άδειες που αναφέρονται στην παράγραφο 3, την έκδοση και τη χρήση αυτών, καθώς και την εποπτεία αυτών και την υποβολή αναφορών όσον αφορά αυτές τις άδειες. Οι εν λόγω κανόνες προσδιορίζουν επίσης σε σχέση με ποιους από τους στόχους που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο η), μεταξύ άλλων για ποια από τις αξιόποινες πράξεις που αναφέρονται στο στοιχείο η) σημείο iii) αυτού, μπορεί να επιτραπεί στις αρμόδιες αρχές να χρησιμοποιούν τα εν λόγω συστήματα για τους σκοπούς της επιβολής του νόμου. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τους εν λόγω κανόνες το αργότερο τριάντα ημέρες μετά την έγκρισή τους. Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, πιο περιοριστική νομοθεσία σχετικά με τη χρήση συστημάτων εξ αποστάσεως βιομετρικής ταυτοποίησης.
5. Dalībvalsts var nolemt paredzēt iespēju pilnīgi vai daļēji atļaut reāllaika biometriskās tālidentifikācijas sistēmu izmantošanu publiski piekļūstamās vietās tiesībaizsardzības nolūkos, ievērojot ierobežojumus un nosacījumus, kas uzskaitīti 1. punkta pirmās daļas h) apakšpunktā un 2. un 3. punktā. Attiecīgās dalībvalstis savos tiesību aktos nosaka vajadzīgos sīki izstrādātos noteikumus par 3. punktā minēto atļauju pieprasīšanu, izsniegšanu un izmantošanu, kā arī ar tām saistīto attiecīgo uzraudzību un ziņošanu. Minētajos noteikumos arī norāda, attiecībā uz kuriem no 1. punkta pirmās daļas h) apakšpunktā uzskaitītajiem mērķiem – tostarp kuru minētā punkta h) apakšpunkta iii) punktā norādīto noziedzīgo nodarījumu gadījumā – kompetentajām iestādēm var atļaut minētās sistēmas lietot tiesībaizsardzības nolūkos. Dalībvalstis minētos noteikumus paziņo Komisijai ne vēlāk kā 30 dienas pēc to pieņemšanas. Dalībvalstis saskaņā ar Savienības tiesību aktiem var ieviest ierobežojošākus tiesību aktus par biometriskās tālidentifikācijas sistēmu lietošanu.
6. Οι εθνικές αρχές εποπτείας της αγοράς και οι εθνικές αρχές προστασίας δεδομένων των κρατών μελών στις οποίες έχει κοινοποιηθεί η χρήση συστημάτων εξ αποστάσεως βιομετρικής ταυτοποίησης «σε πραγματικό χρόνο» σε δημόσια προσβάσιμους χώρους για σκοπούς επιβολής του νόμου δυνάμει της παραγράφου 4 υποβάλλουν στην Επιτροπή ετήσιες εκθέσεις σχετικά με την εν λόγω χρήση. Για τον σκοπό αυτόν, η Επιτροπή παρέχει στα κράτη μέλη και στις εθνικές αρχές εποπτείας της αγοράς και προστασίας δεδομένων υπόδειγμα, το οποίο περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των αποφάσεων που λαμβάνονται από τις αρμόδιες δικαστικές αρχές ή από ανεξάρτητη διοικητική αρχή της οποίας η απόφαση είναι δεσμευτική, κατόπιν αιτημάτων αδειοδότησης σύμφωνα με την παράγραφο 3, και το αποτέλεσμά τους.
6. Dalībvalstu valsts tirgus uzraudzības iestādes un valsts datu aizsardzības iestādes, kurām ir paziņots par reāllaika biometriskās tālidentifikācijas sistēmas lietošanu publiski piekļūstamās vietās tiesībaizsardzības nolūkos, ievērojot 4. punktu, iesniedz Komisijai gada ziņojumus par šādu lietošanu. Minētajā nolūkā Komisija nodrošina dalībvalstīm un valsts tirgus uzraudzības un datu aizsardzības iestādēm veidni, kurā ietver informāciju par to lēmumu skaitu, kurus attiecībā uz atļaujas pieprasījumiem saskaņā ar 3. punktu pieņēmušas kompetentās tiesu iestādes vai neatkarīga administratīvā iestāde, kuras lēmumi ir saistoši, un par to rezultātiem.
7. Η Επιτροπή δημοσιεύει ετήσιες εκθέσεις σχετικά με τη χρήση συστημάτων εξ αποστάσεως βιομετρικής ταυτοποίησης «σε πραγματικό χρόνο» σε δημόσια προσβάσιμους χώρους για σκοπούς επιβολής του νόμου, με βάση ομαδοποιημένα δεδομένα στα κράτη μέλη, οι οποίες βασίζονται στις ετήσιες εκθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 6. Οι εν λόγω ετήσιες εκθέσεις δεν περιλαμβάνουν ευαίσθητα επιχειρησιακά δεδομένα των σχετικών δραστηριοτήτων επιβολής του νόμου.
7. Komisija publicē gada ziņojumus par reāllaika biometriskās tālidentifikācijas sistēmas lietošanu publiski piekļūstamās vietās tiesībaizsardzības nolūkos, pamatojoties uz dalībvalstīs agregētiem datiem, kas balstīti uz 6. punktā minētajiem gada ziņojumiem. Minētie gada ziņojumi neietver sensitīvus operatīvos datus par saistītajām tiesībaizsardzības darbībām.
8. Το παρόν άρθρο δεν θίγει τις απαγορεύσεις που ισχύουν όταν μια πρακτική ΤΝ παραβαίνει άλλους κανόνες ενωσιακού δικαίου.
8. Šis pants neietekmē aizliegumus, ko piemēro, ja MI prakse pārkāpj citus Savienības tiesību aktus.
Υποχρεώσεις των φορέων εφαρμογής συστημάτων ΤΝ υψηλού κινδύνου
Augsta riska MI sistēmu uzturētāju pienākumi
1. Οι φορείς εφαρμογής συστημάτων ΤΝ υψηλού κινδύνου λαμβάνουν κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για να διασφαλίσουν ότι χρησιμοποιούν τα συστήματα αυτά σύμφωνα με τις οδηγίες χρήσης που τα συνοδεύουν, βάσει των παραγράφων 3 και 6.
1. Augsta riska MI sistēmu uzturētāji veic pienācīgus tehniskos un organizatoriskos pasākumus, lai nodrošinātu, ka viņi šādas sistēmas lieto saskaņā ar sistēmām pievienoto lietošanas instrukciju, ievērojot 3. un 6. punktu.
2. Οι φορείς εφαρμογής αναθέτουν την ανθρώπινη εποπτεία σε φυσικά πρόσωπα που διαθέτουν την αναγκαία ικανότητα, κατάρτιση και εξουσία, καθώς και την αναγκαία υποστήριξη.
2. Uzturētāji uztic cilvēka virsvadību fiziskām personām, kurām ir vajadzīgā kompetence, apmācība un pilnvaras, kā arī nepieciešamais atbalsts.
3. Οι υποχρεώσεις που καθορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 ισχύουν με την επιφύλαξη άλλων υποχρεώσεων των φορέων εφαρμογής βάσει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου και της ελευθερίας του φορέα εφαρμογής να οργανώσει τους πόρους και τις δραστηριότητές του για τον σκοπό της εφαρμογής των μέτρων ανθρώπινης εποπτείας που υποδεικνύει ο πάροχος.
3. Šā panta 1. un 2. punktā noteiktie pienākumi neskar citus uzturētāju pienākumus, kas noteikti Savienības vai valsts tiesību aktos, un uzturētāja brīvību organizēt savus resursus un darbības, lai īstenotu nodrošinātāja norādītos cilvēka virsvadības pasākumus.
4. Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1 και 2, στον βαθμό που ο φορέας εφαρμογής ασκεί έλεγχο επί των δεδομένων εισόδου, ο εν λόγω φορέας εφαρμογής διασφαλίζει ότι τα δεδομένα εισόδου είναι συναφή και επαρκώς αντιπροσωπευτικά σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό του συστήματος ΤΝ υψηλού κινδύνου.
4. Neskarot 1. un 2. punktu, ciktāl uzturētājs īsteno kontroli pār ievaddatiem, minētais uzturētājs nodrošina, ka ievaddati ir attiecīgi un pietiekami reprezentatīvi, ņemot vērā augsta riska MI sistēmai paredzēto nolūku.
5. Οι φορείς εφαρμογής παρακολουθούν τη λειτουργία του συστήματος ΤΝ υψηλού κινδύνου με βάση τις οδηγίες χρήσης και, κατά περίπτωση, ενημερώνουν τους παρόχους σύμφωνα με το άρθρο 72. Όταν οι φορείς εφαρμογής έχουν λόγο να θεωρούν ότι η χρήση του συστήματος ΤΝ υψηλού κινδύνου σύμφωνα με τις οδηγίες μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα το εν λόγω σύστημα ΤΝ να συνιστά κίνδυνο κατά την έννοια του άρθρου 79 παράγραφος 1, τότε, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, ενημερώνουν τον πάροχο ή τον διανομέα και τη σχετική αρχή εποπτείας της αγοράς και αναστέλλουν τη χρήση του συστήματος. Όταν οι φορείς εφαρμογής έχουν εντοπίσει σοβαρό περιστατικό, ενημερώνουν επίσης αμέσως πρώτα τον πάροχο και, στη συνέχεια, τον εισαγωγέα ή τον διανομέα και τις αρμόδιες αρχές εποπτείας της αγοράς για το εν λόγω περιστατικό. Σε περίπτωση που ο φορέας εφαρμογής δεν είναι σε θέση να επικοινωνήσει με τον πάροχο, εφαρμόζεται το άρθρο 73, τηρουμένων των αναλογιών. Η υποχρέωση αυτή δεν καλύπτει ευαίσθητα επιχειρησιακά δεδομένα φορέων εφαρμογής συστημάτων ΤΝ που είναι αρχές επιβολής του νόμου.
5. Uzturētāji pārrauga augsta riska MI sistēmas darbību, pamatojoties uz lietošanas instrukciju, un attiecīgā gadījumā informē nodrošinātājus saskaņā ar 72. pantu. Ja uzturētājiem ir pamats uzskatīt, ka augsta riska MI sistēmas lietošana saskaņā ar instrukciju var radīt risku 79. panta 1. punkta nozīmē, viņi bez liekas kavēšanās informē nodrošinātāju vai izplatītāju un attiecīgo tirgus uzraudzības iestādi un aptur minētās sistēmas lietošanu. Ja uzturētāji ir identificējuši nopietnu incidentu, viņi par minēto incidentu arī nekavējoties informē vispirms nodrošinātāju un pēc tam importētāju vai izplatītāju un attiecīgās tirgus uzraudzības iestādes. Ja uzturētājs nevar sazināties ar nodrošinātāju, mutatis mutandis piemēro 73. pantu. Šis pienākums neattiecas uz MI sistēmu uzturētāju, kas ir tiesībaizsardzības iestādes, sensitīviem operatīvajiem datiem.
Όσον αφορά φορείς εφαρμογής που είναι χρηματοοικονομικά ιδρύματα τα οποία, βάσει του ενωσιακού δικαίου για τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, υπόκεινται σε απαιτήσεις όσον αφορά την εσωτερική διακυβέρνηση, τις εσωτερικές ρυθμίσεις ή τις εσωτερικές διαδικασίες τους, η υποχρέωση παρακολούθησης που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο θεωρείται ότι εκπληρώνεται με τη συμμόρφωση με τους κανόνες σχετικά με τις ρυθμίσεις, τις διαδικασίες και τους μηχανισμούς εσωτερικής διακυβέρνησης δυνάμει του σχετικού δικαίου για τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες.
Attiecībā uz uzturētājiem, kas ir finanšu iestādes, uz kurām attiecas Savienības finanšu pakalpojumu jomas tiesību aktos paredzētās prasības par to iekšējo pārvaldību, kārtību vai procesiem, pirmajā daļā noteikto pārraudzības pienākumu uzskata par izpildītu, ja ir izpildīti noteikumi par iekšējās pārvaldības kārtību, procesiem un mehānismiem, ievērojot attiecīgos tiesību aktus finanšu pakalpojumu jomā.
6. Οι φορείς εφαρμογής συστημάτων ΤΝ υψηλού κινδύνου τηρούν τα αρχεία καταγραφής που δημιουργούνται αυτόματα από το εν λόγω σύστημα ΤΝ υψηλού κινδύνου στον βαθμό που τα εν λόγω αρχεία καταγραφής βρίσκονται υπό τον έλεγχό τους για χρονικό διάστημα κατάλληλο για τον επιδιωκόμενο σκοπό του συστήματος ΤΝ υψηλού κινδύνου, τουλάχιστον έξι μηνών, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στο εφαρμοστέο ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο, ιδίως στο ενωσιακό δίκαιο για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
6. Augsta riska MI sistēmu uzturētāji glabā minētās augsta riska MI sistēmas ģenerētās žurnāldatnes, ciktāl šādas žurnāldatnes ir viņu pārziņā, tādu laikposmu, kas atbilst augsta riska MI sistēmai paredzētajam nolūkam – vismaz sešus mēnešus, ja vien piemērojamajos Savienības vai valsts tiesību aktos, jo īpaši Savienības tiesību aktos par personas datu aizsardzību, nav noteikts citādi.
Οι φορείς εφαρμογής που είναι χρηματοοικονομικά ιδρύματα τα οποία, βάσει του ενωσιακού δικαίου για τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, υπόκεινται σε απαιτήσεις όσον αφορά την εσωτερική διακυβέρνηση, τις εσωτερικές ρυθμίσεις ή τις εσωτερικές διαδικασίες τους, διατηρούν τα αρχεία καταγραφής στο πλαίσιο της τεκμηρίωσης που τηρείται δυνάμει του σχετικού ενωσιακού δικαίου για τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες.
Uzturētāji, kas ir finanšu iestādes, uz kurām attiecas Savienības finanšu pakalpojumu jomas tiesību aktos paredzētās prasības par to iekšējo pārvaldību, kārtību vai procesiem, žurnāldatnes uztur kā daļu no dokumentācijas, kuru glabā, ievērojot attiecīgos Savienības tiesību aktus finanšu pakalpojumu jomā.
7. Πριν από τη θέση σε λειτουργία ή τη χρήση συστήματος ΤΝ υψηλού κινδύνου στον χώρο εργασίας, οι φορείς εφαρμογής που είναι εργοδότες ενημερώνουν τους εκπροσώπους των εργαζομένων και τους επηρεαζόμενους εργαζομένους ότι θα υπόκεινται στη χρήση του συστήματος ΤΝ υψηλού κινδύνου. Οι πληροφορίες αυτές παρέχονται, κατά περίπτωση, σύμφωνα με τους κανόνες και τις διαδικασίες που ορίζονται στο ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο και την ενωσιακή και εθνική πρακτική σχετικά με την ενημέρωση των εργαζομένων και των εκπροσώπων τους.
7. Pirms augsta riska MI sistēmas nodošanas ekspluatācijā vai lietošanas darbavietā uzturētāji, kas ir darba devēji, informē darba ņēmēju pārstāvjus un skartos darba ņēmējus par to, ka uz viņiem attieksies augsta riska MI sistēmas lietošana. Šo informāciju attiecīgā gadījumā sniedz saskaņā ar noteikumiem un procedūrām, kas paredzētas Savienības un valsts tiesību aktos un praksē attiecībā uz darba ņēmēju un viņu pārstāvju informēšanu.
8. Οι φορείς εφαρμογής συστημάτων ΤΝ υψηλού κινδύνου που είναι δημόσιες αρχές ή θεσμικά και λοιπά όργανα ή οργανισμοί της Ένωσης συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις καταχώρισης που αναφέρονται στο άρθρο 49. Σε περίπτωση που οι εν λόγω φορείς εφαρμογής διαπιστώνουν ότι το σύστημα ΤΝ υψηλού κινδύνου το οποίο προτίθενται να χρησιμοποιήσουν δεν έχει καταχωριστεί στη βάση δεδομένων της ΕΕ που αναφέρεται στο άρθρο 71, δεν χρησιμοποιούν το εν λόγω σύστημα και ενημερώνουν τον πάροχο ή τον διανομέα.
8. Augsta riska MI sistēmu uzturētāji, kas ir publiskas iestādes, vai Savienības iestādes, struktūras, biroji vai aģentūras pilda 49. pantā minētos reģistrācijas pienākumus. Ja šādi uzturētāji konstatē, ka augsta riska MI sistēma, kuru viņi plāno lietot, nav reģistrēta 71. pantā minētajā ES datubāzē, viņi minēto sistēmu nelieto un informē nodrošinātāju vai izplatītāju.
9. Κατά περίπτωση, οι φορείς εφαρμογής συστημάτων ΤΝ υψηλού κινδύνου χρησιμοποιούν τις πληροφορίες που παρέχονται βάσει του άρθρου 13 του παρόντος κανονισμού για να συμμορφωθούν με την υποχρέωσή τους να διενεργούν εκτίμηση αντικτύπου σχετικά με την προστασία των δεδομένων βάσει του άρθρου 35 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 ή του άρθρου 27 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680.
9. Attiecīgā gadījumā augsta riska MI sistēmu uzturētāji izmanto saskaņā ar šīs regulas 13. pantu sniegto informāciju, lai izpildītu pienākumu veikt novērtējumu par ietekmi uz datu aizsardzību, kā paredzēts Regulas (ES) 2016/679 35. pantā vai Direktīvas (ES) 2016/680 27. pantā.
10. Με την επιφύλαξη της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680, στο πλαίσιο έρευνας για τη στοχευμένη αναζήτηση προσώπου που είναι ύποπτο ή έχει καταδικαστεί για διάπραξη αξιόποινης πράξης, ο φορέας εφαρμογής συστήματος ΤΝ υψηλού κινδύνου για εξ αποστάσεως βιομετρική ταυτοποίηση σε ύστερο χρόνο ζητεί άδεια, εκ των προτέρων, ή χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και το αργότερο εντός 48 ωρών, από δικαστική αρχή ή διοικητική αρχή της οποίας η απόφαση είναι δεσμευτική και υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο, για τη χρήση του εν λόγω συστήματος, εκτός εάν αυτό χρησιμοποιείται για την αρχική ταυτοποίηση δυνητικού υπόπτου βάσει αντικειμενικών και επαληθεύσιμων γεγονότων που συνδέονται άμεσα με την αξιόποινη πράξη. Κάθε χρήση περιορίζεται σε ό,τι είναι απολύτως αναγκαίο για τη διερεύνηση συγκεκριμένων αξιόποινων πράξεων.
10. Neskarot Direktīvu (ES) 2016/680, lai izmeklēšanas ietvaros veiktu personas, kas tiek turēta aizdomās vai ir notiesāta par noziedzīga nodarījuma izdarīšanu, mērķtiecīgu meklēšanu, vēlāklaika biometriskās identifikācijai paredzētas augsta riska MI sistēmas uzturētājs ex-ante vai bez liekas kavēšanās un ne vēlāk kā 48 stundu laikā lūdz tiesu iestādei vai administratīvai iestādei, kuras lēmums ir saistošs un uz ko attiecas tiesas pārbaude, atļauju lietot minēto sistēmu, izņemot gadījumus, kad tā tiek lietota potenciāla aizdomās turamā sākotnējai identifikācijai, pamatojoties uz objektīviem un pārbaudāmiem faktiem, kas ir tieši saistīti ar nodarījumu. Katra lietošana ir ierobežota un attiecas tikai uz to, kas ir absolūti nepieciešams konkrēta noziedzīga nodarījuma izmeklēšanai.
Εάν απορριφθεί το αίτημα άδειας που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο, η χρήση του συστήματος εξ αποστάσεως βιομετρικής ταυτοποίησης σε ύστερο χρόνο που συνδέεται με το εν λόγω αίτημα άδειας διακόπτεται με άμεση ισχύ και τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συνδέονται με τη χρήση του συστήματος ΤΝ υψηλού κινδύνου για το οποίο ζητήθηκε η άδεια διαγράφονται.
Ja atļauja, kas pieprasīta, ievērojot pirmo daļu, netiek piešķirta, ar minēto pieprasīto atļauju saistīto vēlāklaika biometriskās identifikācijas sistēmas lietošanu nekavējoties pārtrauc un personas datus, kas saistīti ar tādu augsta riska MI sistēmas lietošanu, par kuru tika lūgta atļauja, dzēš.
Σε καμία περίπτωση το εν λόγω σύστημα ΤΝ υψηλού κινδύνου για εξ αποστάσεως βιομετρική ταυτοποίηση σε ύστερο χρόνο δεν χρησιμοποιείται για σκοπούς επιβολής του νόμου με μη στοχευμένο τρόπο, χωρίς οποιαδήποτε σύνδεση με αξιόποινη πράξη, με ποινική διαδικασία, με πραγματική και υπαρκτή ή πραγματική και προβλέψιμη απειλή αξιόποινης πράξης ή με την αναζήτηση συγκεκριμένου εξαφανισθέντος προσώπου. Διασφαλίζεται ότι καμία απόφαση που έχει δυσμενείς νομικές συνέπειες για ένα πρόσωπο δεν μπορεί να ληφθεί από τις αρχές επιβολής του νόμου αποκλειστικά με βάση τα στοιχεία εξόδου τέτοιου είδους συστημάτων εξ αποστάσεως βιομετρικής ταυτοποίησης σε ύστερο χρόνο.
Nekādā gadījumā šādu vēlāklaika biometriskās identifikācijai paredzētu augsta riska MI sistēmu nelieto tiesībaizsardzības nolūkos nemērķorientētā veidā, bez kādas saistības ar noziedzīgu nodarījumu, kriminālprocesu, reāliem un pašreizējiem vai reāliem un paredzamiem noziedzīga nodarījuma draudiem vai konkrētas pazudušas personas meklēšanu. Nodrošina, ka lēmumu, kas personai rada nelabvēlīgas tiesiskas sekas, tiesībaizsardzības iestādes nevar pieņemt, balstoties vienīgi uz šādu vēlāklaika biometriskās tālidentifikācijas sistēmu sniegto iznākumu.
Η παρούσα παράγραφος δεν θίγει το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και το άρθρο 10 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680 για την επεξεργασία βιομετρικών δεδομένων.
Šis punkts neskar Regulas (ES) 2016/679 9. pantu un Direktīvas (ES) 2016/680 10. pantu attiecībā uz biometrisko datu apstrādi.
Ανεξάρτητα από τον σκοπό ή τον φορέα εφαρμογής, κάθε χρήση τέτοιου είδους συστημάτων ΤΝ υψηλού κινδύνου τεκμηριώνεται στον σχετικό αστυνομικό φάκελο και τίθεται στη διάθεση της σχετικής αρχής εποπτείας της αγοράς και της εθνικής αρχής προστασίας δεδομένων κατόπιν αιτήματος, εξαιρουμένης της αποκάλυψης ευαίσθητων επιχειρησιακών δεδομένων που σχετίζονται με την επιβολή του νόμου. Το παρόν εδάφιο δεν θίγει τις εξουσίες που ανατίθενται με την οδηγία (ΕΕ) 2016/680 στις εποπτικές αρχές.
Neatkarīgi no nolūka vai uzturētāja katru šādu augsta riska MI sistēmu lietošanu dokumentē attiecīgā policijas datnē un pēc pieprasījuma dara pieejamu attiecīgajai tirgus uzraudzības iestādei un valsts datu aizsardzības iestādei, izņemot ar tiesībaizsardzību saistītu sensitīvu operatīvo datu izpaušanu. Šī daļa neskar pilnvaras, kas ar Direktīvu (ES) 2016/680 piešķirtas uzraudzības iestādēm.
Οι φορείς εφαρμογής υποβάλλουν ετήσιες εκθέσεις στις σχετικές αρχές εποπτείας της αγοράς και στις εθνικές αρχές προστασίας δεδομένων σχετικά με την εκ μέρους τους χρήση των συστημάτων εξ αποστάσεως βιομετρικής ταυτοποίησης σε ύστερο χρόνο, εξαιρουμένης της αποκάλυψης ευαίσθητων επιχειρησιακών δεδομένων που σχετίζονται με την επιβολή του νόμου. Οι εκθέσεις μπορούν να έχουν συγκεντρωτική μορφή, ώστε να καλύπτουν πάνω από μία περίπτωση εφαρμογής.
Uzturētāji iesniedz attiecīgajai tirgus uzraudzības iestādei un valsts datu aizsardzības iestādei gada ziņojumus par gadījumiem, kad tie lietojuši vēlāklaika biometriskās tālidentifikācijas sistēmas, izņemot ar tiesībaizsardzību saistītu sensitīvu operatīvo datu izpaušanu. Ziņojumus var agregēt, lai vienā operācijā aptvertu vairāk nekā vienu ieviešanu.
Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, πιο περιοριστικούς νόμους σχετικά με τη χρήση συστημάτων εξ αποστάσεως βιομετρικής ταυτοποίησης σε ύστερο χρόνο.
Dalībvalstis saskaņā ar Savienības tiesību aktiem var ieviest ierobežojošākus tiesību aktus par vēlāklaika biometriskās tālidentifikācijas sistēmu lietošanu.
11. Με την επιφύλαξη του άρθρου 50 του παρόντος κανονισμού, οι φορείς εφαρμογής των συστημάτων ΤΝ υψηλού κινδύνου που αναφέρονται στο παράρτημα III και λαμβάνουν αποφάσεις ή βοηθούν στη λήψη αποφάσεων που αφορούν φυσικά πρόσωπα ενημερώνουν τα φυσικά πρόσωπα ότι υπόκεινται στη χρήση του συστήματος ΤΝ υψηλού κινδύνου. Για συστήματα ΤΝ υψηλού κινδύνου που χρησιμοποιούνται για σκοπούς επιβολής του νόμου εφαρμόζεται το άρθρο 13 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680.
11. Neskarot šīs regulas 50. pantu, III pielikumā minēto augsta riska MI sistēmu uzturētāji, kas pieņem lēmumus vai palīdz pieņemt lēmumus saistībā ar fiziskām personām, informē fiziskas personas, ka uz tām attiecas augsta riska MI sistēmas lietošana. Augsta riska MI sistēmām, ko izmanto tiesībaizsardzības nolūkos, piemēro Direktīvas (ES) 2016/680 13. pantu.
12. Οι φορείς εφαρμογής συνεργάζονται με τις σχετικές αρμόδιες αρχές σε κάθε ενέργεια στην οποία προβαίνουν οι εν λόγω αρχές σε σχέση με το σύστημα ΤΝ υψηλού κινδύνου για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.
12. Uzturētāji sadarbojas ar attiecīgajām kompetentajām iestādēm visās darbībās, ko minētās iestādes šīs regulas īstenošanas nolūkā veic saistībā ar augsta riska MI sistēmu.
Απαιτήσεις που αφορούν τους κοινοποιημένους οργανισμούς
Prasības attiecībā uz paziņotajām struktūrām
1. Ο κοινοποιημένος οργανισμός συγκροτείται βάσει του εθνικού δικαίου κράτους μέλους και διαθέτει νομική προσωπικότητα.
1. Paziņoto struktūru izveido saskaņā ar dalībvalsts valsts tiesību aktiem, un tā ir juridiska persona.
2. Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί πληρούν τις οργανωτικές απαιτήσεις και τις απαιτήσεις σχετικά με τη διαχείριση της ποιότητας, τους πόρους και τις διαδικασίες οι οποίες είναι απαραίτητες για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους, καθώς και κατάλληλες απαιτήσεις κυβερνοασφάλειας.
2. Paziņotās struktūras atbilst organizatoriskajām, kvalitātes vadības, resursu un procesa prasībām, kas nepieciešamas to uzdevumu veikšanai, kā arī atbilstīgām kiberdrošības prasībām.
3. Η οργανωτική δομή, η κατανομή ευθυνών, οι δίαυλοι αναφοράς και η λειτουργία των κοινοποιημένων οργανισμών διασφαλίζουν την εμπιστοσύνη στις επιδόσεις των κοινοποιημένων οργανισμών και στα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αυτοί διενεργούν.
3. Paziņoto struktūru uzbūve, pienākumu sadalījums, pārskatu sniegšanas kārtība un darbība nodrošina uzticēšanos paziņoto struktūru sniegumam un veikto atbilstības novērtēšanas darbību rezultātiem.
4. Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί είναι ανεξάρτητοι από τον πάροχο συστήματος ΤΝ υψηλού κινδύνου σε σχέση με το οποίο εκτελούν δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί είναι επίσης ανεξάρτητοι από κάθε άλλο φορέα εκμετάλλευσης που έχει οικονομικό συμφέρον σε αξιολογούμενα συστήματα ΤΝ υψηλού κινδύνου, καθώς και από ενδεχόμενους ανταγωνιστές του παρόχου. Αυτό δεν αποκλείει τη χρήση αξιολογούμενων συστημάτων ΤΝ υψηλού κινδύνου που είναι αναγκαία για τις λειτουργίες του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή τη χρήση τέτοιων συστημάτων ΤΝ υψηλού κινδύνου για προσωπικούς σκοπούς.
4. Paziņotās struktūras ir neatkarīgas no augsta riska MI sistēmas nodrošinātāja, attiecībā uz kuru tās veic atbilstības novērtēšanas darbības. Paziņotās struktūras ir neatkarīgas arī no citiem operatoriem, kuriem ir ekonomiskā ieinteresētība novērtējamajās augsta riska MI sistēmās, kā arī no visiem nodrošinātāja konkurentiem. Tas neliedz lietot novērtētās augsta riska MI sistēmas, kas ir vajadzīgas atbilstības novērtēšanas struktūras darbībām, vai lietot šādas augsta riska MI sistēmas personīgām vajadzībām.
5. Ούτε ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης και τα διευθυντικά στελέχη του, ούτε το αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης προσωπικό του δεν εμπλέκονται άμεσα στον σχεδιασμό, την ανάπτυξη, την εμπορία ή τη χρήση συστημάτων ΤΝ υψηλού κινδύνου, ούτε εκπροσωπούν τα μέρη που εμπλέκονται στις δραστηριότητες αυτές. Δεν αναλαμβάνουν καμιά δραστηριότητα που θα μπορούσε να θίξει την ανεξαρτησία της κρίσης και την ακεραιότητά τους σε σχέση με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τις οποίες είναι κοινοποιημένοι. Αυτό ισχύει ιδίως για τις συμβουλευτικές υπηρεσίες.
5. Ne atbilstības novērtēšanas struktūra, tās augstākā līmeņa vadība, ne darbinieki, kas atbild par tai paredzēto atbilstības novērtēšanas uzdevumu veikšanu, nav tieši iesaistīti augsta riska MI sistēmu projektēšanā, izstrādē, tirdzniecībā vai lietošanā un nepārstāv minētajās darbībās iesaistītas personas. Viņi neiesaistās darbībās, kas varētu būt konfliktā ar viņu spriedumu neatkarību vai godprātību saistībā ar atbilstības novērtēšanas darbībām, attiecībā uz kurām viņi ir paziņotā struktūra. Tas jo īpaši attiecas uz konsultāciju pakalpojumiem.
6. Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί οργανώνονται και λειτουργούν με τέτοιο τρόπο ώστε να διασφαλίζουν την ανεξαρτησία, την αντικειμενικότητα και την αμεροληψία των δραστηριοτήτων τους. Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί τεκμηριώνουν και εφαρμόζουν δομές και διαδικασίες για τη διασφάλιση της αμεροληψίας και την προώθηση και εφαρμογή των αρχών της αμεροληψίας σε όλα τα επίπεδα της οργάνωσής τους, του προσωπικού τους και των δραστηριοτήτων τους αξιολόγησης.
6. Paziņotās struktūras ir organizētas un darbojas tā, lai nodrošinātu savu darbību neatkarību, objektivitāti un neitralitāti. Paziņotās struktūras dokumentē un ievieš struktūru un procedūras, kas vajadzīgas, lai garantētu objektivitāti un veicinātu un piemērotu objektivitātes principus attiecībā uz visu to organizāciju, personālu un novērtēšanas darbībām.
7. Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί διαθέτουν τεκμηριωμένες διαδικασίες οι οποίες διασφαλίζουν ότι τα μέλη του προσωπικού, οι επιτροπές, οι θυγατρικές και οι υπεργολάβοι τους, καθώς και κάθε άλλος συνδεδεμένος οργανισμός ή προσωπικό εξωτερικών φορέων, τηρούν, σύμφωνα με το άρθρο 78, την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που αποκτούν κατά την εκτέλεση των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης, εκτός αν η δημοσιοποίησή τους απαιτείται από τον νόμο. Το προσωπικό των κοινοποιημένων οργανισμών δεσμεύεται να τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο για κάθε πληροφορία που περιέρχεται σε γνώση του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, εξαιρουμένων των πληροφοριών που αφορούν τις κοινοποιούσες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητές τους.
7. Paziņotās struktūras ievieš dokumentētas procedūras, lai nodrošinātu, ka to personāls, komitejas, meitasuzņēmumi, apakšuzņēmēji un jebkura saistītā struktūra vai ārējo struktūru darbinieki saskaņā ar 78. pantu ievēro tās informācijas konfidencialitāti, kas nonāk viņu rīcībā, veicot atbilstības novērtēšanas darbības, izņemot gadījumus, kad tās izpaušana tiek prasīta tiesību aktos. Paziņoto struktūru personālam ir pienākums ievērot dienesta noslēpumu attiecībā uz visu informāciju, kas iegūta, veicot šajā regulā paredzētos uzdevumus, izņemot attiecībā uz tās dalībvalsts paziņojošajām iestādēm, kurā tiek veiktas viņu darbības.
8. Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί διαθέτουν διαδικασίες για την άσκηση των δραστηριοτήτων τους κατά τις οποίες λαμβάνονται υπόψη το μέγεθος του παρόχου, ο τομέας στον οποίο δραστηριοποιείται, η δομή του και ο βαθμός πολυπλοκότητας του σχετικού συστήματος ΤΝ.
8. Paziņotajām struktūrām ir procedūras darbību veikšanai, kurās pienācīgi ņem vērā nodrošinātāja lielumu, nozari, kurā tas darbojas, struktūru un attiecīgās MI sistēmas sarežģītības pakāpi.
9. Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί συνάπτουν κατάλληλη ασφάλιση αστικής ευθύνης για τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που ασκούν, εκτός αν την ευθύνη φέρει το κράτος μέλος στο οποίο εδρεύουν σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο ή αν το ίδιο το κράτος μέλος είναι άμεσα υπεύθυνο για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης.
9. Paziņotajām struktūrām ir pienācīgi apdrošināta civiltiesiskā atbildība attiecībā uz savām atbilstības novērtēšanas darbībām, ja vien dalībvalsts, kurā tās ir iedibinātas, neuzņemas atbildību saskaņā ar šīs valsts tiesību aktiem vai ja dalībvalsts pati tieši neatbild par atbilstības novērtēšanu.
10. Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί είναι σε θέση να εκτελούν όλα τα καθήκοντά τους βάσει του παρόντος κανονισμού με τον ύψιστο βαθμό επαγγελματικής ακεραιότητας και την απαιτούμενη επάρκεια στον συγκεκριμένο τομέα, είτε τα καθήκοντα αυτά εκτελούνται από τους ίδιους τους κοινοποιημένους οργανισμούς είτε για λογαριασμό τους και υπό την ευθύνη τους.
10. Paziņotās struktūras spēj veikt visus uzdevumus, kas tām noteikti šajā regulā, ar visaugstāko profesionālo godaprātu un nepieciešamo kompetenci konkrētajā jomā, neatkarīgi no tā, vai šos uzdevumus veic paziņotās struktūras pašas vai cita persona to uzdevumā un atbildībā.
11. Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί διαθέτουν επαρκείς εσωτερικές ικανότητες, ώστε να είναι σε θέση να αξιολογούν αποτελεσματικά τα καθήκοντα που εκτελούν εξωτερικοί φορείς για λογαριασμό τους. Ο κοινοποιημένος οργανισμός διαθέτει σε μόνιμη βάση επαρκές διοικητικό, τεχνικό, νομικό και επιστημονικό προσωπικό με πείρα και γνώσεις όσον αφορά τους σχετικούς τύπους συστημάτων ΤΝ, τα δεδομένα και την υπολογιστική δεδομένων, καθώς και όσον αφορά τις απαιτήσεις που ορίζονται στο τμήμα 2.
11. Paziņotajām struktūrām ir pietiekamas iekšējās kompetences, lai tās varētu efektīvi izvērtēt uzdevumus, ko to vārdā veic ārējās personas. Paziņotajai struktūrai ir pastāvīgi pieejams pietiekams administratīvais, tehniskais, juridiskais un zinātniskais personāls, kam ir pieredze un zināšanas par attiecīgajiem MI sistēmu veidiem, datiem un datošanu, kā arī par 2. iedaļā noteiktajām prasībām.
12. Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί συμμετέχουν στις δραστηριότητες συντονισμού όπως αναφέρονται στο άρθρο 38. Επίσης, λαμβάνουν μέρος άμεσα ή εκπροσωπούνται σε ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης ή διασφαλίζουν ότι γνωρίζουν και είναι ενήμεροι για τα σχετικά πρότυπα.
12. Paziņotās struktūras piedalās 38. pantā minētajās koordinācijas darbībās. Tās arī tiešā veidā piedalās vai ir pārstāvētas Eiropas standartizācijas organizācijās, vai nodrošina, ka ir informētas un regulāri atjaunina zināšanas par attiecīgajiem standartiem.
Αξιολόγηση της συμμόρφωσης
1. Για τα συστήματα ΤΝ υψηλού κινδύνου που απαριθμούνται στο παράρτημα III σημείο 1, όταν, για να καταδείξει τη συμμόρφωση συστήματος ΤΝ υψηλού κινδύνου με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο τμήμα 2, ο πάροχος έχει εφαρμόσει τα εναρμονισμένα πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 40 ή, κατά περίπτωση, τις κοινές προδιαγραφές που αναφέρονται στο άρθρο 41, ο πάροχος επιλέγει μία από τις ακόλουθες διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης:
1. Attiecībā uz augsta riska MI sistēmām, kas uzskaitītas III pielikuma 1. punktā, ja nodrošinātājs, apliecinot augsta riska MI sistēmas atbilstību 2. iedaļā noteiktajām prasībām, ir piemērojis 40. pantā minētos saskaņotos standartus vai, attiecīgā gadījumā, 41. pantā minētās kopīgās specifikācijas, nodrošinātājs izvēlas vienu no šīm atbilstības novērtēšanas procedūrām, kas balstītas uz:
α)
τον εσωτερικό έλεγχο που αναφέρεται στο παράρτημα VI· ή
a)
VI pielikumā minēto iekšējo kontroli; vai
β)
την αξιολόγηση του συστήματος διαχείρισης της ποιότητας και την αξιολόγηση του τεχνικού φακέλου, με τη συμμετοχή κοινοποιημένου οργανισμού, που αναφέρεται στο παράρτημα VII.
b)
VII pielikumā minēto kvalitātes vadības sistēmas un tehniskās dokumentācijas novērtēšanu, iesaistot paziņoto struktūru.
Για να καταδείξει τη συμμόρφωση ενός συστήματος ΤΝ υψηλού κινδύνου με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο τμήμα 2, ο πάροχος ακολουθεί τη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης που ορίζεται στο παράρτημα VII στις ακόλουθες περιπτώσεις:
Apliecinot augsta riska MI sistēmas atbilstību 2. iedaļā noteiktajām prasībām, nodrošinātājs ievēro VII pielikumā noteikto atbilstības novērtēšanas procedūru, ja:
α)
τα εναρμονισμένα πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 40 δεν υφίστανται και οι κοινές προδιαγραφές που αναφέρονται στο άρθρο 41 δεν είναι διαθέσιμες·
a)
40. pantā minētie saskaņotie standarti nepastāv un 41. pantā minētās kopīgās specifikācijas nav pieejamas;
β)
ο πάροχος δεν έχει εφαρμόσει, ή έχει εφαρμόσει μόνο εν μέρει, το εναρμονισμένο πρότυπο·
b)
nodrošinātājs saskaņoto standartu nav piemērojis vai ir piemērojis tikai tā daļu;
γ)
οι κοινές προδιαγραφές που αναφέρονται στο στοιχείο α) υφίστανται, αλλά ο πάροχος δεν τις έχει εφαρμόσει·
c)
a) apakšpunktā minētās kopīgās specifikācijas pastāv, bet nodrošinātājs tās nav piemērojis;
δ)
ένα ή περισσότερα από τα εναρμονισμένα πρότυπα που αναφέρονται στο στοιχείο α) έχει δημοσιευθεί με περιορισμό, και μόνο στο μέρος του προτύπου που έχει υποβληθεί σε περιορισμό.
d)
viens vai vairāki no a) apakšpunktā minētajiem saskaņotajiem standartiem ir publicēti ar ierobežojumu, un tikai attiecībā uz to standarta daļu, uz kuru attiecas ierobežojums.
Για τους σκοπούς της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρεται στο παράρτημα VII, ο πάροχος μπορεί να επιλέξει οποιονδήποτε από τους κοινοποιημένους οργανισμούς. Ωστόσο, όταν το σύστημα ΤΝ υψηλού κινδύνου πρόκειται να τεθεί σε λειτουργία από αρχές επιβολής του νόμου, μετανάστευσης ή ασύλου ή από θεσμικά και λοιπά όργανα ή οργανισμούς της Ένωσης, η αρχή εποπτείας της αγοράς που αναφέρεται στο άρθρο 74 παράγραφοι 8 ή 9, κατά περίπτωση, ενεργεί ως κοινοποιημένος οργανισμός.
VII pielikumā minētās atbilstības novērtēšanas procedūras nolūkos nodrošinātājs var izvēlēties jebkuru no paziņotajām struktūrām. Tomēr, ja augsta riska MI sistēmu paredzēts nodot ekspluatācijā tiesībaizsardzības, imigrācijas vai patvēruma iestādēm vai Savienības iestādēm, struktūrām, birojiem vai aģentūrām, kā paziņotā struktūra darbojas tirgus uzraudzības iestāde, kas minēta, attiecīgi, 74. panta 8. vai 9. punktā.
2. Για τα συστήματα ΤΝ υψηλού κινδύνου που αναφέρονται στο παράρτημα III σημεία 2 έως 8, οι πάροχοι ακολουθούν τη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης με βάση τον εσωτερικό έλεγχο που αναφέρεται στο παράρτημα VI, η οποία δεν προβλέπει τη συμμετοχή κοινοποιημένου οργανισμού.
2. Attiecībā uz augsta riska MI sistēmām, kas minētas III pielikuma 2. līdz 8. punktā, nodrošinātāji ievēro VI pielikumā minēto atbilstības novērtēšanas procedūru uz iekšējās kontroles pamata, kas neparedz paziņotās struktūras iesaistīšanos.
3. Για συστήματα ΤΝ υψηλού κινδύνου που καλύπτονται από την ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης που παρατίθεται στο παράρτημα Ι τμήμα Α, ο πάροχος ακολουθεί τη σχετική διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης που απαιτείται βάσει των εν λόγω νομικών πράξεων. Οι απαιτήσεις που ορίζονται στο τμήμα 2 του παρόντος κεφαλαίου ισχύουν για αυτά τα συστήματα ΤΝ υψηλού κινδύνου και αποτελούν μέρος της εν λόγω αξιολόγησης. Εφαρμόζεται επίσης το παράρτημα VII σημεία 4.3., 4.4., 4.5. και το παράρτημα VII σημείο 4.6 πέμπτο εδάφιο.
3. Attiecībā uz augsta riska MI sistēmām, uz kurām attiecas I pielikuma A iedaļā uzskaitītie Savienības saskaņošanas tiesību akti, nodrošinātājs ievēro attiecīgu atbilstības novērtēšanas procedūru, kā prasīts minētajos tiesību aktos. Uz minētajām augsta riska MI sistēmām attiecas šīs nodaļas 2. iedaļā noteiktās prasības, un tās ir daļa no minētās novērtēšanas. Piemēro arī VII pielikuma 4.3., 4.4., 4.5. punktu un 4.6. punkta piekto daļu.
Για τους σκοπούς της εν λόγω αξιολόγησης, οι κοινοποιημένοι οργανισμοί που έχουν κοινοποιηθεί δυνάμει των εν λόγω νομικών πράξεων δικαιούνται να ελέγχουν τη συμμόρφωση των συστημάτων ΤΝ υψηλού κινδύνου με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο τμήμα 2, υπό την προϋπόθεση ότι η συμμόρφωση αυτών των κοινοποιημένων οργανισμών με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 31 παράγραφοι 4, 5, 10 και 11 έχει αξιολογηθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας κοινοποίησης δυνάμει των εν λόγω νομικών πράξεων.
Paziņotajām struktūrām, kuras paziņotas, kā paredzēts minētajos tiesību aktos, tādas novērtēšanas nolūkos ir tiesības kontrolēt augsta riska MI sistēmu atbilstību 2. iedaļā noteiktajām prasībām, ar noteikumu, ka minēto paziņoto struktūru atbilstība prasībām, kuras noteiktas 31. panta 4., 5., 10. un 11. punktā, ir novērtēta saistībā ar paziņošanas procedūru, kas paredzēta minētajos tiesību aktos.
Όταν νομική πράξη που παρατίθεται στο παράρτημα Ι τμήμα Α επιτρέπει στον κατασκευαστή του προϊόντος να εξαιρεθεί από την αξιολόγηση της συμμόρφωσης από τρίτο μέρος, υπό την προϋπόθεση ότι ο εν λόγω κατασκευαστής έχει εφαρμόσει όλα τα εναρμονισμένα πρότυπα που καλύπτουν όλες τις σχετικές απαιτήσεις, ο εν λόγω κατασκευαστής μπορεί να κάνει χρήση αυτής της επιλογής μόνο εάν έχει επίσης εφαρμόσει εναρμονισμένα πρότυπα ή, κατά περίπτωση, τις κοινές προδιαγραφές που αναφέρονται στο άρθρο 41, που καλύπτουν όλες τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο τμήμα 2 του παρόντος κεφαλαίου.
Ja tiesību akts, kas uzskaitīts I pielikuma A iedaļā, ļauj produkta ražotājam atteikties no trešās personas veiktas atbilstības novērtēšanas, ar noteikumu, ka šis ražotājs ir piemērojis visus saskaņotos standartus, kas aptver visas attiecīgās prasības, minētais ražotājs var izmantot šo iespēju tikai tad, ja tas ir piemērojis arī saskaņotos standartus vai, attiecīgā gadījumā, 41. pantā minētās kopīgās specifikācijas, kas attiecas uz šīs nodaļas 2. iedaļā noteiktajām prasībām.
4. Τα συστήματα ΤΝ υψηλού κινδύνου που έχουν ήδη υποβληθεί σε διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης υποβάλλονται σε νέα διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης σε περίπτωση ουσιαστικής τροποποίησης, ανεξαρτήτως του αν το τροποποιημένο σύστημα προορίζεται για περαιτέρω διανομή ή εξακολουθεί να χρησιμοποιείται από τον τωρινό φορέα εφαρμογής.
4. Augsta riska MI sistēmas, kam jau ir veikta atbilstības novērtēšanas procedūra, pakļauj jaunai atbilstības novērtēšanas procedūrai būtiskas modifikācijas gadījumā neatkarīgi no tā, vai modificēto sistēmu paredzēts izplatīt tālāk jeb vai to turpinās lietot pašreizējais uzturētājs.
Για τα συστήματα ΤΝ υψηλού κινδύνου που συνεχίζουν να μαθαίνουν μετά τη διάθεσή τους στην αγορά ή τη θέση τους σε λειτουργία, οι αλλαγές στο σύστημα ΤΝ υψηλού κινδύνου και στις επιδόσεις του που έχουν προκαθοριστεί από τον πάροχο κατά τη στιγμή της αρχικής αξιολόγησης της συμμόρφωσης και αποτελούν μέρος των πληροφοριών που περιέχονται στον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο παράρτημα IV σημείο 2 στοιχείο στ) δεν συνιστούν ουσιαστική τροποποίηση.
Attiecībā uz augsta riska MI sistēmām, kuras pēc laišanas tirgū vai nodošanas ekspluatācijā turpina mācīties, tādas izmaiņas augsta riska MI sistēmā un tās veiktspējā, ko sākotnējās atbilstības novērtēšanas brīdī ir iepriekš noteicis nodrošinātājs un kas ir norādītas informācijā, kura ietverta tehniskajā dokumentācijā, kas minēta IV pielikuma 2. punkta f) apakšpunktā, nav būtiskas modifikācijas.
5. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 97 προκειμένου να τροποποιηθούν τα παραρτήματα VI και VII επικαιροποιώντας τα λαμβάνοντας υπόψη την τεχνική πρόοδο.
5. Komisija tiek pilnvarota pieņemt deleģētos aktus saskaņā ar 97. pantu, lai grozītu VI un VII pielikumu, tos atjauninot, ņemot vērā tehnikas attīstību.
6. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 97 προκειμένου να τροποποιεί τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου προκειμένου τα συστήματα ΤΝ υψηλού κινδύνου που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ σημεία 2 έως 8 να υπόκεινται στη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρεται στο παράρτημα VII ή σε μέρη αυτής. Η Επιτροπή εκδίδει τις εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις λαμβάνοντας υπόψη την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με βάση τον εσωτερικό έλεγχο που αναφέρεται στο παράρτημα VI όσον αφορά την πρόληψη ή την ελαχιστοποίηση των κινδύνων για την υγεία και την ασφάλεια και την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων που ενέχουν τα εν λόγω συστήματα, καθώς και τη διαθεσιμότητα κατάλληλων ικανοτήτων και πόρων των κοινοποιημένων οργανισμών.
6. Komisija tiek pilnvarota pieņemt deleģētos aktus saskaņā ar 97. pantu, lai grozītu šā panta 1. un 2. punktu nolūkā uz III pielikuma 2. līdz 8. punktā minētajām augsta riska MI sistēmām attiecināt VII pielikumā minēto atbilstības novērtēšanas procedūru vai tās daļas. Komisija pieņem šādus deleģētos aktus, ņemot vērā tādas atbilstības novērtēšanas procedūras efektivitāti, kuras pamatā ir VI pielikumā minētā iekšējā kontrole, lai novērstu vai samazinātu šādu sistēmu radītos riskus attiecībā uz veselību un drošību, un pamattiesību aizsardzība, kā arī pienācīgu spēju un resursu pieejamība paziņoto struktūru starpā.
Υποχρεώσεις διαφάνειας για παρόχους και φορείς εφαρμογής ορισμένων συστημάτων ΤΝ
Dažu MI sistēmu nodrošinātāju un uzturētāju pienākums nodrošināt pārredzamību
1. Οι πάροχοι διασφαλίζουν ότι τα συστήματα ΤΝ που προορίζονται για άμεση αλληλεπίδραση με φυσικά πρόσωπα σχεδιάζονται και αναπτύσσονται κατά τρόπο που επιτρέπει στα ενδιαφερόμενα φυσικά πρόσωπα να ενημερώνονται ότι αλληλεπιδρούν με σύστημα ΤΝ, εκτός εάν αυτό είναι προφανές από τη σκοπιά φυσικού προσώπου που είναι ευλόγως καλά ενημερωμένο, παρατηρητικό και προσεκτικό, λαμβανομένων υπόψη των περιστάσεων και του πλαισίου χρήσης. Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει για συστήματα ΤΝ αδειοδοτημένα από τον νόμο για την ανίχνευση, την πρόληψη, τη διερεύνηση ή τη δίωξη αξιόποινων πράξεων, εφόσον ισχύουν κατάλληλες διασφαλίσεις για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες τρίτων, εκτός εάν τα συστήματα αυτά είναι διαθέσιμα στο κοινό για την καταγγελία αξιόποινης πράξης.
1. Nodrošinātāji nodrošina, ka MI sistēmas, kas paredzētas tiešai mijiedarbībai ar fiziskām personām, projektē un izstrādā tā, lai attiecīgās fiziskās personas tiktu informētas par to, ka tās mijiedarbojas ar MI sistēmu, ja vien tas nav pašsaprotams no tādas fiziskas personas viedokļa, kura ir samērā labi informēta, vērīga un apdomīga, ņemot vērā apstākļus un lietošanas kontekstu. Šis pienākums neattiecas uz MI sistēmām, kuras ir likumiski atļautas noziedzīgu nodarījumu atklāšanai, novēršanai, izmeklēšanai vai kriminālvajāšanai, ievērojot atbilstošus trešo personu tiesību un brīvību aizsardzības pasākumus, ja vien minētās sistēmas nav pieejamas sabiedrībai ziņošanai par noziedzīgu nodarījumu.
2. Οι πάροχοι συστημάτων ΤΝ, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων ΤΝ γενικού σκοπού, που παράγουν συνθετικό περιεχόμενο ήχου, εικόνας, βίντεο ή κειμένου, διασφαλίζουν ότι τα στοιχεία εξόδου του συστήματος ΤΝ επισημαίνονται σε μηχαναγνώσιμο μορφότυπο και είναι δυνατόν να ανιχνευθεί ότι έχουν παραχθεί ή υποστεί χειρισμό τεχνητά. Οι πάροχοι διασφαλίζουν ότι οι τεχνικές λύσεις τους είναι αποτελεσματικές, διαλειτουργικές, ισχυρές και αξιόπιστες, στον βαθμό που αυτό είναι τεχνικά εφικτό, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες και τους περιορισμούς των διάφορων ειδών περιεχομένου, το κόστος εφαρμογής και τη γενικώς αναγνωρισμένη εξέλιξη της τεχνολογίας, όπως μπορεί να αντικατοπτρίζεται στα σχετικά τεχνικά πρότυπα. Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει στον βαθμό που τα συστήματα ΤΝ εκτελούν υποστηρικτική λειτουργία για τυποποιημένη επεξεργασία ή δεν μεταβάλλουν ουσιαστικά τα δεδομένα εισόδου που παρέχονται από τον φορέα εφαρμογής ή τη σημασιολογία τους ή όταν είναι αδειοδοτημένα από τον νόμο για την ανίχνευση, την πρόληψη, τη διερεύνηση ή τη δίωξη αξιόποινων πράξεων.
2. MI sistēmu, tostarp vispārīga lietojuma MI sistēmu, kuras ģenerē sintētisku audio, attēla, video vai teksta saturu, nodrošinātāji nodrošina, ka MI sistēmas iznākumi ir mašīnlasāmā formātā un ir iespējams atklāt, ka tie ir mākslīgi ģenerēti vai manipulēti. Nodrošinātāji nodrošina, ka viņu tehniskie risinājumi ir efektīvi, sadarbspējīgi, robusti un uzticami, ciktāl tas ir tehniski iespējams, ņemot vērā dažādo satura veidu specifiku un ierobežojumus, īstenošanas izmaksas un vispāratzītos jaunākos sasniegumus, kā tas var būt atspoguļots attiecīgajos tehniskajos standartos. Šo pienākumu nepiemēro, ciktāl MI sistēma pilda palīgfunkciju standarta rediģēšanai vai būtiski nemaina uzturētāja sniegtos ievaddatus vai to semantiku, vai ja tā ir likumiski atļauta noziedzīgu nodarījumu atklāšanai, novēršanai, izmeklēšanai vai kriminālvajāšanai.
3. Οι φορείς εφαρμογής συστήματος αναγνώρισης συναισθημάτων ή συστήματος βιομετρικής κατηγοριοποίησης ενημερώνουν για τη λειτουργία του συστήματος τα φυσικά πρόσωπα που εκτίθενται σε αυτό και επεξεργάζονται τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με τους κανονισμούς (ΕΕ) 2016/679 και (ΕΕ) 2018/1725 και την οδηγία (ΕΕ) 2016/680, κατά περίπτωση. Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει για τα συστήματα ΤΝ που χρησιμοποιούνται για βιομετρική κατηγοριοποίηση και αναγνώριση συναισθημάτων, των οποίων η χρήση επιτρέπεται από τον νόμο για την ανίχνευση, την πρόληψη και τη διερεύνηση αξιόποινων πράξεων, εφόσον ισχύουν κατάλληλες διασφαλίσεις για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες τρίτων, και σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο.
3. Emociju atpazīšanas sistēmas vai biometriskās kategorizācijas sistēmas uzturētāji informē par sistēmas darbību fiziskas personas, uz kurām tā attiecas, un personas datus apstrādā saskaņā ar, attiecīgi, Regulām (ES) 2016/679 un (ES) 2018/1725 un Direktīvu (ES) 2016/680. Šis pienākums neattiecas uz biometriskai kategorizācijai un emociju atpazīšanai izmantotām MI sistēmām, kuras ir likumiski atļautas, lai atklātu, novērstu vai izmeklētu noziedzīgus nodarījumus, ievērojot atbilstošus trešo personu tiesību un brīvību aizsardzības pasākumus un saskaņā ar Savienības tiesību aktiem.
4. Οι φορείς εφαρμογής συστήματος ΤΝ που δημιουργεί ή χειρίζεται περιεχόμενο εικόνας, ήχου ή βίντεο που συνιστά προϊόν βαθυπαραποίησης, γνωστοποιούν ότι το περιεχόμενο έχει παραχθεί ή υποστεί χειρισμό τεχνητά. Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει όταν η χρήση επιτρέπεται από τον νόμο για την ανίχνευση, την πρόληψη, τη διερεύνηση ή τη δίωξη αξιόποινων πράξεων. Όταν το περιεχόμενο αποτελεί μέρος προφανώς καλλιτεχνικού, δημιουργικού, σατιρικού, μυθοπλαστικού ή ανάλογου έργου ή προγράμματος, οι υποχρεώσεις διαφάνειας που ορίζονται στην παρούσα παράγραφο περιορίζονται στη γνωστοποίηση της ύπαρξης περιεχομένου που έχει παραχθεί ή υποστεί χειρισμό κατ’ αυτόν τον τρόπο, με κατάλληλο τρόπο που δεν εμποδίζει την προβολή ή την απόλαυση του έργου.
4. Tādas MI sistēmas uzturētāji, kura ģenerē vai manipulē attēla, audio vai video saturu, kas ir dziļviltojums, izpauž, ka saturs ir mākslīgi ģenerēts vai manipulēts. Šo pienākumu nepiemēro, ja lietošana ir likumiski atļauta noziedzīga nodarījuma atklāšanai, novēršanai, izmeklēšanai vai kriminālvajāšanai. Ja saturs ir daļa no acīmredzami mākslinieciska, radoša, satīriska, fikcionāla vai analoga darba vai programmas, šajā punktā paredzētie pārredzamības pienākumi ietver vienīgi šāda ģenerēta vai manipulēta satura esamības izpaušanu piemērotā veidā, kas netraucē izrādīt vai baudīt darbu.
Οι φορείς εφαρμογής συστήματος ΤΝ που δημιουργεί ή χειρίζεται κείμενο το οποίο δημοσιεύεται με σκοπό την ενημέρωση του κοινού για θέματα δημόσιου συμφέροντος γνωστοποιούν ότι το κείμενο έχει παραχθεί ή υποστεί χειρισμό τεχνητά. Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει όταν η χρήση επιτρέπεται από τον νόμο για την ανίχνευση, την πρόληψη, τη διερεύνηση ή τη δίωξη αξιόποινων πράξεων ή όταν το περιεχόμενο που έχει παραχθεί από ΤΝ έχει υποβληθεί σε διαδικασία ανθρώπινης επανεξέτασης ή ανθρώπινου συντακτικού ελέγχου και όταν ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο φέρει συντακτική ευθύνη για τη δημοσίευση του περιεχομένου.
Tādas MI sistēmas uzturētāji, kura ģenerē vai manipulē tekstu, ko publicē nolūkā informēt sabiedrību par sabiedrības interešu jautājumiem, izpauž, ka teksts ir mākslīgi ģenerēts vai manipulēts. Šo pienākumu nepiemēro, ja lietošana ir likumiski atļauta noziedzīga nodarījuma atklāšanai, novēršanai, izmeklēšanai vai kriminālvajāšanai vai ja MI ģenerētu saturu ir pārskatījis cilvēks vai tam ir veikta redakcionāla kontrole un ja fiziska vai juridiska persona ir redakcionāli atbildīga par satura publikāciju.
5. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 έως 4 παρέχονται στα ενδιαφερόμενα φυσικά πρόσωπα με σαφή και διακριτό τρόπο, το αργότερο κατά τη στιγμή της πρώτης αλληλεπίδρασης ή έκθεσης. Οι πληροφορίες τηρούν τις ισχύουσες απαιτήσεις προσβασιμότητας.
5. Šā panta 1. līdz 4. punktā minēto informāciju attiecīgām fiziskām personām sniedz skaidrā un atšķiramā veidā, vēlākais, pirmās mijiedarbības vai eksponētības laikā. Informācija atbilst piemērojamām piekļūstamības prasībām.
6. Οι παράγραφοι 1 έως 4 δεν επηρεάζουν τις απαιτήσεις και τις υποχρεώσεις που ορίζονται στο κεφάλαιο III και δεν θίγουν άλλες υποχρεώσεις διαφάνειας που ορίζονται στο ενωσιακό ή το εθνικό δίκαιο για τους φορείς εφαρμογής συστημάτων ΤΝ.
6. Šā panta 1. līdz 4. punkts neietekmē III nodaļā noteiktās prasības un pienākumus un neskar citus Savienības vai valsts tiesību aktos noteiktus MI sistēmu uzturētāju pienākumus attiecībā uz pārredzamību.
7. Η Υπηρεσία ΤΝ ενθαρρύνει και διευκολύνει την κατάρτιση κωδίκων πρακτικής σε επίπεδο Ένωσης για τη διευκόλυνση της αποτελεσματικής εφαρμογής των υποχρεώσεων όσον αφορά την ανίχνευση και την επισήμανση περιεχομένου που έχει παραχθεί ή υποστεί χειρισμό τεχνητά. Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για την έγκριση των εν λόγω κωδίκων πρακτικής σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 56 παράγραφος 6. Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι ο κώδικας δεν είναι κατάλληλος, μπορεί να εκδώσει εκτελεστική πράξη για τον καθορισμό κοινών κανόνων για την εφαρμογή των εν λόγω υποχρεώσεων σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που καθορίζεται στο άρθρο 98 παράγραφος 2.
7. MI birojs rosina un sekmē prakses kodeksu izstrādi Savienības līmenī, lai sekmētu ar mākslīgi ģenerēta vai manipulēta satura atklāšanu un marķēšanu saistītu pienākumu efektīvu īstenošanu. Komisija var pieņemt īstenošanas aktus, lai apstiprinātu minētos prakses kodeksus saskaņā ar 56. panta 6. punktā noteikto procedūru. Ja tā uzskata, ka kodekss nav atbilstīgs, Komisija var pieņemt īstenošanas aktu, ar ko nosaka kopīgus noteikumus minēto pienākumu īstenošanai saskaņā ar pārbaudes procedūru, kas minēta 98. panta 2. punktā.
Ρυθμιστικά δοκιμαστήρια ΤΝ
MI “regulatīvās smilškastes”
1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές τους ιδρύουν τουλάχιστον ένα ρυθμιστικό δοκιμαστήριο ΤΝ σε εθνικό επίπεδο, το οποίο τίθεται σε λειτουργία έως τις 2 Αυγούστου 2026. Το εν λόγω δοκιμαστήριο μπορεί επίσης να ιδρύεται από κοινού με τις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών. Η Επιτροπή μπορεί να παρέχει τεχνική υποστήριξη, συμβουλές και εργαλεία για την ίδρυση και τη λειτουργία ρυθμιστικών δοκιμαστηρίων ΤΝ.
1. Dalībvalstis nodrošina, ka to kompetentās iestādes izveido vismaz vienu MI “regulatīvo smilškasti” valsts līmenī, kura sāk darboties līdz 2026. gada 2. augustam. Minēto “smilškasti” var arī izveidot kopīgi ar citu dalībvalstu kompetentajām iestādēm. Komisija var sniegt tehnisku atbalstu, konsultācijas un rīkus MI “regulatīvo smilškastu” izveidei un darbībai.
Η υποχρέωση του πρώτου εδαφίου μπορεί επίσης να εκπληρωθεί με τη συμμετοχή σε υφιστάμενο δοκιμαστήριο, εφόσον η συμμετοχή αυτή παρέχει ισοδύναμο επίπεδο εθνικής κάλυψης για τα συμμετέχοντα κράτη μέλη.
Pirmajā daļā paredzēto pienākumu var pildīt arī, piedaloties esošā “smilškastē”, ciktāl tāda dalība nodrošina līdzvērtīgu valsts tvēruma līmeni dalībvalstīm, kuras piedalās.
2. Μπορούν επίσης να ιδρύονται πρόσθετα ρυθμιστικά δοκιμαστήρια ΤΝ σε περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο ή από κοινού με τις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών.
2. Var izveidot arī papildu MI “regulatīvās smilškastes” reģionālā vai vietējā līmenī vai kopīgi ar citu dalībvalstu kompetentajām iestādēm.
3. Ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων μπορεί επίσης να ιδρύσει ρυθμιστικό δοκιμαστήριο ΤΝ για τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οργανισμούς της Ένωσης και να ασκεί τους ρόλους και τα καθήκοντα των εθνικών αρμόδιων αρχών σύμφωνα με το παρόν κεφάλαιο.
3. Eiropas Datu aizsardzības uzraudzītājs arī var izveidot MI “regulatīvo smilškasti” Savienības iestādēm, struktūrām, birojiem un aģentūrām un var pildīt valstu kompetento iestāžu lomas un uzdevumus saskaņā ar šo nodaļu.
4. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 διαθέτουν επαρκείς πόρους για την αποτελεσματική και έγκαιρη συμμόρφωση με το παρόν άρθρο. Κατά περίπτωση, οι εθνικές αρμόδιες αρχές συνεργάζονται με άλλες αρμόδιες αρχές και μπορούν να επιτρέπουν τη συμμετοχή και άλλων παραγόντων εντός του οικοσυστήματος ΤΝ. Το παρόν άρθρο δεν θίγει άλλα ρυθμιστικά δοκιμαστήρια που έχουν ιδρυθεί βάσει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν κατάλληλο επίπεδο συνεργασίας μεταξύ των αρχών που εποπτεύουν τα εν λόγω άλλα δοκιμαστήρια και των εθνικών αρμόδιων αρχών.
4. Dalībvalstis nodrošina, ka 1. un 2. punktā minētās kompetentās iestādes piešķir pietiekamus resursus, lai efektīvi un savlaicīgi panāktu atbilstību šim pantam. Attiecīgā gadījumā valsts kompetentās iestādes sadarbojas ar citām attiecīgajām iestādēm un var ļaut MI ekosistēmā iesaistīt citus dalībniekus. Šis pants neskar citas regulatīvās smilškastes, kas izveidotas saskaņā ar Savienības vai valsts tiesību aktiem. Dalībvalstis nodrošina pienācīgu sadarbības līmeni starp iestādēm, kas uzrauga minētās citas “smilškastes”, un valstu kompetentajām iestādēm.
5. Τα ρυθμιστικά δοκιμαστήρια ΤΝ που ιδρύονται βάσει της παραγράφου 1 παρέχουν ελεγχόμενο περιβάλλον που προωθεί την καινοτομία και διευκολύνει την ανάπτυξη, την εκπαίδευση, τη δοκιμή και την επικύρωση καινοτόμων συστημάτων ΤΝ για περιορισμένο χρονικό διάστημα πριν από τη διάθεσή τους στην αγορά ή τη θέση τους σε λειτουργία σύμφωνα με συγκεκριμένο σχέδιο δοκιμαστηρίου που συμφωνείται μεταξύ των παρόχων ή των μελλοντικών παρόχων και της αρμόδιας αρχής. Τα εν λόγω δοκιμαστήρια μπορούν να περιλαμβάνουν δοκιμές σε πραγματικές συνθήκες εποπτευόμενες εντός αυτών.
5. Saskaņā ar 1. punktu izveidotās MI “regulatīvās smilškastes” nodrošina kontrolētu vidi, kas rosina inovāciju un sekmē inovatīvu MI sistēmu izstrādi, apmācību, testēšanu un validēšanu ierobežotu laikposmu pirms to laišanas tirgū vai nodošanas ekspluatācijā atbilstīgi konkrētam “smilškastes” plānam, par kuru vienojušies nodrošinātāji un potenciālie nodrošinātāji un kompetentā iestāde. Šādas “smilškastes” var ietvert testēšanu reālos apstākļos, ko pārrauga “smilškastē”.
6. Οι αρμόδιες αρχές παρέχουν, κατά περίπτωση, καθοδήγηση, εποπτεία και υποστήριξη εντός του ρυθμιστικού δοκιμαστηρίου ΤΝ με σκοπό τον εντοπισμό κινδύνων, ιδίως για τα θεμελιώδη δικαιώματα, την υγεία και την ασφάλεια, τις δοκιμές, τα μέτρα μετριασμού και την αποτελεσματικότητά τους σε σχέση με τις υποχρεώσεις και τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και, όπου αρμόζει, άλλων κανόνων του ενωσιακού και του εθνικού δικαίου που εποπτεύονται εντός του δοκιμαστηρίου.
6. Kompetentās iestādes attiecīgā gadījumā nodrošina norādījumus, uzraudzību un atbalstu MI “regulatīvās smilškastes” ietvaros saistībā ar risku identificēšanu, jo īpaši attiecībā uz pamattiesībām, veselību un drošību, saistībā ar testēšanu, seku mazināšanas pasākumiem un to efektivitāti attiecībā uz šajā regulā un, attiecīgā gadījumā, citos Savienības un valstu tiesību aktos paredzētajiem pienākumiem un prasībām, ko uzrauga “smilškastes” ietvaros.
7. Οι αρμόδιες αρχές παρέχουν στους παρόχους και τους μελλοντικούς παρόχους που συμμετέχουν στο ρυθμιστικό δοκιμαστήριο ΤΝ καθοδήγηση σχετικά με τις ρυθμιστικές προσδοκίες και τον τρόπο εκπλήρωσης των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.
7. Kompetentās iestādes sniedz nodrošinātājiem un potenciālajiem nodrošinātājiem, kas piedalās MI “regulatīvajā smilškastē”, norādījumus par to, ko sagaida regulatīvi, un to, kā pildīt šajā regulā noteiktās prasības un pienākumus.
Κατόπιν αιτήματος του παρόχου ή του μελλοντικού παρόχου του συστήματος ΤΝ, η αρμόδια αρχή παρέχει γραπτές αποδείξεις των δραστηριοτήτων που διεξήχθησαν με επιτυχία στο δοκιμαστήριο. Η αρμόδια αρχή παρέχει επίσης έκθεση εξόδου στην οποία περιγράφονται λεπτομερώς οι δραστηριότητες που διεξήχθησαν στο δοκιμαστήριο και τα σχετικά γενικά και ειδικά μαθησιακά αποτελέσματα. Οι πάροχοι μπορούν να χρησιμοποιούν την εν λόγω τεκμηρίωση για να αποδεικνύουν τη συμμόρφωσή τους με τον παρόντα κανονισμό μέσω της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή των σχετικών δραστηριοτήτων εποπτείας της αγοράς. Στο πλαίσιο αυτό, οι εκθέσεις εξόδου και οι γραπτές αποδείξεις που παρέχονται από την εθνική αρμόδια αρχή λαμβάνονται θετικά υπόψη από τις αρχές εποπτείας της αγοράς και τους κοινοποιημένους οργανισμούς, με σκοπό την επιτάχυνση των διαδικασιών αξιολόγησης της συμμόρφωσης σε εύλογο βαθμό.
Pēc MI sistēmas nodrošinātāja vai potenciālā nodrošinātāja pieprasījuma kompetentā iestāde sniedz rakstisku apliecinājumu par smilškastē sekmīgi veiktajām darbībām. Kompetentā iestāde sniedz arī noslēguma ziņojumu, kurā sīki izklāsta smilškastē veiktās darbības un saistītos rezultātus, un mācīšanās rezultātus. Nodrošinātāji var izmantot šādu dokumentāciju, lai apliecinātu savu atbilstību šai regulai, izmantojot atbilstības novērtēšanas procesu vai attiecīgās tirgus uzraudzības darbības. Šajā sakarā tirgus uzraudzības iestādes un paziņotās struktūras pozitīvi ņem vērā noslēguma ziņojumus un rakstiskus pierādījumus, ko sniedz valsts kompetentās iestādes, lai saprātīgā mērā paātrinātu atbilstības novērtēšanas procedūras.
8. Με την επιφύλαξη των διατάξεων περί εμπιστευτικότητας του άρθρου 78 και με τη σύμφωνη γνώμη του παρόχου ή του μελλοντικού παρόχου, η Επιτροπή και το Συμβούλιο Τεχνητής Νοημοσύνης εξουσιοδοτούνται να έχουν πρόσβαση στις εκθέσεις εξόδου και τις λαμβάνουν υπόψη, κατά περίπτωση, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Εάν τόσο ο πάροχος ή ο μελλοντικός πάροχος, όσο και η εθνική αρμόδια αρχή, συμφωνούν ρητά, η έκθεση εξόδου μπορεί να δημοσιοποιηθεί μέσω της ενιαίας πλατφόρμας πληροφοριών που αναφέρεται στο παρόν άρθρο.
8. Ievērojot 78. panta konfidencialitātes noteikumus un ar nodrošinātāja vai potenciālā nodrošinātāja piekrišanu Eiropas Komisija un MI padome ir pilnvarotas piekļūt noslēguma ziņojumiem un attiecīgā gadījumā tos ņem vērā, pildot savus šajā regulā paredzētos uzdevumus. Ja gan nodrošinātājs vai potenciālais nodrošinātājs, gan valsts kompetentā iestāde tam nepārprotami piekrīt, noslēguma ziņojumu var darīt publiski pieejamu, izmantojot šajā pantā minēto vienoto informācijas platformu.
9. Η ίδρυση ρυθμιστικών δοκιμαστηρίων ΤΝ αποσκοπεί να συμβάλει στην επίτευξη των ακόλουθων στόχων:
9. Ar MI “regulatīvo smilškastu” izveidi tiecas sekmēt šādu mērķu sasniegšanu:
α)
βελτίωση της ασφάλειας δικαίου για την επίτευξη κανονιστικής συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό ή, κατά περίπτωση, με άλλους εφαρμοστέους κανόνες ενωσιακού και εθνικού δικαίου·
a)
uzlabot juridisko noteiktību, lai panāktu regulatīvu atbilstību šai regulai vai, attiecīgā gadījumā, citiem piemērojamiem Savienības un valsts tiesību aktiem;
β)
στήριξη της ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών μέσω της συνεργασίας με τις αρχές που συμμετέχουν στο ρυθμιστικό δοκιμαστήριο ΤΝ·
b)
atbalstīt paraugprakses apmaiņu, izmantojot sadarbību ar iestādēm, kas iesaistītas MI “regulatīvajā smilškastē”;
γ)
προώθηση της καινοτομίας και της ανταγωνιστικότητας και διευκόλυνση της ανάπτυξης οικοσυστήματος ΤΝ·
c)
veicināt inovāciju un konkurētspēju un sekmēt MI ekosistēmas attīstību;
δ)
συμβολή στην τεκμηριωμένη ρυθμιστική μάθηση·
d)
veicināt uz pierādījumiem balstītu regulatīvo mācīšanos;
ε)
διευκόλυνση και επιτάχυνση της πρόσβασης των συστημάτων ΤΝ στην αγορά της Ένωσης, ιδίως όταν παρέχονται από ΜΜΕ, περιλαμβανομένων των νεοφυών επιχειρήσεων.
e)
sekmēt un paātrināt MI sistēmu piekļuvi Savienības tirgum, jo īpaši, ja tās nodrošina MVU, tostarp jaunuzņēmumi.
10. Οι εθνικές αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν ότι, στον βαθμό που τα καινοτόμα συστήματα ΤΝ περιλαμβάνουν την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ή εμπίπτουν με άλλον τρόπο στην εποπτική αρμοδιότητα άλλων εθνικών αρχών ή αρμόδιων αρχών που παρέχουν ή υποστηρίζουν την πρόσβαση σε δεδομένα, οι εθνικές αρχές προστασίας δεδομένων και οι εν λόγω άλλες εθνικές ή αρμόδιες αρχές συνδέονται με τη λειτουργία του ρυθμιστικού δοκιμαστηρίου ΤΝ και συμμετέχουν στην εποπτεία των εν λόγω πτυχών στον βαθμό των αντίστοιχων καθηκόντων και εξουσιών τους.
10. Valsts kompetentās iestādes nodrošina, ka tādā mērā, kādā inovatīvās MI sistēmas ietver personas datu apstrādi vai citādi ir tādu citu valsts iestāžu vai kompetento iestāžu uzraudzībā, kas dod vai atbalsta piekļuvi datiem, valsts datu aizsardzības iestādes un minētās citas valsts vai kompetentās iestādes ir saistītas ar MI “regulatīvās smilškastes” darbību un ir iesaistītas minēto aspektu uzraudzībā, ciktāl to paredz to attiecīgie uzdevumi un pilnvaras.
11. Τα ρυθμιστικά δοκιμαστήρια ΤΝ δεν επηρεάζουν τις εποπτικές ή διορθωτικές εξουσίες των αρμόδιων αρχών που εποπτεύουν τα δοκιμαστήρια, μεταξύ άλλων σε περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο. Οποιοιδήποτε σημαντικοί κίνδυνοι για την υγεία και την ασφάλεια και για τα θεμελιώδη δικαιώματα που εντοπίζονται κατά την ανάπτυξη και τη δοκιμή των εν λόγω συστημάτων ΤΝ έχουν ως αποτέλεσμα τον κατάλληλο μετριασμό. Οι εθνικές αρμόδιες αρχές έχουν την εξουσία να αναστέλλουν προσωρινά ή μόνιμα τη διαδικασία δοκιμής ή τη συμμετοχή στο δοκιμαστήριο, εάν δεν είναι δυνατός ο αποτελεσματικός μετριασμός, και ενημερώνουν την Υπηρεσία ΤΝ για μια τέτοια απόφαση. Οι εθνικές αρμόδιες αρχές ασκούν τις εποπτικές εξουσίες τους εντός των ορίων του συναφούς δικαίου, χρησιμοποιώντας τη διακριτική τους ευχέρεια κατά την εφαρμογή νομικών διατάξεων όσον αφορά συγκεκριμένο έργο ρυθμιστικού δοκιμαστηρίου ΤΝ, με στόχο τη στήριξη της καινοτομίας στον τομέα της ΤΝ στην Ένωση.
11. MI “regulatīvās smilškastes” neietekmē kompetento iestāžu, kuras uzrauga “smilškastes”, tostarp reģionālā vai vietējā līmenī, uzraudzības vai korekcijas pilnvaras. Būtiski riski veselībai un drošībai un pamattiesībām, kas konstatēti šādu MI sistēmu izstrādes un testēšanas laikā, tiek pienācīgi mazināti. Valsts kompetentās iestādes ir pilnvarotas uz laiku vai pastāvīgi apturēt testēšanas procesu vai dalību “smilškastē”, ja efektīva mazināšana nav iespējama, un par šādu lēmumu informē MI biroju. Valsts kompetentās iestādes īsteno savas uzraudzības pilnvaras attiecīgo tiesību aktu robežās un, īstenojot tiesību normas attiecībā uz konkrētu MI “regulatīvās smilškastes” projektu, izmanto savu rīcības brīvību ar mērķi atbalstīt inovāciju MI jomā Savienībā.
12. Οι πάροχοι και οι μελλοντικοί πάροχοι που συμμετέχουν στο ρυθμιστικό δοκιμαστήριο ΤΝ παραμένουν υπεύθυνοι βάσει του εφαρμοστέου ενωσιακού και εθνικού δικαίου περί ευθύνης για κάθε ζημία που προκαλείται σε τρίτους ως αποτέλεσμα του πειραματισμού που πραγματοποιείται στο δοκιμαστήριο. Ωστόσο, εφόσον οι μελλοντικοί πάροχοι σέβονται το συγκεκριμένο σχέδιο και τους όρους και τις προϋποθέσεις της συμμετοχής τους και ακολουθούν καλή τη πίστει τις κατευθυντήριες γραμμές που παρέχονται από την εθνική αρμόδια αρχή, δεν επιβάλλονται διοικητικά πρόστιμα από τις αρχές για παραβιάσεις τους παρόντος κανονισμού. Όταν άλλες αρμόδιες αρχές υπεύθυνες για άλλους κανόνες ενωσιακού και εθνικού δικαίου έχουν συμμετάσχει ενεργά στην εποπτεία του συστήματος ΤΝ στο δοκιμαστήριο και έχουν παράσχει καθοδήγηση για τη συμμόρφωση, δεν επιβάλλονται διοικητικά πρόστιμα όσον αφορά τους εν λόγω κανόνες.
12. Nodrošinātāji un potenciālie nodrošinātāji MI “regulatīvajā smilškastē” saskaņā ar piemērojamiem atbildību reglamentējošiem Savienības un valsts tiesību aktiem atbild par jebkādu kaitējumu, kas nodarīts trešām personām “smilškastē” notiekošo eksperimentu rezultātā. Tomēr, ja potenciālie nodrošinātāji ievēro konkrēto plānu un dalības noteikumus un labticīgi ievēro valsts kompetentās iestādes sniegtos norādījumus, iestādes nepiemēro administratīvus naudas sodus par šīs regulas noteikumu pārkāpumiem. Ja citas kompetentās iestādes, kas ir atbildīgas par citiem Savienības un valsts tiesību aktiem, ir bijušas aktīvi iesaistītas MI sistēmas uzraudzībā “smilškastē” un ir sniegušas norādījumus par atbilstību, attiecībā uz minētajiem tiesību aktiem administratīvos naudas sodus nepiemēro.
13. Τα ρυθμιστικά δοκιμαστήρια ΤΝ σχεδιάζονται και υλοποιούνται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε, κατά περίπτωση, να διευκολύνουν τη διασυνοριακή συνεργασία μεταξύ εθνικών αρμόδιων αρχών.
13. MI “regulatīvās smilškastes” izstrādā un īsteno tā, lai attiecīgā gadījumā tās sekmētu pārrobežu sadarbību starp valstu kompetentajām iestādēm.
14. Οι εθνικές αρμόδιες αρχές συντονίζουν τις δραστηριότητές τους και συνεργάζονται στο πλαίσιο του Συμβουλίου Τεχνητής Νοημοσύνης.
14. Valsts kompetentās iestādes koordinē savas darbības un sadarbojas MI padomes satvarā.
15. Οι εθνικές αρμόδιες αρχές ενημερώνουν την Υπηρεσία ΤΝ και το Συμβούλιο Τεχνητής Νοημοσύνης σχετικά με την ίδρυση δοκιμαστηρίου και μπορούν να τους ζητούν υποστήριξη και καθοδήγηση. Η Υπηρεσία ΤΝ δημοσιοποιεί κατάλογο των προγραμματισμένων και των υφιστάμενων δοκιμαστηρίων και τον τηρεί επικαιροποιημένο, προκειμένου να ενθαρρύνει μεγαλύτερη αλληλεπίδραση στα ρυθμιστικά δοκιμαστήρια ΤΝ και διασυνοριακή συνεργασία.
15. Valsts kompetentās iestādes informē MI biroju un MI padomi par “regulatīvās smilškastes” izveidi un var lūgt tām atbalstu un norādījumus. MI birojs dara publiski pieejamu plānoto un esošo “smilškastu” sarakstu un pastāvīgi atjaunina to, lai veicinātu lielāku mijiedarbību MI “regulatīvajās smilškastēs” un pārrobežu sadarbību.
16. Οι εθνικές αρμόδιες αρχές υποβάλλουν στην Υπηρεσία ΤΝ και στο Συμβούλιο Τεχνητής Νοημοσύνης ετήσιες εκθέσεις, αρχής γενομένης ένα έτος μετά την ίδρυση του ρυθμιστικού δοκιμαστηρίου ΤΝ και στη συνέχεια κάθε έτος έως τη λήξη του, καθώς και τελική έκθεση. Οι εν λόγω εκθέσεις παρέχουν πληροφορίες σχετικά με την πρόοδο και τα αποτελέσματα της υλοποίησης αυτών των δοκιμαστηρίων, συμπεριλαμβανομένων των βέλτιστων πρακτικών, των περιστατικών, των διδαγμάτων και των συστάσεων σχετικά με τη δομή τους και, κατά περίπτωση, σχετικά με την εφαρμογή και πιθανή αναθεώρηση του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των κατ’ εξουσιοδότηση και των εκτελεστικών πράξεών του, και την εφαρμογή άλλων κανόνων ενωσιακού δικαίου η οποία εποπτεύεται από τις αρμόδιες αρχές εντός του δοκιμαστηρίου. Οι εθνικές αρμόδιες αρχές δημοσιοποιούν τις εν λόγω ετήσιες εκθέσεις ή περιλήψεις τους στο διαδίκτυο. Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη, κατά περίπτωση, τις ετήσιες εκθέσεις κατά την άσκηση των καθηκόντων της δυνάμει του παρόντος κανονισμού.
16. Valsts kompetentās iestādes iesniedz MI birojam un MI padomei ikgadējus ziņojumus, sākot no viena gada pēc MI “regulatīvās smilškastes” izveides un pēc tam katru gadu līdz tās darbības beigām un galīgajam ziņojumam. Minētajos ziņojumos sniedz informāciju par minēto “regulatīvo smilškastu” darbības gaitu un rezultātiem, ieskaitot paraugpraksi, incidentus, gūtās atziņas un ieteikumus par to struktūru un, attiecīgā gadījumā, par šīs regulas, tostarp tās deleģēto un īstenošanas aktu, piemērošanu un iespējamu pārskatīšanu un citu Savienības tiesību aktu piemērošanu, ko “smilškastes” ietvaros uzrauga kompetentās iestādes. Valstu kompetentās iestādes minētos gada ziņojumus vai to kopsavilkumus dara publiski pieejamus tiešsaistē. Komisija attiecīgā gadījumā gada ziņojumus ņem vērā, pildot savus šajā regulā paredzētos uzdevumus.
17. Η Επιτροπή αναπτύσσει ενιαία και ειδική διεπαφή που περιέχει όλες τις σχετικές πληροφορίες που σχετίζονται με τα ρυθμιστικά δοκιμαστήρια ΤΝ, ώστε να επιτρέπει στους συμφεροντούχους να αλληλεπιδρούν με ρυθμιστικά δοκιμαστήρια ΤΝ και να θέτουν ερωτήματα στις αρμόδιες αρχές και να αναζητούν μη δεσμευτική καθοδήγηση σχετικά με τη συμμόρφωση καινοτόμων προϊόντων, υπηρεσιών, επιχειρηματικών μοντέλων που ενσωματώνουν τεχνολογίες ΤΝ, σύμφωνα με το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο γ). Η Επιτροπή συντονίζεται με προδραστικό τρόπο με τις εθνικές αρμόδιες αρχές, κατά περίπτωση.
17. Komisija izstrādā vienotu un specializētu saskarni, kas ietver visu attiecīgo informāciju saistībā ar MI “regulatīvajām smilškastēm”, lai ļautu ieinteresētajām personām mijiedarboties ar MI “regulatīvajām smilškastēm” un uzdot jautājumus kompetentajām iestādēm un lūgt nesaistošus norādījumus par tādu inovatīvu produktu, pakalpojumu un uzņēmējdarbības modeļu atbilstību, kuros integrētas MI tehnoloģijas, saskaņā ar 62. panta 1. punkta c) apakšpunktu. Komisija attiecīgā gadījumā proaktīvi koordinē darbības ar valsts kompetentajām iestādēm.
Αναφορά σοβαρών περιστατικών
Ziņošana par nopietniem incidentiem
1. Οι πάροχοι συστημάτων ΤΝ υψηλού κινδύνου που διατίθενται στην αγορά της Ένωσης αναφέρουν κάθε σοβαρό περιστατικό στις αρχές εποπτείας της αγοράς των κρατών μελών όπου συνέβη το εν λόγω περιστατικό.
1. Savienības tirgū laistu augsta riska MI sistēmu nodrošinātāji par visiem nopietniem incidentiem ziņo tirgus uzraudzības iestādēm dalībvalstīs, kur šis incidents noticis.
2. Η αναφορά που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πραγματοποιείται αμέσως μόλις ο πάροχος διαπιστώσει αιτιώδη συνάφεια μεταξύ του συστήματος ΤΝ και του σοβαρού περιστατικού ή εύλογη πιθανότητα στοιχειοθέτησης τέτοιας συνάφειας και, σε κάθε περίπτωση, το αργότερο εντός 15 ημερών αφότου ο πάροχος ή, κατά περίπτωση, ο φορέας εφαρμογής λάβει γνώση του σοβαρού περιστατικού.
2. Šā panta 1. punktā minēto ziņojumu sniedz tūlīt pēc tam, kad nodrošinātājs ir konstatējis cēloņsakarību starp MI sistēmu un nopietno incidentu vai šādas sakarības saprātīgu iespējamību, un jebkurā gadījumā ne vēlāk kā 15 dienas pēc tam, kad nodrošinātājs vai, attiecīgā gadījumā, uzturētājs ir uzzinājis par nopietno incidentu.
Για την προθεσμία της αναφοράς που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο λαμβάνεται υπόψη η σοβαρότητα του σοβαρού περιστατικού.
Nosakot pirmajā daļā minēto ziņošanas laikposmu, ņem vērā to, cik smags ir nopietnais incidents.
3. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση εκτεταμένης παράβασης ή σοβαρού περιστατικού όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 49) στοιχείο β), η αναφορά που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου παρέχεται αμέσως και το αργότερο εντός δύο ημερών αφότου ο πάροχος ή, κατά περίπτωση, ο φορέας εφαρμογής λάβει γνώση του εν λόγω περιστατικού.
3. Neraugoties uz šā panta 2. punktu, plašas ietekmes pārkāpuma vai 3. panta 49. punkta b) apakšpunktā definētā nopietna incidenta gadījumā šā panta 1. punktā minēto ziņojumu sniedz nekavējoties un ne vēlāk kā divas dienas pēc tam, kad nodrošinātājs vai, attiecīgā gadījumā, uzturētājs ir uzzinājis par minēto incidentu.
4. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2, σε περίπτωση θανάτου προσώπου, η αναφορά παρέχεται αμέσως μόλις ο πάροχος ή ο φορέας εφαρμογής διαπιστώσει ή αμέσως μόλις υποπτευθεί αιτιώδη σχέση μεταξύ του συστήματος ΤΝ υψηλού κινδύνου και του σοβαρού περιστατικού, αλλά το αργότερο εντός 10 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία ο πάροχος ή, κατά περίπτωση, ο φορέας εφαρμογής λάβει γνώση του σοβαρού περιστατικού.
4. Neraugoties uz 2. punktu, personas nāves gadījumā ziņojumu sniedz nekavējoties pēc tam, kad nodrošinātājs vai uzturētājs ir noskaidrojis cēloņsakarību starp augsta riska MI sistēmu un nopietno incidentu, vai tiklīdz tam par to ir aizdomas, bet ne vēlāk kā 10 dienas pēc dienas, kurā nodrošinātājs vai, attiecīgā gadījumā, uzturētājs ir uzzinājis par nopietno incidentu.
5. Όταν είναι αναγκαίο για να διασφαλιστεί η έγκαιρη υποβολή αναφορών, ο πάροχος ή, κατά περίπτωση, ο φορέας εφαρμογής μπορεί να υποβάλει αρχική αναφορά που δεν είναι ολοκληρωμένη και ακολούθως μια ολοκληρωμένη αναφορά.
5. Ja tas ir nepieciešams, lai nodrošinātu savlaicīgu ziņošanu, nodrošinātājs vai, attiecīgā gadījumā, uzturētājs var iesniegt sākotnēju ziņojumu, kurš nav pilnīgs un kuram seko pilnīgs ziņojums.
6. Μετά την αναφορά σοβαρού περιστατικού δυνάμει της παραγράφου 1, ο πάροχος προβαίνει, χωρίς καθυστέρηση, στις απαιτούμενες έρευνες σε σχέση με το σοβαρό περιστατικό και το σχετικό σύστημα ΤΝ. Οι έρευνες περιλαμβάνουν εκτίμηση κινδύνου του περιστατικού και διορθωτικά μέτρα.
6. Pēc tam, kad ir ziņots par nopietnu incidentu, ievērojot 1. punktu, nodrošinātājs nekavējoties veic vajadzīgo izmeklēšanu saistībā ar šo nopietno incidentu un attiecīgo MI sistēmu. Tā ietver incidenta riska novērtējumu un korektīvu darbību.
Ο πάροχος συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές και, όπου αρμόζει, με τον σχετικό κοινοποιημένο οργανισμό κατά τη διάρκεια των ερευνών που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο και δεν προβαίνει σε καμία έρευνα που ενέχει τροποποίηση του σχετικού συστήματος ΤΝ κατά τρόπο που ενδέχεται να επηρεάσει κάθε επακόλουθη εκτίμηση των αιτιών του περιστατικού, προτού ενημερώσει τις αρμόδιες αρχές σχετικά με κάθε τέτοια ενέργεια.
Pirmajā daļā minētās izmeklēšanas laikā nodrošinātājs sadarbojas ar kompetentajām iestādēm un, attiecīgā gadījumā, ar attiecīgo paziņoto struktūru un neveic nekādu izmeklēšanu, kuras gaitā attiecīgā MI sistēma tiek mainīta tādā veidā, kas var ietekmēt šā incidenta cēloņu turpmāku izvērtēšanu, iekams par šādu darbību tas nav informējis kompetentās iestādes.
7. Μόλις λάβει κοινοποίηση σχετικά με σοβαρό περιστατικό που αναφέρεται στο άρθρο 3 σημείο 49) στοιχείο γ), η σχετική αρχή εποπτείας της αγοράς ενημερώνει τις εθνικές δημόσιες αρχές ή τους φορείς που αναφέρονται στο άρθρο 77 παράγραφος 1. Η Επιτροπή καταρτίζει ειδική καθοδήγηση για τη διευκόλυνση της συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Η εν λόγω καθοδήγηση εκδίδεται έως τις 2 Αυγούστου 2025 και αξιολογείται τακτικά.
7. Saņēmusi paziņojumu par nopietnu incidentu, kas minēts 3. panta 49. punkta c) apakšpunktā, attiecīgā tirgus uzraudzības iestāde informē 77. panta 1. punktā minētās valsts publiskās iestādes vai struktūras. Komisija izstrādā īpašus norādījumus, lai veicinātu šā panta 1. punktā noteikto pienākumu izpildi. Minētos norādījumus izdod līdz 2025. gada 2. augustam, un tos regulāri novērtē.
8. Η αρχή εποπτείας της αγοράς λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα, όπως προβλέπεται στο άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020, εντός επτά ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της κοινοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, και ακολουθεί τις διαδικασίες κοινοποίησης που προβλέπονται στον εν λόγω κανονισμό.
8. Tirgus uzraudzības iestāde septiņu dienu laikā no dienas, kurā tā saņēmusi šā panta 1. punktā minēto paziņojumu, veic pienācīgus pasākumus, kā paredzēts Regulas (ES) 2019/1020 19. pantā, un izpilda minētajā regulā paredzētās paziņošanas procedūras.
9. Για τα συστήματα ΤΝ υψηλού κινδύνου που αναφέρονται στο παράρτημα III και τα οποία διατίθενται στην αγορά ή τίθενται σε λειτουργία από παρόχους οι οποίοι υπόκεινται σε νομοθετικά εργαλεία της Ένωσης που θεσπίζουν υποχρεώσεις αναφοράς ισοδύναμες με εκείνες που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, η κοινοποίηση σοβαρών περιστατικών περιορίζεται σε αυτά που αναφέρονται στο άρθρο 3 σημείο 49) στοιχείο γ).
9. III pielikumā minētajām augsta riska MI sistēmām, kuras laiž tirgū vai nodod ekspluatācijā nodrošinātāji, uz kuriem attiecas Savienības leģislatīvie instrumenti, kas nosaka ziņošanas pienākumus, kuri ir līdzvērtīgi šajā regulā paredzētajiem, paziņošana par nopietniem incidentiem attiecas tikai uz tiem, kas minēti 3. panta 49. punkta c) apakšpunktā.
10. Για τα συστήματα ΤΝ υψηλού κινδύνου που αποτελούν κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας τεχνολογικών προϊόντων ή είναι τα ίδια τεχνολογικά προϊόντα και καλύπτονται από τους κανονισμούς (ΕΕ) 2017/745 και (ΕΕ) 2017/746, η κοινοποίηση σοβαρών περιστατικών περιορίζεται σε εκείνα που αναφέρονται στο άρθρο 3 σημείο 49) στοιχείο γ) του παρόντος κανονισμού και πραγματοποιείται στην εθνική αρμόδια αρχή που έχει επιλεγεί για τον σκοπό αυτόν από τα κράτη μέλη στα οποία συνέβη το περιστατικό.
10. Augsta riska MI sistēmām, kas ir ierīču drošības sastāvdaļas vai pašas ir ierīces, uz ko attiecas Regulas (ES) 2017/745 un (ES) 2017/746, paziņošana par nopietniem incidentiem attiecas tikai uz gadījumiem, kas minēti šīs regulas 3. panta 49. punkta c) apakšpunktā, un paziņojumu nosūta valsts kompetentajai iestādei, ko šim nolūkam izvēlējušās dalībvalstis, kurās noticis minētais incidents.
11. Οι εθνικές αρμόδιες αρχές κοινοποιούν αμέσως κάθε σοβαρό περιστατικό στην Επιτροπή, είτε έχουν αναλάβει δράση επ’ αυτού είτε όχι, σύμφωνα με το άρθρο 20 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020.
11. Valsts kompetentās iestādes nekavējoties paziņo Komisijai par visiem nopietniem incidentiem neatkarīgi no tā, vai tās ir rīkojušās saistībā ar to vai nē, saskaņā ar Regulas (ES) 2019/1020 20. pantu.
Εποπτεία της αγοράς και έλεγχος των συστημάτων ΤΝ στην ενωσιακή αγορά
Tirgus uzraudzība un MI sistēmu kontrole Savienības tirgū
1. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2019/1020 εφαρμόζεται στα συστήματα ΤΝ που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό. Για τους σκοπούς της αποτελεσματικής επιβολής του παρόντος κανονισμού:
1. MI sistēmām, uz kurām attiecas šī regula, piemēro Regulu (ES) 2019/1020. Šīs regulas efektīvas izpildes nolūkos:
α)
κάθε αναφορά σε οικονομικό φορέα δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020 θεωρείται ότι περιλαμβάνει όλους τους φορείς εκμετάλλευσης που προσδιορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού·
a)
atsauces uz Regulas (ES) 2019/1020 terminu “uzņēmējs” saprot kā tādas, kas ietver visus šīs regulas 2. panta 1. punktā norādītos operatorus;
β)
κάθε αναφορά σε προϊόν δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020 θεωρείται ότι περιλαμβάνει όλα τα συστήματα ΤΝ που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.
b)
atsauces uz Regulā (ES) 2019/1020 lietoto apzīmējumu “produkts” saprot kā tādas, kas ietver visas MI sistēmas, uz kurām attiecas šī regula.
2. Στο πλαίσιο των υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων που υπέχουν δυνάμει του άρθρου 34 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020, οι αρχές εποπτείας της αγοράς υποβάλλουν ετησίως στην Επιτροπή και στις αρμόδιες εθνικές αρχές ανταγωνισμού κάθε πληροφορία που εντοπίζεται κατά τη διάρκεια των δραστηριοτήτων εποπτείας της αγοράς και ενδέχεται να παρουσιάζει ενδιαφέρον για την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης σχετικά με τους κανόνες ανταγωνισμού. Υποβάλλουν επίσης ετήσια έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τη χρήση απαγορευμένων πρακτικών που σημειώθηκε κατά τη διάρκεια του εν λόγω έτους και σχετικά με τα μέτρα που έχουν ληφθεί.
2. Pildot savus ziņošanas pienākumus, kas paredzēti Regulas (ES) 2019/1020 34. panta 4. punktā, tirgus uzraudzības iestādes katru gadu ziņo Komisijai un attiecīgajām valsts konkurences iestādēm visu tirgus uzraudzības darbībās identificēto informāciju, kas tās varētu interesēt Savienības konkurences tiesību normu piemērošanā. Tās arī katru gadu ziņo Komisijai par aizliegtas prakses izmantošanu, kas notikusi minētā gada laikā, un par veiktajiem pasākumiem.
3. Για τα συστήματα ΤΝ υψηλού κινδύνου που αφορούν προϊόντα τα οποία καλύπτονται από την ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης που περιλαμβάνεται στο παράρτημα Ι τμήμα Α, η αρχή εποπτείας της αγοράς για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού είναι η υπεύθυνη για τις δραστηριότητες εποπτείας της αγοράς αρχή που ορίζεται δυνάμει των εν λόγω νομικών πράξεων.
3. Augsta riska MI sistēmām, kas saistītas ar produktiem, uz kuriem attiecas I pielikuma A iedaļā uzskaitītie Savienības saskaņošanas tiesību akti, tirgus uzraudzības iestāde šīs regulas nolūkos ir saskaņā ar minētajiem tiesību aktiem izraudzītā iestāde, kas atbild par tirgus uzraudzības darbībām.
Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, και σε κατάλληλες περιστάσεις, τα κράτη μέλη μπορούν να ορίσουν άλλη σχετική αρχή που θα ενεργεί ως αρχή εποπτείας της αγοράς, υπό την προϋπόθεση ότι διασφαλίζουν τον συντονισμό με τις σχετικές τομεακές αρχές εποπτείας της αγοράς που είναι υπεύθυνες για την επιβολή ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης που απαριθμείται στο παράρτημα I.
Atkāpjoties no pirmās daļas un pamatotos apstākļos dalībvalstis var izraudzīties citu attiecīgu iestādi, lai tā rīkotos kā tirgus uzraudzības iestāde, ar noteikumu, ka tās nodrošina koordināciju ar attiecīgajām nozares tirgus uzraudzības iestādēm, kas ir atbildīgas par I pielikumā uzskaitīto Savienības saskaņošanas tiesību aktu izpildes panākšanu.
4. Οι διαδικασίες που αναφέρονται στα άρθρα 79 έως 83 του παρόντος κανονισμού δεν εφαρμόζονται στα συστήματα ΤΝ που αφορούν προϊόντα τα οποία καλύπτονται από την ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης που περιλαμβάνεται στο παράρτημα Ι τμήμα Α, όταν οι εν λόγω νομικές πράξεις προβλέπουν ήδη διαδικασίες που εξασφαλίζουν ισοδύναμο επίπεδο προστασίας και έχουν τον ίδιο στόχο. Στις περιπτώσεις αυτές, εφαρμόζονται οι σχετικές τομεακές διαδικασίες.
4. Šīs regulas 79. līdz 83. pantā minētās procedūras nepiemēro MI sistēmām, kas saistītas ar produktiem, uz kuriem attiecas I pielikuma A iedaļā uzskaitītie Savienības saskaņošanas tiesību akti, ja šādos tiesību aktos jau ir paredzētas procedūras, kuras nodrošina līdzvērtīgu aizsardzības līmeni un kurām ir tāds pats mērķis. Šādos gadījumos tā vietā piemēro attiecīgās nozares procedūras.
5. Με την επιφύλαξη των εξουσιών των αρχών εποπτείας της αγοράς βάσει του άρθρου 14 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020, για τον σκοπό της διασφάλισης της αποτελεσματικής επιβολής του παρόντος κανονισμού, οι αρχές εποπτείας της αγοράς μπορούν να ασκούν τις εξουσίες που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 4 στοιχεία δ) και ι) του εν λόγω κανονισμού εξ αποστάσεως, κατά περίπτωση.
5. Neskarot tirgus uzraudzības iestāžu pilnvaras, kas paredzētas Regulas (ES) 2019/1020 14. pantā, lai panāktu šīs regulas efektīvu izpildi, minētās Regulas 14. panta 4. punkta d) un j) apakšpunktā minētās tirgus uzraudzības iestādes pilnvaras attiecīgā gadījumā var īstenot attālināti.
6. Για τα συστήματα ΤΝ υψηλού κινδύνου που διατίθενται στην αγορά, τίθενται σε λειτουργία ή χρησιμοποιούνται από χρηματοοικονομικά ιδρύματα τα οποία ρυθμίζονται από το ενωσιακό δίκαιο για τις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, η αρχή εποπτείας της αγοράς για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού είναι η σχετική εθνική αρχή που είναι υπεύθυνη για τη χρηματοοικονομική εποπτεία των εν λόγω ιδρυμάτων δυνάμει της συγκεκριμένης νομοθεσίας, εφόσον η διάθεση στην αγορά, η θέση σε λειτουργία ή η χρήση του συστήματος ΤΝ συνδέεται άμεσα με την παροχή των εν λόγω χρηματοοικονομικών υπηρεσιών.
6. Augsta riska MI sistēmām, ko laiž tirgū, nodod ekspluatācijā vai izmanto finanšu iestādes, kuras reglamentē Savienības tiesību akti par finanšu pakalpojumiem, tirgus uzraudzības iestāde šīs regulas vajadzībām ir attiecīgā valsts iestāde, kas saskaņā ar minētajiem tiesību aktiem atbild par šo iestāžu finanšu uzraudzību, ciktāl MI sistēmas laišana tirgū, nodošana ekspluatācijā vai lietošana ir tieši saistīta ar minēto finanšu pakalpojumu sniegšanu.
7. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 6, σε κατάλληλες περιστάσεις, και εφόσον εξασφαλίζεται ο συντονισμός, το κράτος μέλος μπορεί να ορίσει άλλη αρμόδια αρχή ως αρχή εποπτείας της αγοράς για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού.
7. Atkāpjoties no 6. punkta, attiecīgos apstākļos un ar noteikumu, ka tiek nodrošināta koordinācija, dalībvalsts šīs regulas nolūkos par tirgus uzraudzības iestādi var noteikt citu attiecīgu iestādi.
Οι εθνικές αρχές εποπτείας της αγοράς που εποπτεύουν ρυθμιζόμενα βάσει της οδηγίας 2013/36/ΕΕ πιστωτικά ιδρύματα τα οποία συμμετέχουν στον ενιαίο εποπτικό μηχανισμό που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 θα πρέπει να αναφέρουν, χωρίς καθυστέρηση, στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κάθε πληροφορία που εντοπίζεται κατά τη διάρκεια των δραστηριοτήτων τους εποπτείας της αγοράς και που ενδέχεται να παρουσιάζει ενδιαφέρον για τα καθήκοντα προληπτικής εποπτείας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας όπως προσδιορίζονται στον εν λόγω κανονισμό.
Valstu tirgus uzraudzības iestādēm, kas uzrauga regulētās kredītiestādes, kuras tiek regulētas saskaņā ar Direktīvu 2013/36/ES un kuras piedalās vienotajā uzraudzības mehānismā, kas izveidots ar Regulu (ES) Nr. 1024/2013, būtu nekavējoties jāziņo Eiropas Centrālajai bankai visa tirgus uzraudzības darbību gaitā identificētā informācija, kas varētu būt noderīga Eiropas Centrālās bankas prudenciālās uzraudzības uzdevumu veikšanai, kā norādīts minētajā regulā.
8. Για τα συστήματα ΤΝ υψηλού κινδύνου που απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού, στον βαθμό που τα συστήματα χρησιμοποιούνται για σκοπούς επιβολής του νόμου, τη διαχείριση των συνόρων και τη δικαιοσύνη και τη δημοκρατία, και για τα συστήματα ΤΝ υψηλού κινδύνου που απαριθμούνται στο παράρτημα III σημεία 6, 7 και 8 του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη ορίζουν ως αρχές εποπτείας της αγοράς για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού είτε τις αρμόδιες εποπτικές αρχές προστασίας δεδομένων του κανονισμού (EE) 2016/679 ή της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680, είτε οποιαδήποτε άλλη αρχή που ορίζεται σύμφωνα με τους ίδιους όρους που θεσπίζονται στα άρθρα 41 έως 44 της οδηγίας (ΕΕ) 2016/680. Οι δραστηριότητες εποπτείας της αγοράς δεν επηρεάζουν με κανένα τρόπο την ανεξαρτησία των δικαστικών αρχών, ούτε παρεμβαίνουν με άλλο τρόπο στις δραστηριότητές τους, όταν ενεργούν υπό τη δικαιοδοτική τους ιδιότητα.
8. Augsta riska MI sistēmām, kas uzskaitītas šīs regulas III pielikuma 1. punktā, ciktāl šīs sistēmas izmanto tiesībaizsardzības nolūkos, robežpārvaldības un tiesiskuma un demokrātijas nolūkos, un augsta riska MI sistēmām, kas uzskaitītas III pielikuma 6.,7. un 8. punktā, dalībvalstis šīs regulas nolūkos par tirgus uzraudzības iestādēm izraugās vai nu kompetentās datu aizsardzības uzraudzības iestādes, kas paredzētas Regulā (ES) 2016/679 vai Direktīvā (ES) 2016/680, vai jebkuru citu iestādi, kas izraudzīta, ievērojot tos pašus nosacījumus, kas paredzēti Direktīvas (ES) 2016/680 41.–44. pantā. Tirgus uzraudzības darbības nekādā veidā neietekmē tiesu iestāžu neatkarību vai kā citādi neiejaucas to darbībā, kad tās rīkojas tiesu varas ietvaros.
9. Όταν τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οι οργανισμοί της Ένωσης εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, ο Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων ενεργεί ως η οικεία αρχή εποπτείας της αγοράς, εκτός όσον αφορά το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όταν αυτό ενεργεί υπό τη δικαιοδοτική του ιδιότητα.
9. Ja šīs regulas piemērošanas jomā ietilpst Savienības iestādes, struktūras, biroji vai aģentūras, kā to tirgus uzraudzības iestāde darbojas Eiropas Datu aizsardzības uzraudzītājs, izņemot attiecībā uz Eiropas Savienības Tiesu, kas rīkojas tiesu varas ietvaros.
10. Τα κράτη μέλη διευκολύνουν τον συντονισμό μεταξύ των αρχών εποπτείας της αγοράς που ορίζονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού και άλλων σχετικών εθνικών αρχών ή φορέων που εποπτεύουν την εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης που παρατίθεται στο παράρτημα Ι ή σε άλλο ενωσιακό δίκαιο, που μπορεί να αφορά τα αναφερόμενα στο παράρτημα III συστήματα ΤΝ υψηλού κινδύνου.
10. Dalībvalstis atbalsta koordināciju starp tirgus uzraudzības iestādēm, kas izraudzītas saskaņā ar šo regulu, un citām attiecīgām valsts iestādēm vai struktūrām, kuras uzrauga I pielikumā uzskaitīto Savienības saskaņošanas tiesību aktu vai citu tādu Savienības tiesību aktu piemērošanu, kuri varētu būt svarīgi attiecībā uz III pielikumā minētajām augsta riska MI sistēmām.
11. Οι αρχές εποπτείας της αγοράς και η Επιτροπή είναι σε θέση να προτείνουν κοινές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων κοινών ερευνών, οι οποίες θα διεξάγονται είτε από τις αρχές εποπτείας της αγοράς είτε από τις αρχές εποπτείας της αγοράς από κοινού με την Επιτροπή, με στόχο την προώθηση της συμμόρφωσης, τον εντοπισμό περιπτώσεων μη συμμόρφωσης, την ευαισθητοποίηση ή την παροχή καθοδήγησης σε σχέση με τον παρόντα κανονισμό όσον αφορά ειδικές κατηγορίες συστημάτων ΤΝ υψηλού κινδύνου που διαπιστώνεται ότι παρουσιάζουν σοβαρό κίνδυνο σε δύο ή περισσότερα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020. Η Υπηρεσία ΤΝ παρέχει συντονιστική υποστήριξη για τις κοινές έρευνες.
11. Tirgus uzraudzības iestādes un Komisija spēj ierosināt jaunas darbības, tostarp kopīgas izmeklēšanas, kas jāveic tirgus uzraudzības iestādēm vai tirgus uzraudzības iestādēm kopā ar Komisiju, nolūkā veicināt atbilstību, konstatēt neatbilstību, uzlabot informētību vai sniegt norādījumus saistībā ar šo regulu attiecībā uz konkrētām augsta riska MI sistēmu kategorijām, par kurām konstatēts, ka tās rada nopietnu risku divās vai vairāk dalībvalstīs, saskaņā ar Regulas (ES) 2019/1020 9. pantu. MI birojs sniedz koordinācijas atbalstu kopīgām izmeklēšanām.
12. Χωρίς να θίγονται οι εξουσίες που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2019/1020 και εφόσον αρμόζει και περιορίζεται σε ό,τι είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους, οι πάροχοι παρέχουν στις αρχές εποπτείας της αγοράς πλήρη πρόσβαση στην τεκμηρίωση, καθώς και στα σύνολα δεδομένων εκπαίδευσης, επικύρωσης και δοκιμής που χρησιμοποιούνται για την ανάπτυξη συστημάτων ΤΝ υψηλού κινδύνου, μεταξύ άλλων, όπου αρμόζει και με την επιφύλαξη εγγυήσεων ασφάλειας, μέσω διεπαφών προγραμματισμού εφαρμογών (ΔΠΕ) ή άλλων σχετικών τεχνικών μέσων και εργαλείων που επιτρέπουν την εξ αποστάσεως πρόσβαση.
12. Neskarot Regulā (ES) 2019/1020 paredzētās pilnvaras, un attiecīgā gadījumā un tiktāl, ciktāl tas ir nepieciešams tirgus uzraudzības iestāžu uzdevumu izpildei, nodrošinātāji tām piešķir pilnīgu piekļuvi dokumentācijai, kā arī apmācības, validēšanas un testēšanas datu kopām, ko izmanto augsta riska MI sistēmu izstrādei, tostarp – attiecīgā gadījumā un ievērojot drošības aizsardzības pasākumus –, izmantojot lietojumprogrammu saskarnes (API) vai citus attiecīgus tehniskos līdzekļus un rīkus, kas nodrošina attālinātu piekļuvi.
13. Στις αρχές εποπτείας της αγοράς παρέχεται πρόσβαση στον πηγαίο κώδικα του συστήματος ΤΝ υψηλού κινδύνου κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος και μόνο όταν πληρούνται και οι δύο ακόλουθες προϋποθέσεις:
13. Tirgus uzraudzības iestādēm piekļuvi augsta riska MI sistēmas pirmkodam piešķir pēc pamatota pieprasījuma un tikai tad, ja ir izpildīti abi šādi nosacījumi:
α)
η πρόσβαση στον πηγαίο κώδικα είναι απαραίτητη για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης ενός συστήματος ΤΝ υψηλού κινδύνου με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο κεφάλαιο ΙΙΙ τμήμα 2· και
a)
piekļuve pirmkodam ir nepieciešama, lai novērtētu augsta riska MI sistēmas atbilstību III nodaļas 2. iedaļā noteiktajām prasībām; un
β)
οι διαδικασίες δοκιμής ή ελέγχου και οι επαληθεύσεις με βάση τα δεδομένα και την τεκμηρίωση που παρέχει ο πάροχος έχουν εξαντληθεί ή έχουν αποδειχθεί ανεπαρκείς.
b)
testēšanas vai revīzijas procedūras un verifikācijas, kuru pamatā ir nodrošinātāja sniegtie dati un dokumentācija, ir izsmeltas vai izrādījušās nepietiekamas.
14. Κάθε πληροφορία ή τεκμηρίωση που λαμβάνουν οι αρχές εποπτείας της αγοράς αντιμετωπίζεται σύμφωνα με τις υποχρεώσεις εμπιστευτικότητας που ορίζονται στο άρθρο 78.
14. Ar informāciju vai dokumentāciju, ko ieguvušas tirgus uzraudzības iestādes, rīkojas saskaņā ar 78. pantā noteiktajiem konfidencialitātes pienākumiem.
Διαδικασία σε εθνικό επίπεδο για την αντιμετώπιση των συστημάτων ΤΝ που παρουσιάζουν κίνδυνο
Valsts līmeņa procedūra rīcībai ar MI sistēmām, kas rada risku
1. Τα συστήματα ΤΝ που παρουσιάζουν κίνδυνο νοούνται ως προϊόν που παρουσιάζει κίνδυνο όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 19) του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020, εφόσον παρουσιάζουν κινδύνους για την υγεία ή την ασφάλεια ή για τα θεμελιώδη δικαιώματα των προσώπων.
1. MI sistēmas, kas rada risku, ir “produkts, kas rada risku”, kā definēts Regulas (ES) 2019/1020 3. panta 19. punktā, ciktāl tās rada risku personu veselībai vai drošībai, vai pamattiesībām.
2. Όταν η αρχή εποπτείας της αγοράς ενός κράτους μέλους έχει επαρκείς λόγους να θεωρεί ότι ένα σύστημα ΤΝ παρουσιάζει κίνδυνο όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, διενεργεί αξιολόγηση του σχετικού συστήματος ΤΝ όσον αφορά τη συμμόρφωσή του με όλες τις απαιτήσεις και τις υποχρεώσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Ιδιαίτερη προσοχή δίνεται στα συστήματα ΤΝ που παρουσιάζουν κίνδυνο για τις ευάλωτες ομάδες. Όταν διαπιστώνονται κίνδυνοι για τα θεμελιώδη δικαιώματα, η αρχή εποπτείας της αγοράς ενημερώνει επίσης και συνεργάζεται πλήρως με τις σχετικές εθνικές δημόσιες αρχές ή τους φορείς που αναφέρονται στο άρθρο 77 παράγραφος 1. Οι σχετικοί φορείς εκμετάλλευσης συνεργάζονται, ανάλογα με τις ανάγκες, με την αρχή εποπτείας της αγοράς και με τις άλλες εθνικές δημόσιες αρχές ή τους φορείς που αναφέρονται στο άρθρο 77 παράγραφος 1.
2. Ja dalībvalsts tirgus uzraudzības iestādei ir pietiekams pamats uzskatīt, ka MI sistēma rada risku, kā minēts šā panta 1. punktā, tā veic attiecīgās MI sistēmas izvērtēšanu attiecībā uz tās atbilstību visām prasībām un pienākumiem, kas noteikti šajā regulā. Īpašu uzmanību pievērš MI sistēmām, kas rada risku neaizsargātām grupām. Ja ir identificēti riski pamattiesībām, tirgus uzraudzības iestāde informē arī attiecīgās publiskās iestādes vai struktūras, kas minētas 77. panta 1. punktā, un pilnībā sadarbojas ar tām. Attiecīgie operatori pēc vajadzības sadarbojas ar tirgus uzraudzības iestādi un ar citām 77. panta 1. punktā minētajām publiskām iestādēm vai struktūrām.
Εάν, κατά την εν λόγω αξιολόγηση, η αρχή εποπτείας της αγοράς ή, κατά περίπτωση, η αρχή εποπτείας της αγοράς σε συνεργασία με την εθνική δημόσια αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 77 παράγραφος 1 διαπιστώσει ότι το σύστημα ΤΝ δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις και τις υποχρεώσεις του παρόντος κανονισμού, ζητεί χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση από τον σχετικό φορέα εκμετάλλευσης να λάβει όλα τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να διασφαλίσει τη συμμόρφωση του συστήματος ΤΝ, να αποσύρει το σύστημα ΤΝ από την αγορά ή να το ανακαλέσει εντός χρονικού διαστήματος που η αρχή εποπτείας της αγοράς ορίζει, και σε κάθε περίπτωση το αργότερο εντός 15 εργάσιμων ημερών ή όπως προβλέπεται στη σχετική ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης.
Ja minētajā izvērtēšanā tirgus uzraudzības iestāde vai, attiecīgā gadījumā, tirgus uzraudzības iestāde sadarbībā ar valsts publisku iestādi, kas minēta 77. panta 1. punktā, konstatē, ka augsta riska MI sistēma neatbilst šajā regulā noteiktajām prasībām un pienākumiem, tā bez liekas kavēšanās pieprasa attiecīgajam operatoram veikt visas pienācīgās korektīvās darbības, lai panāktu MI sistēmas atbilstību, vai MI sistēmu izņemt no tirgus vai atsaukt termiņā, ko tirgus uzraudzības iestāde var noteikt, un jebkurā gadījumā ne vēlāk kā 15 darba dienu laikā vai, kā attiecīgi paredzēts piemērojamajos Savienības saskaņošanas tiesību aktos.
Η αρχή εποπτείας της αγοράς ενημερώνει σχετικά τον οικείο κοινοποιημένο οργανισμό. Το άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020 ισχύει για τα προαναφερθέντα στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου μέτρα.
Tirgus uzraudzības iestāde attiecīgi informē attiecīgo paziņoto struktūru. Uz šā punkta otrajā daļā minētajiem pasākumiem attiecas Regulas (ES) 2019/1020 18. pants.
3. Εάν η αρχή εποπτείας της αγοράς θεωρήσει ότι η μη συμμόρφωση δεν περιορίζεται στην εθνική της επικράτεια, ενημερώνει την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση για τα αποτελέσματα της αξιολόγησης και τα μέτρα που ζήτησε να ληφθούν από τον φορέα εκμετάλλευσης.
3. Ja tirgus uzraudzības iestāde uzskata, ka neatbilstība neaprobežojas tikai ar tās valsts teritoriju, tā bez liekas kavēšanās informē Komisiju un pārējās dalībvalstis par izvērtēšanas rezultātiem un par darbībām, ko tā operatoram pieprasījusi veikt.
4. Ο φορέας εκμετάλλευσης εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται όλα τα ενδεικνυόμενα διορθωτικά μέτρα για όλα τα συστήματα ΤΝ που έχει καταστήσει διαθέσιμα στην αγορά της Ένωσης.
4. Operators nodrošina, ka visas pienācīgās korektīvās darbības tiek veiktas attiecībā uz visām attiecīgajām MI sistēmām, kuras tas darījis pieejamas Savienības tirgū.
5. Εάν ο φορέας εκμετάλλευσης συστήματος ΤΝ δεν λάβει επαρκή διορθωτικά μέτρα εντός του χρονικού διαστήματος το οποίο αναφέρεται στην παράγραφο 2, η αρχή εποπτείας της αγοράς λαμβάνει όλα τα κατάλληλα προσωρινά μέτρα για να απαγορεύσει ή να περιορίσει τη διαθεσιμότητα του συστήματος ΤΝ στην εθνική αγορά ή τη θέση του σε λειτουργία, να αποσύρει το προϊόν ή το αυτοτελές σύστημα ΤΝ από την εν λόγω αγορά ή να το ανακαλέσει. Η εν λόγω αρχή ενημερώνει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τα μέτρα αυτά.
5. Ja MI sistēmas operators neveic pienācīgu korektīvu darbību 2. punktā minētajā termiņā, tirgus uzraudzības iestāde veic visus vajadzīgos provizoriskos pasākumus, lai aizliegtu vai ierobežotu to, ka MI sistēma tiek darīta pieejama tās valsts tirgū vai nodota ekspluatācijā, izņemtu produktu vai savrupo MI sistēmu no minētā tirgus vai atsauktu to. Minētā iestāde bez liekas kavēšanās paziņo Komisijai un pārējām dalībvalstīm par minētajiem pasākumiem.
6. Η αναφερόμενη στην παράγραφο 5 ενημέρωση περιλαμβάνει όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, ιδίως τις πληροφορίες που απαιτούνται για την αναγνώριση του μη συμμορφούμενου συστήματος ΤΝ, την προέλευση του συστήματος ΤΝ και της αλυσίδας εφοδιασμού, τη φύση της εικαζόμενης μη συμμόρφωσης και του σχετικού κινδύνου, τη φύση και τη διάρκεια των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν, καθώς και τα επιχειρήματα που προβάλλει ο σχετικός φορέας εκμετάλλευσης. Ειδικότερα, οι αρχές εποπτείας της αγοράς αναφέρουν αν η μη συμμόρφωση οφείλεται σε έναν ή περισσότερους από τους παρακάτω λόγους:
6. Šā panta 5. punktā minētajā paziņojumā iekļauj visas pieejamās ziņas, jo īpaši informāciju, kas vajadzīga neatbilstīgās MI sistēmas identificēšanai, datus par MI sistēmas izcelsmi un piegādes ķēdi, norādītās iespējamās neatbilstības un saistītā riska raksturu, veikto valsts pasākumu raksturu un ilgumu, kā arī attiecīgā operatora izvirzītos argumentus. Tirgus uzraudzības iestādes jo īpaši norāda, vai neatbilstība ir saistīta ar vienu vai vairākiem šādiem aspektiem:
α)
μη συμμόρφωση με την απαγόρευση των πρακτικών TN που αναφέρονται στο άρθρο 5·
a)
5. pantā minētās MI prakses aizlieguma neievērošana;
β)
το σύστημα ΤΝ υψηλού κινδύνου δεν πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στο κεφάλαιο ΙΙΙ τμήμα 2·
b)
augsta riska MI sistēmas neatbilstība III nodaļas 2. iedaļā noteiktajām prasībām;
γ)
υπάρχουν ελλείψεις στα εναρμονισμένα πρότυπα ή στις κοινές προδιαγραφές που αναφέρονται στα άρθρα 40 και 41 και στα οποία βασίζεται το τεκμήριο της συμμόρφωσης·
c)
trūkumi 40. un 41. pantā minētajos saskaņotajos standartos vai kopīgajās specifikācijās, uz kuru pamata piešķir pieņēmumu par atbilstību;
δ)
μη συμμόρφωση με το άρθρο 50.
d)
neatbilstība 50. pantam.
7. Οι αρχές εποπτείας της αγοράς πλην της αρχής εποπτείας της αγοράς του κράτους μέλους που κίνησε τη διαδικασία ενημερώνουν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τα μέτρα που έλαβαν και για πρόσθετες πληροφορίες που ενδεχομένως διαθέτουν όσον αφορά τη μη συμμόρφωση του σχετικού συστήματος ΤΝ και, σε περίπτωση διαφωνίας με το κοινοποιηθέν εθνικό μέτρο, για τις τυχόν αντιρρήσεις τους.
7. Tirgus uzraudzības iestādes, kas nav procedūru sākušās dalībvalsts tirgus uzraudzības iestāde, bez liekas kavēšanās informē Komisiju un pārējās dalībvalstis par visiem pieņemtajiem pasākumiem un visu savā rīcībā esošo papildu informāciju par attiecīgās MI sistēmas neatbilstību un – ja tās nepiekrīt paziņotajam valsts pasākumam – informē par saviem iebildumiem.
8. Εάν, εντός τριών μηνών από την παραλαβή της αναφερόμενης στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου ενημέρωσης, δεν διατυπωθεί αντίρρηση από αρχή εποπτείας της αγοράς κράτους μέλους ή από την Επιτροπή σε σχέση με προσωρινό μέτρο που έχει λάβει αρχή εποπτείας της αγοράς άλλου κράτους μέλους, τότε το μέτρο θεωρείται δικαιολογημένο. Αυτό ισχύει με την επιφύλαξη των διαδικαστικών δικαιωμάτων του ενδιαφερόμενου φορέα εκμετάλλευσης σύμφωνα με το άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1020. Το χρονικό διάστημα των τριών μηνών που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο μειώνεται σε 30 ημέρες σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με την απαγόρευση των πρακτικών ΤΝ που αναφέρονται στο άρθρο 5 το παρόντος κανονισμού.
8. Ja trīs mēnešu laikā no šā panta 5. punktā minētā paziņojuma saņemšanas ne kādas dalībvalsts tirgus uzraudzības iestāde, ne Komisija nav cēlusi iebildumus pret citas dalībvalsts tirgus uzraudzības iestādes veiktu provizorisku pasākumu, minēto pasākumu uzskata par pamatotu. Tas neskar attiecīgā operatora procesuālās tiesības saskaņā ar Regulas (ES) 2019/1020 18. pantu. Šīs regulas 5. pantā minētās MI prakses aizlieguma neievērošanas gadījumā šajā punktā minēto trīs mēnešu termiņu samazina līdz 30 dienām.
9. Οι αρχές εποπτείας της αγοράς εξασφαλίζουν ότι λαμβάνονται τα κατάλληλα περιοριστικά μέτρα όσον αφορά το σχετικό προϊόν ή σύστημα ΤΝ, όπως η απόσυρση του προϊόντος ή του συστήματος ΤΝ από την αγορά τους, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.
9. Tirgus uzraudzības iestādes nodrošina, ka attiecībā uz attiecīgo produktu vai MI sistēmu bez liekas kavēšanās tiek veikti pienācīgi ierobežojoši pasākumi, piemēram, produkta vai MI sistēmas izņemšana no to tirgus.
1. Σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, τα κράτη μέλη καθορίζουν τους κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις και άλλα μέτρα επιβολής, τα οποία μπορούν επίσης να περιλαμβάνουν προειδοποιήσεις και μη χρηματικά μέτρα, τα οποία επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης του παρόντος κανονισμού από φορείς εκμετάλλευσης και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν την ορθή και αποτελεσματική εφαρμογή τους, λαμβάνοντας έτσι υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές που έχει εκδώσει η Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 96. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Λαμβάνουν υπόψη τα συμφέροντα των ΜΜΕ, συμπεριλαμβανομένων των νεοφυών επιχειρήσεων, καθώς και την οικονομική τους βιωσιμότητα.
1. Saskaņā ar šīs regulas noteikumiem dalībvalstis nosaka noteikumus par sodiem un citiem izpildes panākšanas pasākumiem – kuri var ietvert arī brīdinājumus un nemonetārus pasākumus –, kas piemērojami par operatoru izdarītiem šīs regulas pārkāpumiem, un veic visus nepieciešamos pasākumus, lai nodrošinātu, ka tie tiek īstenoti pareizi un efektīvi un ņemot vērā norādījumus, ko Komisija izdevusi, ievērojot 96. pantu. Paredzētie sodi ir iedarbīgi, samērīgi un atturoši. Tajos ņem vērā MVU, tostarp jaunuzņēmumu, intereses un to ekonomisko dzīvotspēju.
2. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή χωρίς καθυστέρηση και το αργότερο έως την ημερομηνία έναρξης εφαρμογής σχετικά με τους κανόνες για τις κυρώσεις και άλλα μέτρα επιβολής που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και της κοινοποιούν χωρίς καθυστέρηση κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους.
2. Dalībvalstis nekavējoties un vēlākais līdz piemērošanas sākuma dienai paziņo Komisijai par 1. punktā minētajiem noteikumiem par sodiem un citiem izpildes panākšanas pasākumiem un nekavējoties paziņo tai par visiem to turpmākiem grozījumiem.
3. Η μη συμμόρφωση με την απαγόρευση των πρακτικών ΤΝ που αναφέρονται στο άρθρο 5 επισύρει διοικητικά πρόστιμα ύψους έως 35 000 000 EUR ή, εάν ο παραβάτης είναι επιχείρηση, έως το 7 % του συνολικού παγκόσμιου ετήσιου κύκλου εργασιών της για το προηγούμενο οικονομικό έτος, ανάλογα με το ποιο ποσό είναι μεγαλύτερο.
3. Par 5. pantā minētās MI prakses aizlieguma neievērošanu piemēro administratīvos naudas sodus līdz 35 000 000 EUR vai, ja pārkāpējs ir uzņēmums, līdz 7 % no tā kopējā globālā apgrozījuma iepriekšējā finanšu gadā, atkarībā no tā, kurš no tiem ir lielāks.
4. Η μη συμμόρφωση με οποιεσδήποτε από τις ακόλουθες διατάξεις σε σχέση με φορείς εκμετάλλευσης ή κοινοποιημένους οργανισμούς, πλην εκείνων που ορίζονται στο άρθρο 5, επισύρει διοικητικά πρόστιμα ύψους έως 15 000 000 EUR ή, εάν ο παραβάτης είναι επιχείρηση, έως το 3 % του συνολικού παγκόσμιου ετήσιου κύκλου εργασιών της για το προηγούμενο οικονομικό έτος, ανάλογα με το ποιο ποσό είναι μεγαλύτερο:
4. Par neatbilstību kādam no turpmāk uzskaitītajiem noteikumiem, kas attiecas uz operatoriem vai paziņotajām struktūrām, atskaitot tos, kas noteikti 5. pantā, piemēro administratīvos naudas sodus līdz 15 000 000 EUR apmērā vai, ja pārkāpējs ir uzņēmums, līdz 3 % apmērā no tā kopējā globālā apgrozījuma iepriekšējā finanšu gadā, atkarībā no tā, kurš no tiem ir lielāks:
α)
υποχρεώσεις των παρόχων δυνάμει του άρθρου 16·
a)
nodrošinātāju pienākumi, ievērojot 16. pantu;
β)
υποχρεώσεις των εξουσιοδοτημένων αντιπροσώπων δυνάμει του άρθρου 22·
b)
pilnvaroto pārstāvju pienākumi, ievērojot 22. pantu;
γ)
υποχρεώσεις των εισαγωγέων δυνάμει του άρθρου 23·
c)
importētāju pienākumi, ievērojot 23. pantu;
δ)
υποχρεώσεις των διανομέων δυνάμει του άρθρου 24·
d)
izplatītāju pienākumi, ievērojot 24. pantu;
ε)
υποχρεώσεις των φορέων εφαρμογής δυνάμει του άρθρου 26·
e)
uzturētāju pienākumi, ievērojot 26. pantu;
στ)
απαιτήσεις και υποχρεώσεις των κοινοποιημένων οργανισμών δυνάμει του άρθρου 31, του άρθρου 33 παράγραφοι 1, 3 και 4 ή του άρθρου 34·
f)
prasības attiecībā uz paziņotajām struktūrām un to pienākumi saskaņā ar 31. pantu, 33. panta 1., 3. un 4. punktu vai 34. pantu;
ζ)
υποχρεώσεις διαφάνειας για παρόχους και φορείς εφαρμογής δυνάμει του άρθρου 50.
g)
pārredzamības pienākumi attiecībā uz nodrošinātājiem un uzturētājiem, ievērojot 50. pantu.
5. Η παροχή ανακριβών, ελλιπών ή παραπλανητικών πληροφοριών σε κοινοποιημένους οργανισμούς ή εθνικές αρμόδιες αρχές κατά την απάντηση σε αίτημα επισύρει διοικητικά πρόστιμα ύψους έως 7 500 000 EUR ή, εάν ο παραβάτης είναι επιχείρηση, έως το 1 % του συνολικού παγκόσμιου ετήσιου κύκλου εργασιών της για το προηγούμενο οικονομικό έτος, ανάλογα με το ποιο ποσό είναι μεγαλύτερο.
5. Par nepareizas, nepilnīgas vai maldinošas informācijas sniegšanu paziņotajām struktūrām un valsts kompetentajām iestādēm atbildē uz pieprasījumu piemēro administratīvos naudas sodus līdz 7 500 000 EUR apmērā vai, ja pārkāpējs ir uzņēmums, līdz 1 % apmērā no tā kopējā globālā apgrozījuma iepriekšējā finanšu gadā, atkarībā no tā, kurš no tiem ir lielāks.
6. Στην περίπτωση ΜΜΕ, συμπεριλαμβανομένων των νεοφυών επιχειρήσεων, κάθε πρόστιμο που αναφέρεται στο παρόν άρθρο ανέρχεται έως τα ποσοστά ή ποσά που αναφέρονται στις παραγράφους 3, 4 και 5, ανάλογα με το ποιο από αυτά είναι μικρότερο.
6. MVU, tostarp jaunuzņēmumu, gadījumā katrs šajā pantā minētais naudas sods ir līdz procentuālajam apmēram vai apmēram, kas minēts 3., 4. un 5. punktā, atkarībā no tā, kurš no tiem ir mazāks.
7. Κατά τη λήψη απόφασης σχετικά με την επιβολή διοικητικού προστίμου και με το ύψος του διοικητικού προστίμου σε κάθε μεμονωμένη περίπτωση, συνυπολογίζονται όλες οι σχετικές περιστάσεις της συγκεκριμένης κατάστασης και, κατά περίπτωση, συνεκτιμούνται δεόντως τα ακόλουθα:
7. Lemjot par to, vai piemērot administratīvo naudas sodu, un lemjot par administratīvā naudas soda apmēru, katrā atsevišķā gadījumā ņem vērā visus attiecīgos konkrētās situācijas apstākļus un, attiecīgā gadījumā, izvērtē šādus elementus:
α)
η φύση, η σοβαρότητα και η διάρκεια της παράβασης και οι συνέπειές της, λαμβάνοντας υπόψη τον σκοπό του συστήματος ΤΝ, καθώς και, κατά περίπτωση, τον αριθμό των θιγόμενων προσώπων και το επίπεδο της ζημίας που υπέστησαν·
a)
pārkāpuma un tā seku raksturs, smagums un ilgums, ņemot vērā MI sistēmas nolūku, kā arī, attiecīgā gadījumā, skarto personu skaits un tām nodarītā kaitējuma apmērs;
β)
αν έχουν ήδη επιβληθεί στον ίδιο φορέα εκμετάλλευσης για την ίδια παράβαση διοικητικά πρόστιμα από άλλες αρχές εποπτείας της αγοράς·
b)
vai citas tirgus uzraudzības iestādes jau ir piemērojušas administratīvos naudas sodus tam pašam operatoram par to pašu pārkāpumu;
γ)
αν έχουν ήδη επιβληθεί στον ίδιο φορέα εκμετάλλευσης για παραβάσεις άλλων κανόνων ενωσιακού ή εθνικού δικαίου διοικητικά πρόστιμα από άλλες αρχές, όταν οι εν λόγω παραβάσεις προκύπτουν από την ίδια δραστηριότητα ή παράλειψη που συνιστά σχετική παράβαση του παρόντος κανονισμού·
c)
vai citas iestādes tam pašam operatoram jau ir piemērojušas administratīvos naudas sodus par citu Savienības vai valsts tiesību aktu pārkāpumiem, ja šādu pārkāpumu pamatā ir tā pati darbība vai bezdarbība, kas ir attiecīgs šīs regulas pārkāpums;
δ)
το μέγεθος, ο ετήσιος κύκλος εργασιών και το μερίδιο αγοράς του φορέα εκμετάλλευσης που διέπραξε την παράβαση·
d)
operatora, kurš izdarījis pārkāpumu, lielums, gada apgrozījums un tirgus daļa;
ε)
κάθε άλλο επιβαρυντικό ή ελαφρυντικό στοιχείο που προκύπτει από τις περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης, όπως τα οικονομικά οφέλη που αποκομίστηκαν ή οι ζημίες που αποφεύχθηκαν, άμεσα ή έμμεσα, από την παράβαση·
e)
jebkāds cits pastiprinošs vai mīkstinošs apstāklis, kas piemērojams lietas apstākļiem, piemēram, no pārkāpuma tieši vai netieši gūti finansiālie labumi vai novērsti zaudējumi;
στ)
ο βαθμός συνεργασίας με τις εθνικές αρμόδιες αρχές για την επανόρθωση της παράβασης και τον μετριασμό των ενδεχόμενων δυσμενών επιπτώσεών της·
f)
pakāpe, kādā notiek sadarbība ar valstu kompetentajām iestādēm, lai novērstu pārkāpumu un mazinātu tā iespējamās nelabvēlīgās sekas;
ζ)
ο βαθμός ευθύνης του φορέα εκμετάλλευσης, λαμβανομένων υπόψη των τεχνικών και οργανωτικών μέτρων που εφαρμόζει·
g)
operatora atbildības pakāpe, ņemot vērā tā īstenotos tehniskos un organizatoriskos pasākumus;
η)
ο τρόπος με τον οποίο οι εθνικές αρμόδιες αρχές πληροφορήθηκαν την παράβαση, ειδικότερα αν και κατά πόσον ο φορέας εκμετάλλευσης κοινοποίησε την παράβαση·
h)
veids, kādā par pārkāpumu ir uzzinājušas valsts kompetentās iestādes, jo īpaši to, vai operators ir ziņojis par pārkāpumu, un, ja ir, – kādā mērā;
θ)
αν η παράβαση διαπράχθηκε εκ προθέσεως ή εξ αμελείας·
i)
vai pārkāpums izdarīts tīši vai nolaidības dēļ;
ι)
κάθε μέτρο που λαμβάνει ο φορέας εκμετάλλευσης για να μετριάσει τη βλάβη που υπέστησαν τα θιγόμενα πρόσωπα.
j)
visas darbības, ko operators veicis, lai mazinātu skartajām personām nodarīto kaitējumu.
8. Κάθε κράτος μέλος καθορίζει κανόνες σχετικά με το κατά πόσο μπορούν να επιβάλλονται διοικητικά πρόστιμα σε δημόσιες αρχές και φορείς που έχουν συσταθεί στο εν λόγω κράτος μέλος.
8. Katra dalībvalsts paredz noteikumus par to, kādā mērā administratīvos naudas sodus var uzlikt publiskām iestādēm un struktūrām, kas izveidotas minētajā dalībvalstī.
9. Ανάλογα με το νομικό σύστημα των κρατών μελών, οι κανόνες για τα διοικητικά πρόστιμα μπορούν να εφαρμόζονται κατά τρόπον ώστε τα πρόστιμα να επιβάλλονται από τα αρμόδια εθνικά δικαστήρια ή από άλλους φορείς, κατά τα ισχύοντα στα εν λόγω κράτη μέλη. Η εφαρμογή των κανόνων αυτών στα εν λόγω κράτη μέλη έχει ισοδύναμο αποτέλεσμα.
9. Atkarībā no dalībvalstu tiesību sistēmas noteikumus par administratīvajiem naudas sodiem var piemērot tādā veidā, ka naudas sodus uzliek, attiecīgi, kompetentās valsts tiesas vai citas struktūras minētajās dalībvalstīs. Šādu noteikumu piemērošanai minētajās dalībvalstīs ir līdzvērtīga ietekme.
10. Η άσκηση των εξουσιών που απορρέουν από το παρόν άρθρο υπόκειται στις δέουσες δικονομικές εγγυήσεις σύμφωνα με το ενωσιακό και το εθνικό δίκαιο, συμπεριλαμβανομένων της άσκησης πραγματικής δικαστικής προσφυγής και της τήρησης της νόμιμης διαδικασίας.
10. Šajā pantā paredzēto pilnvaru izmantošanai piemēro atbilstošas procesuālas garantijas saskaņā ar Savienības un valsts tiesību aktiem, tostarp efektīvu tiesību aizsardzību tiesā un pienācīgu procesu.
11. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν ετησίως έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τα διοικητικά πρόστιμα που έχουν επιβάλει κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου έτους, σύμφωνα με το παρόν άρθρο, και σχετικά με οποιαδήποτε συναφή δικαστική διαφορά ή διαδικασία.
11. Dalībvalstis katru gadu ziņo Komisijai par administratīvajiem naudas sodiem, ko tās attiecīgajā gadā ir noteikušas, saskaņā ar šo pantu, un par visām saistītajām tiesvedībām vai tiesas procesiem.
Αξιολόγηση και επανεξέταση
Izvērtēšana un pārskatīšana
1. Η Επιτροπή αξιολογεί την ανάγκη τροποποίησης του καταλόγου του παραρτήματος ΙΙΙ και του καταλόγου των απαγορευμένων πρακτικών ΤΝ που ορίζεται στο άρθρο 5 μία φορά κατ’ έτος μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού και έως το τέλος της περιόδου εξουσιοδότησης που ορίζεται στο άρθρο 97. Η Επιτροπή υποβάλλει τα πορίσματα της εν λόγω αξιολόγησης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.
1. Reizi gadā pēc šīs regulas stāšanās spēkā un līdz 97. pantā noteiktā pilnvaru deleģēšanas laikposma beigām Komisija novērtē nepieciešamību grozīt III pielikuma sarakstu un 5. pantā paredzēto aizliegtās MI prakses sarakstu. Minētās novērtēšanas konstatējumus Komisija iesniedz Eiropas Parlamentam un Padomei.
2. Έως τις 2 Αυγούστου 2028, και στη συνέχεια ανά τετραετία, η Επιτροπή αξιολογεί την ανάγκη τροποποίησης των ακολούθων και υποβάλλει σχετική έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο:
2. Līdz 2028. gada 2. augustam un pēc tam reizi četros gados Komisija izvērtē un ziņo Eiropas Parlamentam un Padomei par:
α)
της ανάγκης τροποποιήσεων για επέκταση των υφιστάμενων τομέων ή για προσθήκη νέων τομέων στο παράρτημα ΙΙΙ·
a)
nepieciešamību pēc grozījumiem nolūkā paplašināt esošās jomu kategorijas vai pievienot jaunas jomu kategorijas III pielikumā;
β)
των τροποποιήσεων στον κατάλογο των συστημάτων ΤΝ που απαιτούν επιπρόσθετα μέτρα διαφάνειας στο άρθρο 50·
b)
grozījumiem MI sistēmu sarakstā, attiecībā uz kurām vajadzīgi papildu pārredzamības pasākumi 50. pantā;
γ)
των τροποποιήσεων για ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του συστήματος εποπτείας και διακυβέρνησης.
c)
grozījumiem nolūkā stiprināt uzraudzības un pārvaldības sistēmas efektivitāti.
3. Έως τις 2 Αυγούστου 2029 και στη συνέχεια ανά τετραετία, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την αξιολόγηση και την επανεξέταση του παρόντος κανονισμού. Η έκθεση περιλαμβάνει αξιολόγηση όσον αφορά τη δομή της επιβολής και τη δυνητική ανάγκη για οργανισμό της Ένωσης που να αντιμετωπίζει τις οποιεσδήποτε εντοπισθείσες ελλείψεις. Βάσει των πορισμάτων, η εν λόγω έκθεση συνοδεύεται, κατά περίπτωση, από πρόταση τροποποίησης του παρόντος κανονισμού. Οι εκθέσεις δημοσιοποιούνται.
3. Līdz 2029. gada 2. augustam un pēc tam reizi četros gados Komisija iesniedz Eiropas Parlamentam un Padomei ziņojumu par šīs regulas izvērtēšanu un pārskatīšanu. Ziņojumā ietver novērtējumu attiecībā uz izpildes panākšanas struktūru un iespējamu vajadzību pēc Savienības aģentūras visu apzināto trūkumu novēršanai. Pamatojoties uz konstatējumiem, minētajam ziņojumam attiecīgā gadījumā pievieno priekšlikumu šīs regulas grozījumiem. Šos ziņojumus publisko.
4. Οι εκθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 αποδίδουν ιδιαίτερη προσοχή στα ακόλουθα:
4. Ziņojumos, kas minēti 2. punktā, īpašu uzmanību pievērš šādiem jautājumiem:
α)
την κατάσταση των οικονομικών, τεχνικών και ανθρώπινων πόρων των εθνικών αρμόδιων αρχών για την αποτελεσματική εκτέλεση των καθηκόντων που τους ανατίθενται δυνάμει του παρόντος κανονισμού·
a)
to valstu kompetento iestāžu finanšu, tehnisko un cilvēkresursu statuss, kas vajadzīgi, lai efektīvi veiktu uzdevumus, kuri tām uzticēti saskaņā ar šo regulu;
β)
την κατάσταση των κυρώσεων, ιδίως των διοικητικών προστίμων όπως αναφέρονται στο άρθρο 99 παράγραφος 1, που επιβάλλουν τα κράτη μέλη για παραβάσεις του παρόντος κανονισμού·
b)
situācija saistībā ar sodiem, jo īpaši administratīvajiem naudas sodiem, kā minēts 99. panta 1. punktā, kurus dalībvalstis piemēro par šīs regulas noteikumu pārkāpumiem;
γ)
τα εγκριθέντα εναρμονισμένα πρότυπα και τις κοινές προδιαγραφές που έχουν αναπτυχθεί για την υποστήριξη του παρόντος κανονισμού·
c)
pieņemtie saskaņotie standarti un kopīgās specifikācijas, kas izstrādātas šīs regulas atbalstam;
δ)
τον αριθμό των επιχειρήσεων που εισέρχονται στην αγορά μετά την έναρξη εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και πόσες από αυτές είναι ΜΜΕ.
d)
to uzņēmumu skaits, kas ienāk tirgū pēc šīs regulas piemērošanas sākuma, un cik daudz no tiem ir MVU.
5. Έως τις 2 Αυγούστου 2028, η Επιτροπή αξιολογεί τη λειτουργία της Υπηρεσίας ΤΝ, αν η Υπηρεσία ΤΝ έχει λάβει επαρκείς εξουσίες και αρμοδιότητες για την εκπλήρωση των καθηκόντων της και αν θα ήταν σκόπιμο και αναγκαίο για την ορθή εφαρμογή και επιβολή του παρόντος κανονισμού να αναβαθμιστούν η Υπηρεσία ΤΝ και οι αρμοδιότητές της στον τομέα της επιβολής και να αυξηθούν οι πόροι της. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση της αξιολόγησής της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.
5. Līdz 2028. gada 2. augustam Komisija izvērtē MI biroja darbību, to, vai MI birojam ir piešķirtas pietiekamas pilnvaras un kompetences, lai tas varētu pildīt savus uzdevumus, un vai šīs regulas pienācīgai īstenošanai un izpildes panākšanai būtu svarīgi un nepieciešami uzlabot MI biroju un tā izpildes panākšanas kompetences un palielināt tā resursus. Komisija iesniedz izvērtējuma ziņojumu Eiropas Parlamentam un Padomei.
6. Έως τις 2 Αυγούστου 2028, και στη συνέχεια ανά τετραετία, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με την επανεξέταση της προόδου όσον αφορά την ανάπτυξη παραδοτέων τυποποίησης για την ενεργειακά αποδοτική ανάπτυξη μοντέλων ΤΝ γενικού σκοπού και αξιολογεί την ανάγκη για περαιτέρω μέτρα ή δράσεις, συμπεριλαμβανομένων δεσμευτικών μέτρων ή δράσεων. Η έκθεση υποβάλλεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο και δημοσιοποιείται.
6. Līdz 2028. gada 2. augustam un pēc tam reizi četros gados Komisija iesniedz ziņojumu par vispārīga lietojuma MI modeļu energoefektīvas izstrādes standartizācijas nodevumu izstrādē gūtā progresa pārskatīšanu un novērtē vajadzību pēc turpmākiem pasākumiem vai darbībām, tostarp saistošiem pasākumiem vai darbībām. Šo ziņojumu iesniedz Eiropas Parlamentam un Padomei un publisko.
7. Έως τις 2 Αυγούστου 2028, και στη συνέχεια κάθε τρία έτη, η Επιτροπή αξιολογεί τον αντίκτυπο και την αποτελεσματικότητα των προαιρετικών κωδίκων δεοντολογίας για την προώθηση της εφαρμογής των απαιτήσεων που ορίζονται στο κεφάλαιο IΙI τμήμα 2 για συστήματα ΤΝ, πλην των συστημάτων ΤΝ υψηλού κινδύνου, και ενδεχομένως άλλων πρόσθετων απαιτήσεων για συστήματα ΤΝ, πλην των συστημάτων ΤΝ υψηλού κινδύνου, μεταξύ άλλων όσον αφορά την περιβαλλοντική βιωσιμότητα.
7. Līdz 2028. gada 2. augustam un pēc tam reizi trīs gados Komisija izvērtē brīvprātīgo rīcības kodeksu ietekmi un efektivitāti, lai veicinātu III nodaļas 2. iedaļā noteikto prasību piemērošanu attiecībā uz MI sistēmām, kas nav augsta riska MI sistēmas, un, iespējams, citu papildu prasību piemērošanu attiecībā uz MI sistēmām, kas nav augsta riska MI sistēmas, tostarp saistībā ar vides ilgtspēju.
8. Για τους σκοπούς των παραγράφων 1 έως 7, το Συμβούλιο Τεχνητής Νοημοσύνης, τα κράτη μέλη και οι εθνικές αρμόδιες αρχές παρέχουν πληροφορίες στην Επιτροπή κατόπιν αιτήματός της και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση.
8. Šā panta 1. līdz 7. punkta nolūkos MI padome, dalībvalstis un valstu kompetentās iestādes Komisijai pēc tās pieprasījuma un bez liekas kavēšanās sniedz informāciju.
9. Κατά τη διενέργεια των αξιολογήσεων και επανεξετάσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 έως 7, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τις θέσεις και τα πορίσματα του Συμβουλίου Τεχνητής Νοημοσύνης, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και άλλων αρμόδιων φορέων ή πηγών.
9. Veicot 1. līdz 7. punktā minēto izvērtēšanu un pārskatīšanu, Komisija ņem vērā MI padomes, Eiropas Parlamenta, Padomes un citu attiecīgo struktūru vai avotu nostāju un konstatējumus.
10. Η Επιτροπή υποβάλλει, εφόσον απαιτείται, κατάλληλες προτάσεις με σκοπό την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού, ιδίως λαμβάνοντας υπόψη τις εξελίξεις στην τεχνολογία και τις επιπτώσεις των συστημάτων ΤΝ στην υγεία και την ασφάλεια και στα θεμελιώδη δικαιώματα και συνεκτιμώντας την πρόοδο στην κοινωνία της πληροφορίας.
10. Vajadzības gadījumā Komisija iesniedz attiecīgus priekšlikumus par šīs regulas grozīšanu, jo īpaši, ņemot vērā norises tehnoloģiju jomā, MI sistēmu ietekmi uz veselību un drošību un pamattiesībām un ņemot vērā attīstības stāvokli informācijas sabiedrībā.
11. Για την καθοδήγηση των αξιολογήσεων και των επανεξετάσεων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 έως 7 του παρόντος άρθρου, η Υπηρεσία ΤΝ αναλαμβάνει να αναπτύξει αντικειμενική και συμμετοχική μεθοδολογία για την αξιολόγηση των επιπέδων κινδύνου με βάση τα κριτήρια που περιγράφονται στα σχετικά άρθρα και την ενσωμάτωση νέων συστημάτων:
11. Lai ievirzītu šā panta 1. līdz 7. punktā minēto izvērtēšanu un pārskatīšanu, MI birojs apņemas izstrādāt objektīvu un līdzdalīgu metodiku riska līmeņa izvērtēšanai, balstoties uz attiecīgajos pantos izklāstītajiem kritērijiem un jaunu sistēmu iekļaušanu:
α)
στον κατάλογο που παρατίθεται στο παράρτημα ΙΙΙ, συμπεριλαμβανομένης της επέκτασης των υφιστάμενων τομέων ή της προσθήκης νέων τομέων στο εν λόγω παράρτημα·
a)
III pielikumā ietvertajā sarakstā, tostarp attiecībā uz spēkā esošo jomu kategoriju paplašināšanu vai jaunu jomu kategoriju pievienošanu minētajā pielikumā;
β)
στον κατάλογο των απαγορευμένων πρακτικών που καθορίζονται στο άρθρο 5· και
b)
5. pantā ietvertajā aizliegtās MI prakses sarakstā; un
γ)
στον κατάλογο των συστημάτων ΤΝ που απαιτούν επιπρόσθετα μέτρα διαφάνειας βάσει του άρθρου 50.
c)
MI sistēmu sarakstā, attiecībā uz kurām, ievērojot 50. pantu, vajadzīgi papildu pārredzamības pasākumi.
12. Οποιαδήποτε τροποποίηση του παρόντος κανονισμού δυνάμει της παραγράφου 10 ή σχετικών κατ’ εξουσιοδότηση ή εκτελεστικών πράξεων η οποία αφορά την τομεακή ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης που παρατίθεται στο παράρτημα Ι τμήμα Β λαμβάνει υπόψη τις κανονιστικές ιδιαιτερότητες κάθε τομέα και τους υφιστάμενους μηχανισμούς διακυβέρνησης, αξιολόγησης της συμμόρφωσης και επιβολής και τις αρχές που έχουν θεσπιστεί στο πλαίσιό τους.
12. Visos grozījumos, ko veic šajā regulā, ievērojot 10. punktu, vai attiecīgajos turpmākajos deleģētajos vai īstenošanas aktos, kas attiecas uz I pielikuma B iedaļā uzskaitītajiem Savienības saskaņošanas tiesību aktiem, ņem vērā katras nozares regulējuma specifiku un spēkā esošos pārvaldības, atbilstības novērtēšanas un izpildes panākšanas mehānismus un ar tiem izveidoto iestāžu darbību.
13. Έως τις 2 Αυγούστου 2031, η Επιτροπή διενεργεί αξιολόγηση της επιβολής του παρόντος κανονισμού και υποβάλλει σχετική έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη τα πρώτα έτη εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Με βάση τα πορίσματα, η εν λόγω έκθεση συνοδεύεται, κατά περίπτωση, από πρόταση τροποποίησης του παρόντος κανονισμού όσον αφορά τη δομή της επιβολής και την ανάγκη για οργανισμό της Ένωσης που να αντιμετωπίζει τις οποιεσδήποτε εντοπισθείσες ελλείψεις.
13. Līdz 2031. gada 2. augustam Komisija novērtē šīs regulas izpildes panākšanu un sniedz ziņojumu par to Eiropas Parlamentam, Padomei un Eiropas Ekonomikas un sociālo lietu komitejai, ņemot vērā pirmos šīs regulas piemērošanas gadus. Pamatojoties uz minētā ziņojuma secinājumiem, Komisija attiecīgā gadījumā tam pievieno priekšlikumu par šīs regulas grozīšanu attiecībā uz izpildes panākšanas struktūru un vajadzību veidot Savienības aģentūru visu apzināto trūkumu novēršanai.
Έναρξη ισχύος και εφαρμογή
Stāšanās spēkā un piemērošana
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Šī regula stājas spēkā divdesmitajā dienā pēc tās publicēšanas Eiropas Savienības Oficiālajā Vēstnesī.
Εφαρμόζεται από τις 2 Αυγούστου 2026.
To piemēro no 2026. gada 2. augusta.
α)
τα κεφάλαια Ι και ΙΙ εφαρμόζονται από τις 2 Φεβρουαρίου 2025·
a)
I un II nodaļu piemēro no 2025. gada 2. februāra;
β)
το κεφάλαιο III τμήμα 4, το κεφάλαιο V, το κεφάλαιο VII, το κεφάλαιο XII και το άρθρο 78 εφαρμόζονται από τις 2 Αυγούστου 2025, με την εξαίρεση του άρθρου 101·
b)
III nodaļas 4. iedaļu, V nodaļu, VII nodaļu un XII nodaļu, un 78. pantu piemēro no 2025. gada 2. augusta, izņemot 101. pantu;
γ)
το άρθρο 6 παράγραφος 1 και οι αντίστοιχες υποχρεώσεις του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται από τις 2 Αυγούστου 2027.
c)
6. panta 1. punktu un attiecīgos šajā regulā paredzētos pienākumus piemēro no 2027. gada 2. augusta.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Šī regula uzliek saistības kopumā un ir tieši piemērojama visās dalībvalstīs.
Βρυξέλλες, 13 Ιουνίου 2024.
Briselē, 2024. gada 13. jūnijā
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Eiropas Parlamenta vārdā –
(1) ΕΕ C 517 της 22.12.2021, σ. 56.
(1) OV C 517, 22.12.2021., 56. lpp.
(2) ΕΕ C 115 της 11.3.2022, σ. 5.
(2) OV C 115, 11.3.2022., 5. lpp.
(3) ΕΕ C 97 της 28.2.2022, σ. 60.
(3) OV C 97, 28.2.2022., 60. lpp.
(4) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 2024 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2024.
(4) Eiropas Parlamenta 2024. gada 13. marta nostāja (Oficiālajā Vēstnesī vēl nav publicēta) un Padomes 2024. gada 21. maija lēmums.
(5) Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, έκτακτη σύνοδος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (1-2 Οκτωβρίου 2020) — Συμπεράσματα, EUCO 13/20, 2020, σ. 6.
(5) Eiropadome (2020), Eiropadomes ārkārtas sanāksme (2020. gada 1. un 2. oktobrī) – secinājumi, EUCO 13/20, 6. lpp.
(6) Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 20ής Οκτωβρίου 2020, που περιέχει συστάσεις προς την Επιτροπή σχετικά με ένα πλαίσιο για τις δεοντολογικές πτυχές της τεχνητής νοημοσύνης, της ρομποτικής και των συναφών τεχνολογιών, 2020/2012(INL).
(6) Eiropas Parlamenta 2020. gada 20. oktobra rezolūcija ar ieteikumiem Komisijai par mākslīgā intelekta, robotikas un saistīto tehnoloģiju ētisko aspektu satvaru, 2020/2012(INL).
(7) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 339/93 (ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 30).
(7) Eiropas Parlamenta un Padomes Regula (EK) Nr. 765/2008 (2008. gada 9. jūlijs), ar ko nosaka akreditācijas un atceļ Regulu (EEK) Nr. 339/93 (OV L 218, 13.8.2008., 30. lpp.).
(8) Απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για κοινό πλαίσιο εμπορίας των προϊόντων και για την κατάργηση της απόφασης 93/465/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 82).
(8) Eiropas Parlamenta un Padomes Lēmums Nr. 768/2008/EK (2008. gada 9. jūlijs) par produktu tirdzniecības vienotu sistēmu un ar ko atceļ Padomes Lēmumu 93/465/EEK (OV L 218, 13.8.2008., 82. lpp.).
(9) Κανονισμός (ΕΕ) 2019/1020 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 2019, για την εποπτεία της αγοράς και τη συμμόρφωση των προϊόντων και για την τροποποίηση της οδηγίας 2004/42/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και (ΕΕ) αριθ. 305/2011 (ΕΕ L 169 της 25.6.2019, σ. 1).
(9) Eiropas Parlamenta un Padomes Regula (ES) 2019/1020 (2019. gada 20. jūnijs) par tirgus uzraudzību un produktu atbilstību un ar ko groza Direktīvu 2004/42/EK un Regulas (EK) Nr. 765/2008 un (ES) Nr. 305/2011 (OV L 169, 25.6.2019., 1. lpp.).
(10) Οδηγία 85/374/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουλίου 1985, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σε θέματα ευθύνης λόγω ελαττωματικών προϊόντων (ΕΕ L 210 της 7.8.1985, σ. 29).
(10) Padomes Direktīva 85/374/EEK (1985. gada 25. jūlijs) par dalībvalstu normatīvo un administratīvo aktu tuvināšanu attiecībā uz atbildību par produktiem ar trūkumiem (OV L 210, 7.8.1985., 29. lpp.).
(11) Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 1).
(11) Eiropas Parlamenta un Padomes Regula (ES) 2016/679 (2016. gada 27. aprīlis) par fizisku personu aizsardzību attiecībā uz personas datu apstrādi un šādu datu brīvu apriti un ar ko atceļ Direktīvu 95/46/EK (Vispārīgā datu aizsardzības regula) (OV L 119, 4.5.2016., 1. lpp.).
(12) Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ (ΕΕ L 295 της 21.11.2018, σ. 39).
(12) Eiropas Parlamenta un Padomes Regula (ES) 2018/1725 (2018. gada 23. oktobris) par fizisku personu aizsardzību attiecībā uz personas datu apstrādi Savienības iestādēs, struktūrās, birojos un aģentūrās un par šādu datu brīvu apriti un ar ko atceļ Regulu (EK) Nr. 45/2001 un Lēmumu Nr. 1247/2002/EK (OV L 295, 21.11.2018., 39. lpp.).
(13) Οδηγία (ΕΕ) 2016/680 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς της πρόληψης, διερεύνησης, ανίχνευσης ή δίωξης ποινικών αδικημάτων ή της εκτέλεσης ποινικών κυρώσεων και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της απόφασης-πλαίσιο 2008/977/ΔΕΥ του Συμβουλίου (ΕΕ L 119 της 4.5.2016, σ. 89).
(13) Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīva (ES) 2016/680 (2016. gada 27. aprīlis) par fizisku personu aizsardzību attiecībā uz personas datu apstrādi, ko veic kompetentās iestādes, lai novērstu, izmeklētu, atklātu noziedzīgus nodarījumus vai sauktu pie atbildības par tiem vai izpildītu kriminālsodus, un par šādu datu brīvu apriti, ar ko atceļ Padomes Pamatlēmumu 2008/977/TI (Tiesībaizsardzības direktīva) (OV L 119, 4.5.2016., 89. lpp.).
(14) Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37).
(14) Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīva 2002/58/EK (2002. gada 12. jūlijs) par personas datu apstrādi un privātās dzīves aizsardzību elektronisko komunikāciju nozarē (Direktīva par privātās dzīves aizsardzību un elektronisko komunikāciju) (OV L 201, 31.7.2002., 37. lpp.).
(15) Κανονισμός (ΕΕ) 2022/2065 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 2022, σχετικά με την ενιαία αγορά ψηφιακών υπηρεσιών και την τροποποίηση της οδηγίας 2000/31/ΕΚ (πράξη για τις ψηφιακές υπηρεσίες) (ΕΕ L 277 της 27.10.2022, σ. 1).
(15) Eiropas Parlamenta un Padomes Regula (ES) 2022/2065 (2022. gada 19. oktobris) par digitālo pakalpojumu vienoto tirgu un ar ko groza Direktīvu 2000/31/EK (Digitālo pakalpojumu akts) (OV L 277, 27.10.2022., 1. lpp.).
(16) Οδηγία (ΕΕ) 2019/882 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, σχετικά με τις απαιτήσεις προσβασιμότητας προϊόντων και υπηρεσιών (ΕΕ L 151 της 7.6.2019, σ. 70).
(16) Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīva (ES) 2019/882 (2019. gada 17. aprīlis) par produktu un pakalpojumu piekļūstamības prasībām (OV L 151, 7.6.2019., 70. lpp.).
(17) Οδηγία 2005/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 98/27/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου («Οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές») (ΕΕ L 149 της 11.6.2005, σ. 22).
(17) Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīva 2005/29/EK (2005. gada 11. maijs), kas attiecas uz uzņēmēju negodīgu komercpraksi iekšējā tirgū attiecībā pret patērētājiem un ar ko groza Padomes Direktīvu 84/450/EEK un Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīvas 97/7/EK, 98/27/EK un 2002/65/EK un Eiropas Parlamenta un Padomes Regulu (EK) Nr. 2006/2004 (“Negodīgas komercprakses direktīva”) (OV L 149, 11.6.2005., 22. lpp.).
(18) Απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών (ΕΕ L 190 της 18.7.2002, σ. 1).
(18) Padomes Pamatlēmums 2002/584/TI (2002. gada 13. jūnijs) par Eiropas apcietināšanas orderi un par nodošanas procedūrām starp dalībvalstīm (OV L 190, 18.7.2002., 1. lpp.).
(19) Οδηγία (ΕΕ) 2022/2557 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2022, για την ανθεκτικότητα των κρίσιμων οντοτήτων και την κατάργηση της οδηγίας 2008/114/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 333 της 27.12.2022, σ. 164).
(19) Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīva (ES) 2022/2557 (2022. gada 14. decembris) par kritisko vienību noturību un Padomes Direktīvas 2008/114/EK atcelšanu (OV L 333, 27.12.2022., 164. lpp.).
(20) ΕΕ C 247 της 29.6.2022, σ. 1.
(20) OV C 247, 29.6.2022., 1. lpp.
(21) Κανονισμός (ΕΕ) 2017/745 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2017, για τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα, για την τροποποίηση της οδηγίας 2001/83/ΕΚ, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1223/2009 και για την κατάργηση των οδηγιών του Συμβουλίου 90/385/ΕΟΚ και 93/42/ΕΟΚ (ΕΕ L 117 της 5.5.2017, σ. 1).
(21) Eiropas Parlamenta un Padomes Regula (ES) 2017/745 (2017. gada 5. aprīlis), kas attiecas uz medicīniskām ierīcēm, ar ko groza Direktīvu 2001/83/EK, Regulu (EK) Nr. 178/2002 un Regulu (EK) Nr. 1223/2009 un atceļ Padomes Direktīvas 90/385/EEK un 93/42/EEK (OV L 117, 5.5.2017., 1. lpp.).
(22) Κανονισμός (ΕΕ) 2017/746 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2017, για τα in vitro διαγνωστικά ιατροτεχνολογικά προϊόντα και για την κατάργηση της οδηγίας 98/79/ΕΚ και της απόφασης 2010/227/ΕΕ της Επιτροπής (ΕΕ L 117 της 5.5.2017, σ. 176).
(22) Eiropas Parlamenta un Padomes Regula (ES) 2017/746 (2017. gada 5. aprīlis) par in vitro diagnostikas medicīniskām ierīcēm un ar ko atceļ Direktīvu 98/79/EK un Komisijas Lēmumu 2010/227/ES (OV L 117, 5.5.2017., 176. lpp.).
(23) Οδηγία 2006/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 2006, σχετικά με τα μηχανήματα και την τροποποίηση της οδηγίας 95/16/ΕΚ (ΕΕ L 157 της 9.6.2006, σ. 24).
(23) Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīva 2006/42/EK (2006. gada 17. maijs) par mašīnām, un ar kuru groza Direktīvu 95/16/EK (OV L 157, 9.6.2006., 24. lpp.).
(24) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 300/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2008, για τη θέσπιση κοινών κανόνων στο πεδίο της ασφάλειας της πολιτικής αεροπορίας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2320/2002 (ΕΕ L 97 της 9.4.2008, σ. 72).
(24) Eiropas Parlamenta un Padomes Regula (EK) Nr. 300/2008 (2008. gada 11. marts) par kopīgiem noteikumiem civilās aviācijas drošības jomā un ar ko atceļ Regulu (EK) Nr. 2320/2002 (OV L 97, 9.4.2008., 72. lpp.).
(25) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 167/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Φεβρουαρίου 2013, για την έγκριση και την εποπτεία της αγοράς γεωργικών και δασικών οχημάτων (ΕΕ L 60 της 2.3.2013, σ. 1).
(25) Eiropas Parlamenta un Padomes Regula (ES) Nr. 167/2013 (2013. gada 5. februāris) par lauksaimniecības un mežsaimniecības transportlīdzekļu apstiprināšanu un tirgus uzraudzību (OV L 60, 2.3.2013., 1. lpp.).
(26) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 168/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Ιανουαρίου 2013, για την έγκριση και την εποπτεία της αγοράς δίκυκλων ή τρίκυκλων οχημάτων και τετράκυκλων (ΕΕ L 60 της 2.3.2013, σ. 52).
(26) Eiropas Parlamenta un Padomes Regula (ES) Nr. 168/2013 (2013. gada 15. janvāris) par divu riteņu vai trīs riteņu transportlīdzekļu un kvadriciklu apstiprināšanu un tirgus uzraudzību (OV L 60, 2.3.2013., 52. lpp.).
(27) Οδηγία 2014/90/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με τον εξοπλισμό πλοίων και για την κατάργηση της οδηγίας 96/98/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 146).
(27) Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīva 2014/90/ES (2014. gada 23. jūlijs) par kuģu aprīkojumu un ar ko atceļ Padomes Direktīvu 96/98/EK (OV L 257, 28.8.2014., 146. lpp.).
(28) Οδηγία (ΕΕ) 2016/797 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2016, σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του σιδηροδρομικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 138 της 26.5.2016, σ. 44).
(28) Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīva (ES) 2016/797 (2016. gada 11. maijs) par dzelzceļa sistēmas savstarpēju izmantojamību Eiropas Savienībā (OV L 138, 26.5.2016., 44. lpp.).
(29) Κανονισμός (ΕΕ) 2018/858 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, για την έγκριση και την εποπτεία της αγοράς μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους και των συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών μονάδων που προορίζονται για τα οχήματα αυτά, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 715/2007 και (ΕΚ) αριθ. 595/2009 και για την κατάργηση της οδηγίας 2007/46/ΕΚ (ΕΕ L 151 της 14.6.2018, σ. 1).
(29) Eiropas Parlamenta un Padomes Regula (ES) 2018/858 (2018. gada 30. maijs) par mehānisko transportlīdzekļu un to piekabju, kā arī tādiem transportlīdzekļiem paredzētu sistēmu, sastāvdaļu un atsevišķu tehnisku vienību apstiprināšanu un tirgus uzraudzību un ar ko groza Regulas (EK) Nr. 715/2007 un (EK) Nr. 595/2009 un atceļ Direktīvu 2007/46/EK (OV L 151, 14.6.2018., 1. lpp.).
(30) Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1139 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2018, για τη θέσπιση κοινών κανόνων στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας και την ίδρυση Οργανισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Ασφάλεια της Αεροπορίας, και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2111/2005, (ΕΚ) αριθ. 1008/2008, (ΕΕ) αριθ. 996/2010, (ΕΕ) αριθ. 376/2014 και των οδηγιών 2014/30/ΕΕ και 2014/53/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, καθώς και για την κατάργηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 552/2004 και (ΕΚ) αριθ. 216/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3922/91 του Συμβουλίου (ΕΕ L 212 της 22.8.2018, σ. 1).
(30) Eiropas Parlamenta un Padomes Regula (ES) 2018/1139 (2018. gada 4. jūlijs) par kopīgiem noteikumiem civilās aviācijas jomā un ar ko izveido Eiropas Savienības Aviācijas drošības aģentūru, un ar ko groza Eiropas Parlamenta un Padomes Regulas (EK) Nr. 2111/2005, (EK) Nr. 1008/2008, (ES) Nr. 996/2010, (ES) Nr. 376/2014 un Direktīvas 2014/30/ES un 2014/53/ES un atceļ Eiropas Parlamenta un Padomes Regulas (EK) Nr. 552/2004 un (EK) Nr. 216/2008 un Padomes Regulu (EEK) Nr. 3922/91 (OV L 212, 22.8.2018., 1. lpp.).
(31) Κανονισμός (ΕΕ) 2019/2144 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 2019, για τις απαιτήσεις έγκρισης τύπου των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους και των συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών μονάδων που προορίζονται για τα οχήματα αυτά όσον αφορά τη γενική τους ασφάλεια και την προστασία των επιβατών των οχημάτων και του ευάλωτου χρήστη της οδού, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2018/858 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 78/2009, (ΕΚ) αριθ. 79/2009 και (ΕΚ) αριθ. 661/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 631/2009, (ΕΕ) αριθ. 406/2010, (ΕΕ) αριθ. 672/2010, (ΕΕ) αριθ. 1003/2010, (ΕΕ) αριθ. 1005/2010, (ΕΕ) αριθ. 1008/2010, (ΕΕ) αριθ. 1009/2010, (ΕΕ) αριθ. 19/2011, (ΕΕ) αριθ. 109/2011, (ΕΕ) αριθ. 458/2011, (ΕΕ) αριθ. 65/2012, (ΕΕ) αριθ. 130/2012, (ΕΕ) αριθ. 347/2012, (ΕΕ) αριθ. 351/2012, (ΕΕ) αριθ. 1230/2012 και (ΕΕ) 2015/166 της Επιτροπής (ΕΕ L 325 της 16.12.2019, σ. 1).
(31) Eiropas Parlamenta un Padomes Regula (ES) 2019/2144 (2019. gada 27. novembris) par prasībām mehānisko transportlīdzekļu un to piekabju un šiem transportlīdzekļiem paredzētu sistēmu, sastāvdaļu un atsevišķu tehnisko vienību tipa apstiprināšanai attiecībā uz to vispārīgo drošību un transportlīdzekļa braucēju un neaizsargāto ceļu satiksmes dalībnieku aizsardzību, ar ko groza Eiropas Parlamenta un Padomes Regulu (ES) 2018/858 un atceļ Eiropas Parlamenta un Padomes Regulas (EK) Nr. 78/2009, (EK) Nr. 79/2009 un (EK) Nr. 661/2009 un Komisijas Regulas (EK) Nr. 631/2009, (ES) Nr. 406/2010, (ES) Nr. 672/2010, (ES) Nr. 1003/2010, (ES) Nr. 1005/2010, (ES) Nr. 1008/2010, (ES) Nr. 1009/2010, (ES) Nr. 19/2011, (ES) Nr. 109/2011, (ES) Nr. 458/2011, (ES) Nr. 65/2012, (ES) Nr. 130/2012, (ES) Nr. 347/2012, (ES) Nr. 351/2012, (ES) Nr. 1230/2012 un (ES) 2015/166 (OV L 325, 16.12.2019., 1. lpp.).
(32) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 810/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τη θέσπιση κοινοτικού κώδικα θεωρήσεων (κώδικας θεωρήσεων) (ΕΕ L 243 της 15.9.2009, σ. 1).
(32) Eiropas Parlamenta un Padomes Regula (EK) Nr. 810/2009 (2009. gada 13. jūlijs), ar ko izveido Kopienas Vīzu kodeksu (Vīzu kodekss) (OV L 243, 15.9.2009., 1. lpp.).
(33) Οδηγία 2013/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με κοινές διαδικασίες για τη χορήγηση και ανάκληση του καθεστώτος διεθνούς προστασίας (ΕΕ L 180 της 29.6.2013, σ. 60).
(33) Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīva 2013/32/ES (2013. gada 26. jūnijs) par kopējām procedūrām starptautiskās aizsardzības statusa piešķiršanai un atņemšanai (OV L 180, 29.6.2013., 60. lpp.).
(34) Κανονισμός (ΕΕ) 2024/900 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Μαρτίου 2024, σχετικά με τη διαφάνεια και τη στόχευση της πολιτικής διαφημιστικής προβολής (ΕΕ L, 2024/900, 20.3.2024, ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2024/900/oj).
(34) Eiropas Parlamenta un Padomes Regula (ES) 2024/900 (2024. gada 13. marts) par politiskās reklāmas pārredzamību un mērķorientēšanu (OV L, 2024/900, 20.3.2024., ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2024/900/oj).
(35) Οδηγία 2014/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα στην αγορά οργάνων ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας (ΕΕ L 96 της 29.3.2014, σ. 107).
(35) Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīva 2014/31/ES (2014. gada 26. februāris) par dalībvalstu tiesību aktu saskaņošanu attiecībā uz neautomātisko svaru pieejamību tirgū (OV L 96, 29.3.2014., 107. lpp.).
(36) Οδηγία 2014/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα των οργάνων μετρήσεων στην αγορά (ΕΕ L 96 της 29.3.2014, σ. 149).
(36) Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīva 2014/32/ES (2014. gada 26. februāris) par dalībvalstu tiesību aktu saskaņošanu attiecībā uz mērinstrumentu pieejamību tirgū (OV L 96, 29.3.2014., 149. lpp.).
(37) Κανονισμός (ΕΕ) 2019/881 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, σχετικά με τον ENISA («Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Κυβερνοασφάλεια») και με την πιστοποίηση της κυβερνοασφάλειας στον τομέα της τεχνολογίας πληροφοριών και επικοινωνιών και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 526/2013 (πράξη για την κυβερνοασφάλεια) (ΕΕ L 151 της 7.6.2019, σ. 15).
(37) Eiropas Parlamenta un Padomes Regula (ES) 2019/881 (2019. gada 17. aprīlis) par ENISA (Eiropas Savienības Kiberdrošības aģentūra) un par informācijas un komunikācijas tehnoloģiju kiberdrošības sertifikāciju, un ar ko atceļ Regulu (ES) Nr. 526/2013 (Kiberdrošības akts) (OV L 151, 7.6.2019., 15. lpp.).
(38) Οδηγία (ΕΕ) 2016/2102 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2016, για την προσβασιμότητα των ιστότοπων και των εφαρμογών για φορητές συσκευές των οργανισμών του δημόσιου τομέα (ΕΕ L 327 της 2.12.2016, σ. 1).
(38) Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīva (ES) 2016/2102 (2016. gada 26. oktobris) par publiskā sektora struktūru tīmekļvietņu un mobilo lietotņu piekļūstamību (OV L 327, 2.12.2016., 1. lpp.).
(39) Οδηγία 2002/14/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11 Μαρτίου 2002, περί θεσπίσεως γενικού πλαισίου ενημερώσεως και διαβουλεύσεως των εργαζομένων στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (ΕΕ L 80 της 23.3.2002, σ. 29).
(39) Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīva 2002/14/EK (2002. gada 11. marts), ar ko izveido vispārēju sistēmu darbinieku informēšanai un uzklausīšanai Eiropas (OV L 80, 23.3.2002., 29. lpp.).
(40) Οδηγία (EE) 2019/790 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 2019, για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και τα συγγενικά δικαιώματα στην ψηφιακή ενιαία αγορά και την τροποποίηση των οδηγιών 96/9/ΕΚ και 2001/29/ΕΚ (ΕΕ L 130 της 17.5.2019, σ. 92).
(40) Eiropas Parlamenta un Padomes Regula (ES) 2019/790 (2019. gada 17. aprīlis) par autortiesībām un blakustiesībām digitālajā vienotajā tirgū un ar ko groza Direktīvas 96/9/EK un 2001/29/EK (OV L 130, 17.5.2019., 92. lpp.).
(41) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με την ευρωπαϊκή τυποποίηση, την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 89/686/ΕΟΚ και 93/15/ΕΟΚ και των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 94/9/ΕΚ, 94/25/ΕΚ, 95/16/ΕΚ, 97/23/ΕΚ, 98/34/ΕΚ, 2004/22/ΕΚ, 2007/23/ΕΚ, 2009/23/ΕΚ και 2009/105/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 87/95/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της απόφασης αριθ. 1673/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 12).
(41) Eiropas Parlamenta un Padomes Regula (ES) Nr. 1025/2012 (2012. gada 25. oktobris) par Eiropas standartizāciju, ar ko groza Padomes Direktīvas 89/686/EEK un 93/15/EEK un Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīvas 94/9/EK, 94/25/EK, 95/16/EK, 97/23/EK, 98/34/EK, 2004/22/EK, 2007/23/EK, 2009/23/EK un 2009/105/EK, un ar ko atceļ Padomes Lēmumu 87/95/EEK un Eiropas Parlamenta un Padomes Lēmumu Nr. 1673/2006/EK (OV L 316, 14.11.2012., 12. lpp.).
(42) Κανονισμός (ΕΕ) 2022/868 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2022, σχετικά με την ευρωπαϊκή διακυβέρνηση δεδομένων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2018/1724 (πράξη για τη διακυβέρνηση δεδομένων) (ΕΕ L 152 της 3.6.2022, σ. 1).
(42) Eiropas Parlamenta un Padomes Regula (ES) 2022/868 (2022. gada 30. maijs) par Eiropas datu pārvaldību un ar ko groza Regulu (ES) 2018/1724 (Datu pārvaldības akts) (OV L 152, 3.6.2022., 1. lpp.).
(43) Κανονισμός (ΕΕ) 2023/2854 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Δεκεμβρίου 2023, για εναρμονισμένους κανόνες σχετικά με τη δίκαιη πρόσβαση σε δεδομένα και τη δίκαιη χρήση τους και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2017/2394 και της οδηγίας (ΕΕ) 2020/1828 (κανονισμός για τα δεδομένα) (ΕΕ L, 2023/2854, 22.12.2023, ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2023/2854/oj).
(43) Eiropas Parlamenta un Padomes Regula (ES) 2023/2854 (2023. gada 13. decembris) par saskaņotiem noteikumiem par taisnīgu piekļuvi datiem un to lietošanu un ar ko groza Regulu (ES) 2017/2394 un Direktīvu (ES) 2020/1828 (Datu akts) (OV L, 2023/2854, 22.12.2023., ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2023/2854/oj).
(44) Σύσταση της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων (ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36).
(44) Komisijas 2003. gada 6. maija Ieteikums par mikrouzņēmumu, mazo un vidējo uzņēmumu definīciju (OV L 124, 20.5.2003., 36. lpp.).
(45) Απόφαση της Επιτροπής, της 24.1.2024, για τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Τεχνητής Νοημοσύνης [C(2024) 390].
(45) Komisijas Lēmums (2024. gada 24. janvāris), ar ko izveido Eiropas Mākslīgā intelekta biroju, C(2024) 390.
(46) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).
(46) Eiropas Parlamenta un Padomes Regula (ES) Nr. 575/2013 (2013. gada 26. jūnijs) par prudenciālajām prasībām attiecībā uz kredītiestādēm un ieguldījumu brokeru sabiedrībām, un ar ko groza Regulu (ES) Nr. 648/2012 (OV L 176, 27.6.2013., 1. lpp.).
(47) Οδηγία 2008/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης και την κατάργηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 133 της 22.5.2008, σ. 66).
(47) Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīva 2008/48/EK (2008. gada 23. aprīlis) par patēriņa kredītlīgumiem un ar ko atceļ Direktīvu 87/102/EEK (OV L 133, 22.5.2008., 66. lpp.).
(48) Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II) (ΕΕ L 335 της 17.12.2009, σ. 1).
(48) Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīva 2009/138/EK (2009. gada 25. novembris) par uzņēmējdarbības uzsākšanu un veikšanu apdrošināšanas un pārapdrošināšanas jomā (Maksātspēja II) (OV L 335, 17.12.2009., 1. lpp.).
(49) Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).
(49) Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīva 2013/36/ES (2013. gada 26. jūnijs) par piekļuvi kredītiestāžu darbībai un kredītiestāžu un ieguldījumu brokeru sabiedrību prudenciālo uzraudzību, ar ko groza Direktīvu 2002/87/EK un atceļ Direktīvas 2006/48/EK un 2006/49/EK (OV L 176, 27.6.2013., 338. lpp.).
(50) Οδηγία 2014/17/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις συμβάσεις πίστωσης για καταναλωτές για ακίνητα που προορίζονται για κατοικία και την τροποποίηση των οδηγιών 2008/48/ΕΚ και 2013/36/EE και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 (ΕΕ L 60 της 28.2.2014, σ. 34).
(50) Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīva 2014/17/ES (2014. gada 4. februāris) par patērētāju kredītlīgumiem saistībā ar mājokļa nekustamo īpašumu un ar ko groza Direktīvas 2008/48/EK un 2013/36/ES un Regulu (ES) Nr. 1093/2010 (OV L 60, 28.2.2014., 34. lpp.).
(51) Οδηγία (ΕΕ) 2016/97 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2016, σχετικά με τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων (ΕΕ L 26 της 2.2.2016, σ. 19).
(51) Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīva (ES) 2016/97 (2016. gada 20. janvāris) par apdrošināšanas izplatīšanu (OV L 26, 2.2.2016., 19. lpp.).
(52) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΕ L 287 της 29.10.2013, σ. 63).
(52) Padomes Regula (ES) Nr. 1024/2013 (2013. gada 15. oktobris), ar ko Eiropas Centrālajai bankai uztic īpašus uzdevumus saistībā ar politikas nostādnēm, kas attiecas uz kredītiestāžu prudenciālo uzraudzību (OV L 287, 29.10.2013., 63. lpp.).
(53) Κανονισμός (ΕΕ) 2023/988 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαΐου 2023, για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας (ΕΕ) 2020/1828 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2001/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 87/357/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 135 της 23.5.2023, σ. 1).
(53) Eiropas Parlamenta un Padomes Regula (ES) 2023/988 (2023. gada 10. maijs) par ražojumu vispārēju drošumu, ar ko groza Eiropas Parlamenta un Padomes Regulu (ES) Nr. 1025/2012 un Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīvu (ES) 2020/1828 un atceļ Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīvu 2001/95/EK un Padomes Direktīvu 87/357/EEK (OV L 135, 23.5.2023., 1. lpp.).
(54) Οδηγία (ΕΕ) 2019/1937 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2019, σχετικά με την προστασία των προσώπων που αναφέρουν παραβιάσεις του δικαίου της Ένωσης (ΕΕ L 305 της 26.11.2019, σ. 17).
(54) Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīva (ES) 2019/1937 (2019. gada 23. oktobris) par to personu aizsardzību, kuras ziņo par Savienības tiesību aktu pārkāpumiem (OV L 305, 26.11.2019., 17. lpp.).
(55) ΕΕ L 123 της 12.5.2016, σ. 1.
(55) OV L 123, 12.5.2016., 1. lpp.
(56) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).
(56) Eiropas Parlamenta un Padomes Regula (ES) Nr. 182/2011 (2011. gada 16. februāris), ar ko nosaka normas un vispārīgus principus par dalībvalstu kontroles mehānismiem, kuri attiecas uz Komisijas īstenošanas pilnvaru izmantošanu (OV L 55, 28.2.2011., 13. lpp.).
(57) Οδηγία (EE) 2016/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, περί προστασίας της τεχνογνωσίας και των επιχειρηματικών πληροφοριών που δεν έχουν αποκαλυφθεί (εμπορικό απόρρητο) από την παράνομη απόκτηση, χρήση και αποκάλυψή τους (ΕΕ L 157 της 15.6.2016, σ. 1).
(57) Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīva (ES) 2016/943 (2016. gada 8. jūnijs) par zinātības un darījumdarbības neizpaužamas informācijas (komercnoslēpumu) aizsardzību pret nelikumīgu iegūšanu, izmantošanu un izpaušanu (OV L 157, 15.6.2016., 1. lpp.).
(58) Οδηγία (ΕΕ) 2020/1828 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2020, σχετικά με τις αντιπροσωπευτικές αγωγές για την προστασία των συλλογικών συμφερόντων των καταναλωτών και για την κατάργηση της οδηγίας 2009/22/ΕΚ (ΕΕ L 409 της 4.12.2020, σ. 1).
(58) Eiropas Parlamenta un Padomes Direktīva (ES) 2020/1828 (2020. gada 25. novembris) par pārstāvības prasībām patērētāju kolektīvo interešu aizsardzībai un ar ko atceļ Direktīvu 2009/22/EK (OV L 409, 4.12.2020., 1. lpp.).